Στη ΝΔ είναι ενθουσιασμένοι με το εμπάργκο που έκαναν στην ΕΡΤ. Ετυχε να το διαπιστώσουμε την ώρα που ανακοινωνόταν, ιδίοις όμμασι και ιδίοις ωσί, από τα πλέον αρμόδια (πιο αρμόδια δεν γίνεται…) χείλη. Θεωρούν ότι έτσι προσθέτουν πόντους στη μάχη της προπαγάνδας, που οδηγεί προς την εξουσία. Και δεν έχουν κανένα λόγο να λαμβάνουν υπόψη τους κάποιες –περιθωριακές έτσι κι αλλιώς– ενστάσεις ότι τα εμπάργκο και η προληπτική λογοκρισία στα ΜΜΕ μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις τύπου Τραμπ, Πούτιν, Ορμπαν και τα παρόμοια.
Από την σκοπιά τους έχουν (σχεδόν) απόλυτο δίκιο. Για δύο λόγους. Πρώτον, διότι το μεγάλο κομματικό κοινό δεν έχει τέτοιες ευαισθησίες και ενθουσιάζεται με τις «σκληρές» αποφάσεις που κατατροπώνουν τον μιντιακό «αντίπαλο», εν προκειμένω την ΕΡΤ, που ελέγχεται από τον αντίπαλο στην διεκδίκηση της εξουσίας (ΣΥΡΙΖΑ). Δεύτερο- και σημαντικότερο- διότι βαδίζουν πάνω σε σίγουρα βήματα, τα οποία χρησιμοποίησε επιτυχώς και ο ΣΥΡΙΖΑ. Όταν ήταν στην αντιπολίτευση, στοχοποιούσε κάθε εχθρική ή ενοχλητική φωνή στα ΜΜΕ, έκανε εμπάργκο στο Μέγκα- την ναυαρχίδα της αντιΣΥΡΙΖΑ προπαγάνδα- και δεν έχασε τίποτα. Θριάμβευσε σε τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις.
Γιατί, λοιπόν, να το αλλάξει σήμερα η ΝΔ; Δεν έχει κανένα λόγο. Κυριαρχεί στα ιδιωτικά ΜΜΕ, στοχοποιεί την ΕΡΤ(δεν υπάρχει ευκολότερος στόχος για κάθε αντιπολίτευση), ενθουσιάζεται το μεγάλο κομματικό κοινό και όλα πάνε πρίμα.
Oλα, εκτός από κάποιες θεμελιώδεις αρχές. Μια από αυτές είναι και επικοινωνιακή. Και λέει ότι ένας πρωθυπουργός, ένας υπουργός, ένα κόμμα, ένας αρχηγός, ένας εκπρόσωπός του μπορούν να περάσουν καλύτερα την προπαγάνδα τους μέσα από ένα «εχθρικό» μέσο ενημέρωσης. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ περνούσε μια χαρά την αντιμνημονιακή προπαγάνδα του μέσα από το Mega πριν του κάνει εμπάργκο. Αντίστοιχα, σήμερα οι της ΝΔ μια χαρά μπορούν να περάσουν τη δική τους μέσα από την κυβερνητική (ΣΥΡΙΖΑϊκή) ΕΡΤ. Για παράδειγμα, ποιος θα ήταν ο αντίκτυπος αν ένας εκπρόσωπος της ΝΔ έβγαινε στην επίμαχη εκπομπή «Δεύτερη Ματιά» ( την οποία, περιέργως, όλοι λοιδορούν και απαξιώνουν, αλλά διαπιστώνω ότι την παρακολουθούν επισταμένως…) και απαντούσε, με συντριπτικά επιχειρήματα, στο «επιχείρημα» ενός δημοσιογράφου ότι ο λόγος Μητσοτάκη του θύμισε κάποιον… θεωρητικό του φασισμού της δεκαετίας του ’30; Ομως, αυτό θέλει άλλη αντίληψη και, κυρίως, κάποια προσπάθεια, ενώ το εμπάργκο είναι «ηρωϊκή» απάντηση και αποδοτική μέθοδος.
