Ελλάδα – Τουρκία: Ξαφνικά νέες ισορροπίες
Ελλάδα – Τουρκία: Ξαφνικά νέες ισορροπίες
Οι καινοφανείς συνθήκες που διαμορφώνονται τους τελευταίους μήνες στο διεθνές σύστημα ασφαλείας και δη η ανάγκη επιτάχυνσης της διαδικασίας που θα οδηγήσει στην ευρωπαϊκή αμυντική αυτονομία επηρεάζουν και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η Αγκυρα, καθώς διεκδικεί ευθέως ειδικό ρόλο, τόσο στον μηχανισμό στρατιωτικών εγγυήσεων της Ουκρανίας μετά το τέλος του πολέμου, όσο και στην υλοποίηση του εξοπλιστικού εγχειρήματος της Ευρώπης, επιχειρεί να εμφανιστεί διαλλακτικότερη στα ανοικτά ζητήματα έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, χωρίς όμως τίποτα να προμηνύει ουσιαστικές αλλαγές στις πάγιες αναθεωρητικές θέσεις της.
Την ίδια η ώρα η Αθήνα πρέπει να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί: αφενός μην επιτρέποντας στην Τουρκία να επιβάλει τους δικούς της όρους στον σχεδιασμό της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφαλείας, αφετέρου διατηρώντας ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας με τον Ταγίπ Ερντογάν αλλά και υπερασπιζόμενη παραλλήλως τα κυριαρχικά δικαιώματά της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Παρέμεινε «ζωντανό» το Κυπριακό με τις ευλογίες του Φιντάν
«Αν η Τουρκία και ειδικά οι Τουρκοκύπριοι ήθελαν, θα είχαν οδηγήσει σε “ναυάγιο” την πενταμερή στη Γενεύη», λέει στο Protagon ανώτερη διπλωματική πηγή που παρακολούθησε εκ του σύνεγγυς τη διάσκεψη. Πράγματι, δεν ήταν πολλοί αυτοί που περίμεναν ότι το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών θα κατέληγε να ανακοινώσει ότι οι κ. Χριστοδουλίδης και Τατάρ συνυπέγραψαν μια σειρά από συμφωνηθέντα προς υλοποίηση, στη λογική των Μέτρων Οικοδόμησης. Κατέληξαν, επίσης, στον διορισμό ειδικού απεσταλμένου, στην τήρηση συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, αλλά και στη σύγκληση νέας πενταμερούς, στο τέλος Ιουλίου, όπου και θα εξεταστεί η έως τότε πρόοδος.
Το γεγονός, δε, ότι μετά την ολοκλήρωση του δείπνου, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε έκτακτη διμερή συνάντηση με τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη, υποδεικνύει αφενός ότι ο Χακάν Φιντάν ελέγχει τη διαδικασία, σχεδόν αγνοώντας τον τουρκοκύπριο ηγέτη, αφετέρου ότι τους τελευταίους μήνες η Αγκυρα αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο την Κυπριακή Δημοκρατία, την οποία, σημειωτέον, δεν αναγνωρίζει επισήμως ως κρατική οντότητα. Αυτήν ακριβώς την ατμόσφαιρα περιέγραφαν στελέχη από το περιβάλλον του κ. Χριστοδουλίδη, αμέσως μετά το τέλος της πενταμερούς, σε αντίστιξη μάλιστα με όσα συνέβαιναν τα τελευταία χρόνια και ειδικά μετά το αδιέξοδο του Κραν Μοντανά το 2017.
Ουδείς, φυσικά, σε Αθήνα και Λευκωσία περιμένει ότι η Αγκυρα θα αποσύρει από το τραπέζι τη διχοτομική θέση περί αναγνώρισης κυριαρχικής ισότητας του ψευδοκράτους, αλλά δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι ο κ. Φιντάν επέλεξε, τουλάχιστον προς το παρόν, να κινηθεί εποικοδομητικά, διατηρώντας «ζωντανό» το Κυπριακό. Καθώς ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας έδωσε ιδιαίτερη βάση κατά τη διάρκεια του διημέρου στην επιστολή που απέστειλαν στον κ. Γκουτέρες η επικεφαλής της Κομισιόν Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα εκφράζοντας τη ρητή στήριξη στη λύση του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, δηλαδή στο πλαίσιο της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, γίνεται αντιληπτό ότι το ζήτημα βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο των ευρωτουρκικών σχέσεων, εξ ου και η Τουρκία δεν επιθυμεί να πυροδοτήσει εκεί μια νέα εστία έντασης.
