Η πρόσφατη αποκάλυψη ότι πολιτικοί του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (Alternative für Deutschland – AfD) συναντήθηκαν με δεξιούς ακτιβιστές τον περασμένο Νοέμβριο για να συζητήσουν ένα εξτρεμιστικό σχέδιο «επανα-μετανάστευσης» φούντωσε τη συζήτηση περί απαγόρευσης του κόμματος.
Η παράνομη συνάντηση, που πραγματοποιήθηκε σε ένα παραλίμνιο ξενοδοχείο κοντά στο Πότσνταμ, φέρεται ότι επικεντρώθηκε στο ενδεχόμενο μαζικών απελάσεων, ακόμη και γερμανών πολιτών με μεταναστευτικές ρίζες, σε περίπτωση ανόδου της Ακροδεξιάς στην εξουσία. Θορυβημένοι από αυτό το τρομακτικό όραμα, ηγέτες από όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων, διανοούμενοι και σχολιαστές με επιρροή, υποστηρίζουν τώρα ότι το σφράγισμα του AfD είναι απαραίτητο για τη διαφύλαξη της Γερμανικής Δημοκρατίας.
Η αυξανόμενη λαϊκή υποστήριξη που χαίρει το AfD απλώς ενίσχυσε την αίσθηση του επείγοντος, ειδικά με τις περιφερειακές εκλογές που επίκεινται σε τρία από τα ανατολικά κρατίδια της Γερμανίας –τα προπύργια του κόμματος– αργότερα κατά το τρέχον έτος. Πιο πρόσφατα το AfD προσέφερε αμέριστη στήριξη στις διαμαρτυρίες των αγροτών ενάντια στις προτεινόμενες περικοπές των επιδοτήσεων, προκαλώντας ανησυχίες ότι το κόμμα θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί την εκρηκτική κατάσταση για να επωφεληθεί πολιτικά.
Τώρα, σχεδόν το 50% του κοινού στη Γερμανία τάσσεται υπέρ της απαγόρευσης του AfD. Εκατοντάδες χιλιάδες Γερμανοί συμμετείχαν σε διαδηλώσεις κατά του κόμματος τις τελευταίες ημέρες. Επιπλέον, μια διαδικτυακή έκκληση που ζητά από την κυβέρνηση να στερήσει από τον Μπιορν Χόκε, τον διαβόητο ηγέτη του AfD στο κρατίδιο της Θουριγγίας, τα πολιτικά του δικαιώματα – μια πρόταση πραγματικά άνευ προηγουμένου στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας– έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 1,5 εκατ. υπογραφές.
Αλλά μια προσπάθεια να τεθεί εκτός νόμου το δεύτερο δημοφιλέστερο κόμμα της χώρας θα ήταν δημοκρατικά αμφισβητήσιμη και θα είχε απροσδόκητες –και δυνητικά εκτεταμένες– αρνητικές συνέπειες.
Σίγουρα, η διαδικασία απαγόρευσης των πολιτικών ομάδων που επιδιώκουν να υπονομεύσουν ή να καταργήσουν το δημοκρατικό σύστημα είναι αρκετά απλή. Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφασίζει εάν θα κλείσει ένα κόμμα, αφού λάβει επίσημο αίτημα από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο ή το δεύτερο σώμα της Γερμανίας, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Bundesrat), το οποίο εκπροσωπεί τα ομοσπονδιακά κρατίδια.
Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει θέσει ψηλά τον πήχη όσον αφορά τον αποκλεισμό από την πολιτική, όπως αποδεικνύεται από προηγούμενες προσπάθειες διάλυσης κομμάτων. Το 2017 απέρριψε αίτηση για να τεθεί εκτός νόμου το νεοναζιστικό Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα (NPD), παρά την απροκάλυπτα ρατσιστική και αντιδημοκρατική ατζέντα του κόμματος. Στην πραγματικότητα, το Δικαστήριο χρησιμοποίησε τελευταία φορά αυτόν τον μηχανισμό το 1956, στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, όταν απαγόρευσε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας (KPD).