Και τώρα τρία γενικότερα συμπεράσματα:
1. Η ΕΡΤ είναι κρατικό μαγαζί και ως τέτοιο (θα) ελέγχεται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες. Κάθε κυβέρνηση κάνει και ακρότητες. Διαχρονικά, από την δεκαετία του ’70, που θυμάμαι εγώ, έτσι συμβαίνει. Λύση δεν υπάρχει. Μόνο αν μια ευρεία πλειοψηφία ψηφίσει ένα νόμο που θα αφήνει στο μαγαζί απόλυτη αυτονομία και ανεξαρτησία στη βάση ενός κοινά αποδεκτού πλαισίου αρχών. Αδύνατον. Η ανάγκη ελέγχου της προπαγάνδας δεν το επιτρέπει.
2. Ο ισχυρισμός ότι στην κρατική ΕΡΤ δεν επιτρέπεται να γίνονται σχόλια γιατί την πληρώνουμε όλοι, ενώ στα ιδιωτικά κανάλια επιτρέπονται τα πάντα γιατί πληρώνει ο ιδιοκτήτης είναι επιεικώς απαράδεκτος. Διότι δικαιολογεί την ασυδοσία των ιδιωτικών ΜΜΕ και, ως αντίδραση, δικαιολογεί και την «άμυνα» των κυβερνήσεων μέσω των κρατικών. Αν οι ιδιώτες λένε ό,τι θέλουν και η ΕΡΤ είναι μόνο για τις κομματικές ανακοινώσεις (να τις μεταδίδει κατά τη σειρά της κοινοβουλευτικής δύναμης και όλοι να είναι ικανοποιημένοι…) δεν έχει λόγο ύπαρξης. Στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη τα δημόσια κανάλια είναι τα πιο ισχυρά και πιο αξιόπιστα (Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία).
3. Ο δημόσιος λόγος είναι απολύτως ελεύθερος, υπό μια απαράβατη προϋπόθεση: ότι δεν παραβιάζει τον ποινικό νόμο. Γι’ αυτό και το Σύνταγμα λέει ότι η προληπτική λογοκρισία απαγορεύεται. Γι’ αυτό και κάποιος μπορεί να λέει και να γράφει ότι ο Μητσοτάκης του θυμίζει έναν θεωρητικό του ιταλικού φασισμού και κάποιος άλλος ότι ο Τσίπρας είναι σταλινοφασίστας και (ο ευρωπαίος) Μαδούρο. Αν δεν μπορεί να το πει υπό το φόβο του εμπάργκο, δεν έχουμε ελευθερία στην έκφραση. Αυτός που ακούει και διαβάζει μπορεί να καταλάβει. Και έχει το δικαίωμα της επιλογής. Δεν βλέπει την ΕΡΤ αλλά τον ΣΚΑΪ και αντιστρόφως (συμβολικά τα παραδείγματα ως σηματοδοτούντα την κυβερνητική ή αντιπολιτευτική προπαγάνδα).
Αυτός είναι ένας τρόπος αντιμετώπισης της μιας ή της άλλης προπαγανδιστικής καταιγίδας: ακούμε και διαβάζουμε μόνο όσα μας αρέσουν. Είναι η τέλεια συνταγή για ένα πειθαρχημένο και ελεγχόμενο κοινωνικό σώμα. Αυτό βολεύει τις κυβερνήσεις και τα κόμματα. Δεν (πρέπει να) βολεύει τους πολίτες, τουλάχιστον όσους έχουν μεγαλύτερες αξιώσεις και δεν εμπιστεύονται άκριτα όσους τους λένε μόνο όσα τους αρέσουν.
Ο πολίτης, που θέλει να ακούει και να διαβάζει πολλά, για να μη γίνεται έρμαιο της προπαγάνδας, πρέπει να μην βγάζει ποτέ από το νου του αυτό που είχε γράψει ο Τζορτζ Οργουελ: «Η προπαγάνδα είναι ψέματα ακόμα κι αν λέει την αλήθεια». Ομως, για τους πολιτικούς ισχύει αυτή η ρήση του βρετανού πολιτικού Ινοχ Πάουελ: «Οι πολιτικοί που ενοχλούνται από τα μέσα ενημέρωσης είναι σαν τους ναυτικούς που τους πειράζει η θάλασσα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News