Ο Αλέξης Τσίπρας την Τρίτη (μάλλον νόμισε ότι) διέλυσε τη Βουλή και προκήρυξε τις εκλογές, κάτι που για πρώτη φορά πράττει αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά φαίνεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την Ιαπωνία όπου βρισκόταν, με την ιδιότητα του Πρωθυπουργού, δεν τον άκουσε και συνεχίζει σαν μη συμβαίνει τίποτε.
Από εκεί μάλιστα συνέχισε να μην λέει πότε θα γίνουν οι εκλογές και να περιορίζεται στο να ανακοινώνει αυτό που ούτως ή άλλως γνωρίζουμε: ότι «κάποιες» εκλογές θα γίνουν σίγουρα μετά το Πάσχα.
Ομως, αν δούμε το θέμα απαλλαγμένοι από τις συνθήκες ενημέρωσης και δημόσιου διαλόγου που για διαφόρους λόγους έχουν επιβληθεί τα τελευταία χρόνια, θα έπρεπε αυτή η συζήτηση για τον χρόνο των εκλογών να μην γίνεται καν, τουλάχιστον όχι έτσι.
Εντάξει, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έχει ανοίξει την προεκλογική συζήτηση, αφού από τη μία έχει δηλώσει ότι θα εξαντλήσει την τετραετία και από την άλλη έχει αφήσει ανοιχτά τα ενδεχόμενα για… μερική εξάντληση και διενέργεια των εκλογών λίγο νωρίτερα.
Το πόσο καλό ή πόσο κακό κάνει η εκκρεμότητα στη χώρα είναι μία συζήτηση με κάποιο νόημα. Κυρίως επειδή φαίνεται ότι η πολιτική αντιπαράθεση, απειλείται με εκτροχιασμό. Αυτό προφανέστατα επιδιώκουν ο Τσίπρας και η παρέα του και αν επιμείνουν, μπορεί και να το πετύχουν.
Υπό αυτό το πρίσμα, διατυπώνεται από ορισμένους η απορία «γιατί ο Μητσοτάκης δεν ανακοινώνει την ημερομηνία των εκλογών, να ξέρουμε πώς πορευόμαστε και με ποιο χρονοδιάγραμμα»;
Πολιτικά μπορεί το ερώτημα να έχει ουσία, αν και ένα επιχείρημα του αντιλόγου ως προς αυτά είναι ότι από τη στιγμή που θα ανακοινωθεί η ημερομηνία των εκλογών, θα σφυρίξει και η λήξη για κάθε κυβερνητική δραστηριότητα.
Όσο πάντως παρατείνεται η εκκρεμότητα, προξενείται μία άλλου τύπου απορία: Γιατί δεν το ξεκόβει η κυβέρνηση και δεν εξηγεί ότι πολύ απλά δεν μπορεί να ανακοινώσει την ημερομηνία των εκλογών και αυτή να είναι π.χ. σε δυόμισι-τρεις μήνες από σήμερα; Όπου το «δεν μπορεί» είναι πραγματικό και έχει νομική υπόσταση.
Αυτό ισχύει λόγω της μικρής λεπτομέρειας που λησμονούμε και που λέγεται Σύνταγμα. Και εκεί, στο άρθρο 41, εξακολουθεί να προβλέπεται ότι:
♦ «O Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Bουλή με πρόταση της Kυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Aποκλείεται η διάλυση της νέας Bουλής για το ίδιο θέμα» και αμέσως μετά ότι:
♦ «Tο διάταγμα διάλυσης της Bουλής, προσυπογραμμένο στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου από το Yπουργικό Συμβούλιο, πρέπει να περιλαμβάνει συγχρόνως την προκήρυξη εκλογών μέσα σε τριάντα ημέρες και τη σύγκληση της νέας Bουλής μέσα σε άλλες τριάντα ημέρες από τις εκλογές».
Σε απλά Ελληνικά: Ο Πρωθυπουργός δεν μπορεί να ορίσει και -κυρίως- να ανακοινώσει μία μακρινή ημερομηνία εκλογών, όπως και όποτε του καπνίσει. Η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες θα πρέπει να εξηγηθεί ως έκτακτη ανάγκη ανανέωσης της λαϊκής εντολής και υπό αυτήν την έννοια, μόλις ανακοινωθεί η ημερομηνία, ουσιαστικά θα πρέπει και να διαλυθεί η Βουλή.
Το εύλογο ερώτημα ως προς αυτά είναι, γιατί το σύνολο του πολιτικού προσωπικού επιμένει να αγνοεί αυτήν τη «μικρή και ασήμαντη» λεπτομέρεια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News