793
| CreativeProtagon / Shutterstock

Επιστροφή στο πλήθος

|CreativeProtagon / Shutterstock

Επιστροφή στο πλήθος

Βιώνω έναν από τους μεγαλύτερους εφιάλτες μου. Βρίσκομαι μέσα σε ένα από τα ασανσέρ του σταθμού της Ράσελ Σκουέρ. Γύρω μου η εκκωφαντική πολυπολιτισμικότητα της αγγλικής πρωτεύουσας: τουρμπάνια, κοστούμια, νέας γενιάς athleisure, σακίδια πλάτης. Μόνο μάσκα, παρατηρώ, δεν φορά κανείς.

Λουφάζω ανοήτως σε μια γωνία. Δεν υπάρχει σωτηρία. Είμαστε 50 άτομα στοιβαγμένα σε έναν ανελκυστήρα (η εναλλακτική στον συγκεκριμένο σταθμό είναι 175 σκαλιά, κάτι δηλ. ισοδύναμο με 15 ορόφους). Αν δεν είναι o SARS-CoV-2 ή η ευλογιά των πιθήκων, δεν μπορεί, κάτι άλλο θα επωαστεί εδώ μέσα.

Ενα ολιγοήμερο ταξίδι αναψυχής τις τελευταίες ημέρες της Βρετανίας του Τζόνσον ήταν το δικό μου βάπτισμα του πυρός στο μεγάλο πλήθος. Το ταξίδι αυτό δεν ήταν παρά η ευόδωση ενός μικρού ονείρου που είχε εξυφανθεί παρέα με τον 14χρονο σήμερα γιό μου σε ένα απελπισμένο περίπατο σε κάποιο λοκντάουν. Tότε που όλα φάνταζαν μαύρα και άραχνα και μια βόλτα δίπλα από τον Τάμεση έγινε το δικό μας μεταπανδημικό Κάμελοτ.

Δεν είχα βεβαίως προνοήσει για τη δική μου ψυχική ετοιμότητα σε μια από τις πλέον πολυάνθρωπες μητροπόλεις της Ευρώπης. Οσο και να έχουν «ανοίξει» τα πράγματα στην Ελλάδα, εδώ θα βιώσω, πώς να το κάνουμε, μια «αισθητήρια υπερφόρτωση»- έτσι δεν είχε περιγράψει την επιστροφή στην Γη μετά από 328 ημέρες στο Διάστημα η αστροναύτης Κριστίνα Κοχ;

Το ίδιο το λονδρέζικο μετρό θα είναι η πρώτη επώδυνη τελετή μύησης (μετά φυσικά από το αεροδρόμιο και το αεροπλάνο-στο γκισέ της Aegean o υπάλληλος με προειδοποιεί ότι «ακόμα και οι παλιοί συνάδελφοι λένε ότι δεν έχουν ξαναδεί τέτοια πλήθη να ταξιδεύουν»).
Μαζί με εμάς μόνο κανά δυο τουρίστες ασιατικής καταγωγής και μία ηλικιωμένη Λονδρέζα με μπαστούνι φορούν μάσκα μέσα στο Τube. Θυμάμαι δύο φίλους που είχαν ταξιδέψει πρόσφατα σε άλλες πόλεις του εξωτερικού– Βουδαπέστη, νομίζω, και Μόναχο. Μου περιέγραφαν την ίδια ακριβώς αίσθηση. Νιώθεις ο μοναδικός υποχόνδριος σε μια ολόκληρη πόλη.

Μέσα στο βαγόνι διαβάζω δύο κοινωνικά μηνύματα που στην Ελλάδα θα προκαλούσαν πικετοφορίες. Το σεξουαλικά υπαινικτικό «κάρφωμα» με τα μάτια («staring») «δεν θα γίνεται ανεκτό», το ίδιο και το «άγγιγμα» («touching»). Κάποιος μου δίνει μια ελαφριά αγκωνιά καθώς ανοίγει δρόμο μέσα στο πλήθος για να βγει εγκαίρως στον επόμενο σταθμό και σχεδόν αναπολώ την παγκόσμια «κρίση αγγίγματος».

Στo Mουσείο της Μαντάμ Τισό – θυμίζω ότι ακολουθώ πιστά το πρόγραμμα ενός νεοβάπτιστου στο εξωτερικό εφήβου – γλυτώνεις, χάρη στα ψηφιακά εισιτήρια, τις παλιές ουρές στην Μπέικερ Στριτ. Ομως δεν γλυτώνεις το ανελέητο στριμωξίδι μέσα.

