Διαβάζω επικρίσεις για τον Κωστή Χατζηδάκη και για το νομοσχέδιό του που αφορά τη φορολόγηση των αυτοαπασχολούμενων.
Οι από εδώ επικριτές πετάνε λέξεις με λαμπρή καριέρα αρνητισμού, όπως «φορολαίλαπα», «φοροεπιδρομή» και τα τοιαύτα. Παλιό το παραμύθι, μέχρι και ο μέγας έλληνας εκσυγχρονιστής του 19ου αιώνα Χαρίλαος Τρικούπης είχε το παρατσούκλι «ο πετρέλαιος», διότι είχε βάλει φόρο μια δεκάρα στο πετρέλαιο ενώ η χώρα είχε πτωχεύσει. Πρόκειται για εύπεπτα συνθήματα, που κάποτε μπορεί να ήταν στις δόξες τους αλλά σήμερα ελέγχονται ως προς την πολιτική τους αποδοτικότητα. Ο Τσίπρας, που τα χρησιμοποίησε τελευταίος, τώρα ιδιωτεύει άεργος.
Οι από εκεί επικριτές, δήθεν πιο δημιουργικοί από τους ξερούς αρνητιστές ή απλώς έχοντας εξυπνότερα καμουφλάρει τον συντεχνιασμό τους, διαμαρτύρονται διότι με τα οριζόντια μέτρα Χατζηδάκη ξαναγυρίζουμε σε «παλαιές οριζόντιες φορολογικές συνταγές που δεν ταιριάζουν σε ευρωπαϊκό κράτος». Αυτοί προτείνουν τη θέσπιση κινήτρων, ώστε ο πελάτης να υποχρεώνει τον επαγγελματία να κόβει απόδειξη. Ψάχνουν δηλαδή ένα νέο κίνημα αποδείξεων, όπως αυτό του Γιώργου Παπακωνσταντίνου (επί Γιώργου Παπανδρέου, θυμάστε;).
Κοντολογίς, ο Χατζηδάκης ταλαιπωρείται ανάμεσα σε έναν παλαιικό καταγγελτικό λόγο και σε μια δράκα θεωρητικών προσεγγίσεων ενός πολύ πρακτικού προβλήματος. Στους από αριστερά επιτιθέμενους η καταγγελία αποτελεί δεύτερη φύση. Εξάλλου, δεν γνωρίζουν άλλο είδος πολιτικής. Η απέναντι πλευρά επιμένει ότι με ηθικολογίες μπορεί να σπάσει το κοινό μέτωπο δύο συναλλασσομένων (πελάτης και αυτοαπασχολούμενος) που συμφωνούν να κλέψουν έναν τρίτο (το κράτος) προς κοινό ώφελος. Γίνεται αυτό με ψυχολογικές παραινέσεις ή με κίνητρα μικρότερα του προϊόντος της κλεψιάς;
Στο μεταξύ, η οικονομική πολιτική ενός κράτους δεν μπορεί να στηρίζεται ούτε σε συνθήματα ούτε σε ευχολόγια. Το κράτος έχει υποχρεώσεις που δεν παίρνουν αναβολή, οπότε ο υπουργός Οικονομικών πρώτα λέει το «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο» και έπειτα ξεδιπλώνει τη βεντάλια των πολύπλοκων και μακρινών οραμάτων του. Αλλιώς θα του βυθιστεί ο στόλος χαζά μέσα στο λιμάνι, πριν αποπλεύσει και δείξει την δύναμη του σε ναυμαχία.
Οι μεν (κυρίως εξ αριστερών της ΝΔ) βαράνε κυνικά διότι πιστεύουν ότι θα κερδίσουν ψηφαλάκια. Νομίζουν πως όλοι όσοι φοροδιαφεύγουν σήμερα, μόλις πληρώσουν λίγο φόρο και παράλληλα χάσουν τα επιδόματα που καρπώνονται παράνομα, θα τρέξουν στην κάλπη των αντιπολιτευόμενων κομμάτων. Οπότε μιλούν για «λαίλαπα» χωρίς να αντιπροτείνουν κάτι που (δίχως να είναι «λαίλαπα») θα καταπολεμά και την πραγματική φοροδιαφυγή. Πιπιλίζουν βέβαια το κλασικό «κάντε ελέγχους».
Πρόκειται για παλαιοκομματική και μικροπολιτική αντιμετώπιση ενός παμπάλαιου δομικού προβλήματος της ελληνικής οικονομίας, από κόμματα και στελέχη που θα έπρεπε να διαθέτουν μεγαλύτερη υπευθυνότητα. Ακόμα κι αν ένα μέρος αυτής της φοροδιαφυγής των μικρομεσαίων θεωρείται «φοροδιαφυγή επιβίωσης», η λύση δεν βρίσκεται στη διατήρησή της, καθότι όλο το πακέτο, εκτός από παλιομοδίτικο είναι και θνησιγενές.
Οι δε, απορρίπτουν τη χατζηδάκεια συνταγή αντιπροτείνοντας επαναστατικές δήθεν λύσεις, που (στα χαρτιά της φιλελεύθερης μακροοικονομίας) λύνουν ριζικά και αστραπιαία ένα άλυτο πρόβλημα δύο αιώνων. Η κριτική τους διατυπώνεται καβάλα σε μια άκρως αμφίβολη βεβαιότητα. Οτι ο πελάτης θα αλλάξει τακτική και θα υποχρεώσει τον επαγγελματία να κόβει απόδειξη, άρα να είναι νόμιμος. Ξεχνούν δυο πράγματα:
Πρώτον, κανένα κρατικό κίνητρο που θα θεσπιστεί, δεν μπορεί να έχει τέτοιο ύψος που να ισοδυναμεί με το συνολικό 24% (ΦΠΑ) των υπηρεσιών και των προϊόντων που σήμερα διακινούνται κάτω από τα ραντάρ της εφορίας.
Δεύτερον, το κράτος ξαναπροσπάθησε να δώσει κίνητρο, υπολογίζοντας εκπτωτικά το άθροισμα των αποδείξεων που δήλωνε ο καθένας στη φορολογική του δήλωση. Το μέτρο καταργήθηκε ασμένως διότι το κράτος έχασε από τις φορολογικές δηλώσεις δίχως να δει μείωση της φοροδιαφυγής. Το τελικό ταμείο βγήκε μείον.
Κανένας δεν είπε ότι η φορολογική πολιτική είναι εύκολη. Ούτε ότι το νομοσχέδιο Χατζηδάκη είναι τέλειο. Ούτε ότι δεν παίρνει βελτιώσεις. Ούτε ότι η κυβέρνηση δεν θα έχει πολιτικό κόστος από αυτό, και μάλιστα στο εντελώς δικό της ακροατήριο. Αλλά κάθε ειλικρινής απόπειρα, ολοκληρωμένη ή λειψή, να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή θα έχει κόστος. Και τι να πούμε δηλαδή, δεν θα το κάνουμε ποτέ; Ετσι θα το πάμε; Γι’ αυτό τους φέραμε με τέτοια δύναμη στην εξουσία;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News