Οσο το Κυπριακό μένει ψηλά στην ατζέντα των Βρυξελλών και όσο παραμένει ανοικτή η διαδικασία του διαλόγου, τόσο η Aγκυρα θα δυσκολεύεται να σκεφτεί επιβολή νέων τετελεσμένων στο νησί, όπως συνέβη το 2021 στα Βαρώσια και το 2023 στην Πύλα. Oπως, βέβαια, σημειώνει στο Protagon έμπειρος παρατηρητής με γνώση τού τρόπου σκέψης των τούρκων διπλωματών, «όλα αυτά μπορεί να μη σημαίνουν τίποτα. Μπορεί απλώς να πιστεύουν ότι στο τέλος αυτού του εγχειρήματος προσέγγισης των δύο κοινοτήτων θα επιβάλουν τη λύση των δύο κρατών στην Κύπρο, απλώς με πιο ήπιο τρόπο και αφού θα έχει αποδειχθεί για ακόμα μία φορά ότι πρόοδος επί της ουσίας δεν μπορεί να υπάρξει».
Ξανά στο πρόγραμμα το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας – εμπόδιο η ηλεκτρική διασύνδεση
Εως τη συνάντηση των κ. Γεραπετρίτη και Φιντάν στο περιθώριο της πενταμερούς στη Γενεύη, ήταν φανερό ότι ο ελληνοτουρκικός διάλογος είχε ατονήσει, κυρίως λόγω των ραγδαίων διπλωματικών εξελίξεων μετά την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και επειδή μια σειρά από ζητήματα, με κορυφαίο την ευθεία παρέμβαση της Αγκυρας στο έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, προκάλεσαν ψυχρότητα και στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ολο αυτό το διάστημα, ουδείς από τους τρεις πυλώνες των διαβουλεύσεων λειτουργούσε, καθώς δεν υπήρχαν προγραμματισμένες συναντήσεις είτε για τη «θετική» ατζέντα είτε για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, πολλώ δε μάλλον για τον πολιτικό διάλογο. Οσο δε αφορά το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, το οποίο ήταν αρχικά προγραμματισμένο να διεξαχθεί στις αρχές του 2025, υπήρξε δυστοκία, με τις δύο πρωτεύουσες να μην επιδεικνύουν διάθεση εύρεσης ημερομηνίας νέας συνεδρίασης.
Οι δύο υπουργοί Εξωτερικών δεν επιβεβαίωσαν μεν στη Γενεύη τις διαρροές που καταγράφηκαν στον ελληνικό Τύπο περί συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Αγκυρα στις 8 Απριλίου, όμως διπλωματικές πηγές από την Αθήνα ανέφεραν ότι οι κ. Γεραπετρίτης και Φιντάν θα έχουν νέο τετ α τετ στην ερχόμενη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, στις 3-4 Απριλίου στις Βρυξέλλες, ενώ το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας προγραμματίζεται να διεξαχθεί εντός του Απριλίου. Εφόσον τα πράγματα κυλήσουν έτσι, Ελλάδα και Τουρκία θα αναπαραγάγουν την εικόνα καταλλαγής των τελευταίων μηνών, εμφανιζόμενη η κάθε μία για τους δικούς της λόγους με διάθεση συνεργασίας σε μια περιοχή και κυρίως σε μια εποχή έντονης αστάθειας.
«Αν η Τουρκία θέλει να “διαφημίσει” στη Δύση κάποιες καλές σχέσεις, αυτές δεν είναι με την Κύπρο, αυτές είναι με την Ελλάδα», υποστηρίζει ανώτερο στέλεχος που παρακολουθεί εξαρχής την πορεία της ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Το ερώτημα βέβαια είναι τι συμβαίνει όταν προκύπτουν ζητήματα που φέρνουν ξανά στην επιφάνεια τις βαθιές ελληνοτουρκικές διαφορές στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όπως συνέβη στο περιστατικό της Κάσου πέρσι το καλοκαίρι, αλλά και πριν από λίγες εβδομάδες στα ανοικτά της Κρήτης, όπου η εντύπωση που αποκόμισε η ελληνική κοινή γνώμη είναι ότι η Αθήνα υποχώρησε και επέτρεψε στην Αγκυρα να επιβάλει διά της ισχύος την αναστολή των εργασιών για το καλώδιο, αποδεχόμενη τον τουρκικό επεκτατισμό στην Ανατολική Μεσόγειο και την έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της στο Αιγαίο. Και αυτά μάλιστα για ένα έργο (έρευνα και πόντιση καλωδίων) που δεν εμπίπτει στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου περί υφαλοκρηπίδας.