Κανένας από τους εκατοντάδες τουρίστες δεν κρατάει αποστάσεις. Ακόμα και εγώ αφαιρώ τη μάσκα δίπλα σε κάποια ζηλευτά, instagrammable εκθέματα. Ο Τομ Χάρντι στον καναπέ έχει και καρδιά που χτυπάει, στο βασιλικό μπαλκόνι απόκοσμα μόνος του ο μακαρίτης ο Φίλιππος– όλοι οι επισκέπτες του μουσείου έχουν πέσει με τα μούτρα στην υπόλοιπη βασιλική οικογένεια ακριβώς απέναντι–, ο Τομ Κρουζ κάτω από μια ομπρέλα.

Ο γιός μου απορεί όταν πιάνω αγκαζέ τον κέρινο Μπόρις Τζόνσον που δεν τον πλησιάζει άνθρωπος. «Τράβα με μια φωτογραφία», επιμένω, «ξέρω τι σου λέω». Είναι Πέμπτη 30 Ιουνίου, ακριβώς μια εβδομάδα πριν τη μισοπαραίτηση.

Χαζεύω τις παραταγμένες ριγέ σεζ λονγκ στο γρασίδι. Τα πάρκα είναι ομολογουμένως μία ανάσα. Δεν μπορώ να πω το ίδιο για το σαββατιάτικο μελισσολόι της Οξφορντ Στριτ και της αγοράς του Πορτομπέλο Ρόουντ. Είναι ζωογόνο να αναμιγνύεσαι με τα πολύχρωμα σμήνη του Pride αλλά κάποια στιγμή ασφυκτιάς– καλά να πάθω εγώ που γκρίνιαζα για τον συνωστισμό χωρίς μάσκες στην Ερμού.

Ο Θεός να με συγχωρέσει αλλά χαίρομαι που δεν έχουν μείνει φτηνά εισιτήρια για τη συναυλία της Αντέλ μεθαύριο στο Χάιντ Παρκ. Εχω τύψεις για τον μικρό, αλλά 65.000 κόσμος δεν είναι–ακόμα– για μένα. Παρηγορούμαι με ένα SMS που μου στέλνει ένας φίλος. Θέλει να δει τον Ιγκι Ποπ στο Release Athens αλλά δεν πρόκειται να πάει, φοβάται τον κόσμο.

Στον Ζωολογικό Κήπο του Λονδίνου, η πιο όμορφη στιγμή είναι όταν βρισκόμαστε με τον γιό μου μόνοι μπροστά σε ένα οκάπι. Ούτε που γνώριζα την ύπαρξή αυτού του μεγαλειώδους πλάσματος της Αφρικής–ανακαλύφθηκε από τους Δυτικούς το 1901–με πόδια ζέβρας, σώμα αλόγου και κεφάλι καμηλοπάρδαλης. Το κοιτάζουμε που μασουλάει, ήσυχο και μεγαλοπρεπές. Τη μαγεία σπάει ένα πολυπληθές μπουλούκι λατινοαμερικανών τουριστών.

Είναι στη διάρκεια του «Tina Turner- The Musical» στο θέατρο Ολντουιτς του Γουέστ Εντ που θα ενδώσω αισίως, μετά από δυόμιση χρόνια ψυχικού εγκλεισμού, στη μέθεξη του πλήθους.

Το ταλέντο και η γενναιοδωρία της Αΐσα Τζουγάντο πάνω στη σκηνή –βάζει κάτω δέκα Τίνα Τέρνερ– σα να ξεσηκώνει μέσα μου μια ξεχασμένη λαχτάρα για ζωή. Ανατριχιάζω. Μου έρχονται σχεδόν δάκρυα στα μάτια. Στο φινάλε, ολόκληρο το θέατρο, όρθιο και αφίμωτο, τραγουδάει και χορεύει σε κατάσταση ένθεου ενθουσιασμού.

«Ο σοφός ταξιδευτής ταξιδεύει μόνο με τη φαντασία» γράφει ο Σόμερσετ Μομ στη «Χονολουλού». Κοιτάζω στο κινητό μου τις φωτογραφίες από αυτό τον διόλου συνετό περίπατό μου στην ανθρωποθάλασσα του Λονδίνου των τελευταίων ημερών του Μπόρις Τζόνσον. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ μου δεν έχω ευχαριστηθεί τόσο πολύ τις ουρές, τα ξένα χνώτα, την γλυκιά πολιορκία του πλήθους.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...