Αυτό το προηγούμενο υποδηλώνει ότι η άσκηση αγωγής εναντίον του AfD κάθε άλλο παρά τυπική θα ήταν και, το πιο σημαντικό, θα μπορούσε εύκολα να εξελιχθεί σε πολιτικό φιάσκο. Δεδομένης της δημοτικότητας του AfD, ακόμη και το να ζητούνταν από το Δικαστήριο να απαγορεύσει το κόμμα θα εκλαμβανόταν ευρέως ως ένα τακτικό τέχνασμα από παραδοσιακά κόμματα για την εξάλειψη ενός ολοένα ισχυρότερου ανταγωνιστή, ενισχύοντας το επιχείρημα της Ακροδεξιάς ότι το σύστημα είναι στημένο. Εάν αυτή η προσπάθεια αποτύγχανε τελικά, το AfD θα ενισχυόταν, δεν θα αποδυναμωνόταν.
Επιπλέον, οι διαδικασίες του Συνταγματικού Δικαστηρίου θα ήταν αναπόφευκτα αργές –η εκδίκαση της αγωγής κατά του NPD διήρκεσε περισσότερα από τρία χρόνια– και θα ολοκληρώνονταν πολύ μετά το πέρας του επερχόμενου κύματος εκλογών. Ομως, ενώ τυχόν πιθανά οφέλη από μια απόπειρα απαγόρευσης του AfD αφορούν το μέλλον, οι αρνητικές επιπτώσεις της θα γίνονταν αισθητές αμέσως. Από πολλές απόψεις, ακόμη και η συζήτηση για νομικές ενέργειες κατά του AfD δίνει μόνο περισσότερα πυρομαχικά σε ένα κόμμα που ανθεί όταν παρουσιάζεται ως θύμα.
Ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που το AfD απαγορευόταν, μόνο το κόμμα θα εξαφανιζόταν, όχι οι υποστηρικτές του – και τα παράπονά τους. Τίποτα δεν θα εμπόδιζε τα μέλη του AfD να ιδρύσουν ένα νέο ακροδεξιό κόμμα – μια εναλλακτική στην Εναλλακτική για τη Γερμανία.
Είναι καιρός να καταλάβουμε ότι η καταπολέμηση του λαϊκισμού με όπλο τον νόμιμο ακτιβισμό δεν θα έχει αποτέλεσμα, και ενδέχεται ακόμη και να επιδεινώσει το πρόβλημα. Η πρόκληση της Ακροδεξιάς πρέπει να αντιμετωπιστεί πολιτικά, με λύσεις που αντιμετωπίζουν τις βαθύτερες αιτίες της δυσαρέσκειας: υψηλές τιμές ενέργειας, στάσιμη οικονομία, επίμονα υψηλά επίπεδα εσωτερικής μετανάστευσης και αποτυχημένη ενσωμάτωση των νεοφερμένων.
Ασφαλώς, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες πρέπει να επαγρυπνούν – και έχουν και υποχρέωση και δικαίωμα να αντεπιτίθενται, είτε στα δικαστήρια είτε στη Βουλή. Αλλά η προσπάθεια απαγόρευσης ενός πολιτικού ανταγωνιστή είναι μια παράκαμψη του γεγονότος ότι οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι έχουν νόμιμο δικαίωμα να εκφράζουν τα παράπονά τους. Οι δημοκρατικές αξίες δεν μπορούν να προστατευθούν μέσω του περιορισμού των δημοκρατικών ελευθεριών. Η πρόκληση της Ακροδεξιάς πρέπει να αντιμετωπιστεί στο παραβάν, όχι στο εδώλιο. Μια νίκη επί του AfD μέσω μιας νομικής απαγόρευσης θα ήταν μια ηθική και πολιτική ήττα.
* Ο Michael Bröning είναι μέλος της επιτροπής Θεμελιωδών Αξιών του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας. Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται για την Ελλάδα από το Project Syndicate.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News