Και στη συγκεκριμένη περίπτωση ανώτερες διπλωματικές πηγές προτάσσουν την ευρωπαϊκή διάσταση των πραγμάτων. «Δεν είναι δυνατόν η Τουρκία να έχει στα ενεργειακά αυτή την αντιμετώπιση. Αν παρεμποδίζει τα έργα που έχουν ευρωπαϊκή διάσταση, τότε το πρόβλημα θα το έχει η ίδια, ειδικά τώρα που θέλει να έχει φιλοευρωπαϊκή διάθεση». Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν ότι το έργο θα συνεχιστεί κανονικά, εντός του Απριλίου, ανεξαρτήτως του αν θα έχει πραγματοποιηθεί ή όχι το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας. Χρειάζεται πάντως μια υπενθύμιση ότι ο Ταγίπ Ερντογάν επαναλαμβάνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα ότι κανένα ενεργειακό εγχείρημα δεν πρόκειται να προχωρήσει στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς τη συμμετοχή ή την έγκριση της Τουρκίας. Μοιάζει ωστόσο αρκετά δύσκολο να αποστεί η Αγκυρα από τις πάγιες θέσεις της, όπως για παράδειγμα ότι η Ελλάδα δεν έχει κανένα δικαίωμα πέρα από τα 6 ναυτικά μίλια των νησιών της, ώστε να καλλωπίσει την εικόνα της στους Ευρωπαίους.
Λεπτές ισορροπίες στην ευρωπαϊκή αμυντική αυτονομία
Η Τουρκία είναι σε θέση να προσφέρει στους Ευρωπαίους, είτε εν συνόλω είτε στις επιμέρους ομαδοποιήσεις που δημιουργούνται, όλα όσα χρειάζονται τόσο για την Ουκρανία, όσο και για την ευρωπαϊκή άμυνα: όπλα, στρατό και διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκομένων. Το γεγονός αυτό προβληματίζει την Αθήνα, χωρίς φυσικά να μπαίνει κανείς σε μια άτοπη διαδικασία σύγκρισης. Αυτό που επιδιώκει η ελληνική κυβέρνηση, όπως αποτυπώθηκε και στα κείμενα της πολυαναμενόμενης Λευκής Βίβλου της Κομισιόν για τη στρατηγική αυτονόμηση της Ευρώπης, είναι να μη δημιουργηθεί –τουλάχιστον σε πρώτο βαθμό– η αίσθηση ότι η Τουρκία θα είναι μεταξύ των δύο-τριών χωρών από τις οποίες θα πραγματοποιηθούν οι προμήθειες ύψους 150 δισ. ευρώ για τους εξοπλισμούς των εθνικών στρατών των κρατών-μελών της Ενωσης.
Μπορεί μεν στο άρθρο 17 της Λευκής Βίβλου να διατυπώνεται η ανάγκη δέσμευσης της Τουρκίας να «προχωρήσει σε μια πορεία συνεργασίας σε όλα τα σημαντικά ζητήματα στην ΕΕ, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου 2024», στοιχεία που καλύπτουν σε γενικές γραμμές την Αθήνα καθώς συμπεριλαμβάνονται η παραίνεση για επίλυση του Κυπριακού και επίτευξη σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, ωστόσο στο τμήμα που αφορά την πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά, αυτό που απαιτείται για την Αγκυρα είναι η υπογραφή συμφωνίας εταιρικής σχέσης στους τομείς της Αμυνας και της Ασφάλειας με τις Βρυξέλλες. Κάτι τέτοιο δεν είναι διόλου απίθανο, αλλά από την πλευρά της Αθήνας εκλαμβάνεται και ως ευκαιρία για να καταγραφούν σε επίσημα ευρωπαϊκά κείμενα ρητές δεσμεύσεις της Τουρκίας όσον αφορά τις υποχρεώσεις της έναντι των κρατών-μελών.
Ολα τα παραπάνω οδηγούν τους ιθύνοντες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στη σκέψη ότι όσο εξελίσσεται η διαδικασία της ευρωπαϊκής αυτονόμησης και όσο η Τουρκία διεκδικεί ειδικό ρόλο στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας, τόσο θα συνεχίζεται με εποικοδομητικό τρόπο ο ελληνοτουρκικός διάλογος. Σύμφωνα, δε, με μια παλαιά άποψη που κυριαρχεί στους ακαδημαϊκούς κύκλους και σε σημαντική μερίδα της πολιτικής τάξης, η Ελλάδα ωφελείται όταν οι σχέσεις της Τουρκία με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι καλές, πολύ περισσότερο δε όταν είναι συνεργατικές. Τα γεγονότα βέβαια δεν είναι γραμμικά και διά των τελευταίων εξελίξεων με τη σύλληψη και προφυλάκιση του Ιμάμογλου αποδεικνύεται ότι ουδείς μπορεί να είναι βέβαιος για την πορεία της Τουρκίας εντός ή εκτός του δυτικού πλαισίου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Ελλάδα – Τουρκία: Ξαφνικά νέες ισορροπίες
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.