Ο Fitch πρόβλεψε ότι η Ελλάδα θα έχει φέτος ύφεση 7,9% και ανάπτυξη 5,1% για το 2021. Στους ίδιους αριθμούς (με μικρές αποκλίσεις) κινούνται σχεδόν όλοι οι εγχώριοι και διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί. Αν κάνουμε την αφαίρεση βγαίνει ένα -2,8% στο τέλος του επόμενου χρόνου. Δεν το λες και δραματικό ως τελικό αποτέλεσμα, αν σκεφτεί κανείς τι ζημιά έχει κάνει ο κορονοϊός στην παγκόσμια οικονομία. Το μόνο πρόβλημα σε αυτές τις προβλέψεις, είναι ότι το 7,9% ύφεση είναι σίγουρο (και ενδέχεται αυξημένο) ενώ το 5,1% ανάπτυξη είναι δυνητικό. Το ευχόμαστε, το ελπίζουμε, το πιστεύουμε, σ’ έναν κόσμο στον οποίον οι ευχές αποδεικνύονται τζούφιες, οι ελπίδες φρούδες κι η πίστη ανήμπορη.
Η ύφεση επιβάλλεται. Δίνεις μια κρατική διαταγή για lockdown και σου ‘ρχεται η ύφεση στο πιάτο. Η ανάπτυξη δεν διατάσσεται η άτιμη, παρά το γεγονός ότι αυτή την στιγμή υπάρχουν δυο ισχυρότατα επενδυτικά κέντρα στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Το ένα είναι το Μέγαρο Μαξίμου (η ηγεσία του λεγόμενου επιτελικού κράτους) και το άλλο είναι το υπουργείο Ανάπτυξης του Αδωνι. Το πρώτο είναι καθαρά μητσοτακικό δημιούργημα, υποδέχεται επενδυτικές προτάσεις και τις διεκπεραιώνει αρμοδίως στις υπηρεσίες σε χρόνο dt. Το δεύτερο, νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά από συστάσεώς του που λειτουργεί φιλοαναπτυξιακά και όχι ως δολοφόνος επενδυτικών προτάσεων και σχεδίων.
Παλιότερα υπήρχαν ιδέες ανθρώπων και λεφτά για να επενδυθούν, αλλά η γραφειοκρατία, η μικρή και μεσαία διαφθορά, η κρατική αδιαφορία, το φρικτό νομικο-θεσμικό πλαίσιο και οι μόνιμες «λαϊκές» αντιδράσεις σε κάθε σχέδιο, μετέτρεπαν τις επενδυτικές προθέσεις σε επενδυτικούς εφιάλτες. Τώρα υπάρχει ένας Γεωργιάδης, ένας Γεραπετρίτης και μια ομάδα υπό τον Δημητριάδη που μόλις πάρουν χαμπάρι ότι υπάρχει επενδυτής στον ορίζοντα, βάζουν μπροστά μια μπουλντόζα, κάθονται στο τιμόνι της και του ανοίγουν δρόμο. Επιταχύνουν τις αδειοδοτήσεις, ξεπετάνε τις αναγκαίες υπογραφές, σφαλιαρίζουν διάφορες υπηρεσίες που ανακαλύπτουν εμπόδια και ελλείψεις, παραμερίζουν «συλλόγους» και «κινήσεις» κατά της επένδυσης, νομοθετούν για την εξάλειψη χρόνιων εκκρεμοτήτων και γενικώς σκίζονται για να δουν ένα ευρώ να επενδύεται.
Με βάση τα μέτρα και την οπτική της περασμένης δεκαετίας ή εικοσαετίας, η κυβερνητική υποβοήθηση κάθε ανθρώπου ή νομικού προσώπου που αποφασίζει να επενδύσει κάποια εκατομμύρια μοιάζει έως και σκανδαλώδης. Οι υπουργοί δεν κάνουν αφ υψηλού πολιτική, σηκώνουν το τηλέφωνο, φωνάζουν, βρίζουν, παρακολουθούν, καλούν υπαλλήλους, κυνηγάνε διευθυντές, μεσολαβούν στις τράπεζες, σμικρύνουν χρόνους, διαλύουν αντιρρήσεις. Το παλιό μοντέλο του «γιαβάς-γιαβάς και βλέπουμε» έχει τελειώσει. Υπήρχε μια παλιά κρατική εμπειρική στατιστική που έλεγε ότι από τους είκοσι επενδυτές που περνούσαν το κατώφλι των υπουργείων, οι δέκα έφευγαν αμέσως, οι άλλοι πέντε πάνω στον χρόνο, οι άλλοι τέσσερις έχαναν τα λεφτά τους και μόνο ένας κατάφερνε να επενδύσει. Αυτό έχει τελειώσει.
Καλά ακούγονται όλα αυτά, παρεκτός ένα ζήτημα. Τώρα που αποκτήσαμε φιλοεπενδυτική κυβέρνηση και υπουργούς που κατάλαβαν τι πρέπει να κάνουν, ξωμείναμε από επενδυτές. Ο κορονοϊός έχει κάνει τεράστια ζημιά όχι μόνο στα οικονομικά αποτελέσματα επιχειρήσεων, αλλά κυρίως μέσα στο βάθος των εγκεφάλων των επιχειρηματιών και των επενδυτών. Η πανδημία τούς έπεισε ότι ο κόσμος γύρω τους αλλάζει ραγδαία, μόνο που αδυνατούν να καταλάβουν προς τα πού πηγαίνει. Βλέπουν την πτώση της εγχώριας και της διεθνούς ζήτησης, αλλά πλέον δεν είναι διόλου σίγουροι ότι μετά από ένα ή δύο χρόνια θα επανέλθει στα φυσιολογικά της. Φοβούνται ότι ο καινούριος κόσμος που σκάει μύτη πίσω από τις κουρτίνες της πανδημίας, ενδέχεται να ζητά διαφορετικά προϊόντα και υπηρεσίες απ’ αυτά που έχουν μάθει να παράγουν και να πουλάνε.
Οπότε οι επενδυτές φοβούνται και κρατάνε τα λεφτά τους. «Περίμενε να δούμε που πάει το πράγμα» λένε. Σαν τον απλό νοικοκύρη που αντί να αγοράσει καινούργιο ψυγείο αποταμιεύει το χρήμα γιατί δεν ξέρει τι του ξημερώνει, έτσι και ο επιχειρηματίας κρατιέται. Στο γεμάτο καπνούς τοπίο που τον περικυκλώνει, καμιά επένδυση δεν του φαίνεται ασφαλής, κάθε επέκταση ή πρωτοβουλία μοιάζει παρακινδυνευμένη. Ο υπουργός βέβαια μπορεί να τον διευκολύνει αν αποφασίσει να ξεμπαζώσει το χρήμα και να το κινήσει, δεν μπορεί όμως να τον πείσει ευθύς εξ αρχής ότι πρέπει να κάνει επενδύσεις. Δεν είναι η δουλειά του αυτή άλλωστε. Και περνούν οι μήνες και θα περάσουν τα εξάμηνα μέσα στην αναμονή. Οπότε πώς διάβολο θα πετύχουμε το 5,1% ανάπτυξη του χρόνου; Για πείτε μου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News