724
Τι θα χρειαζόταν ώστε η συμμαχία Μελανσόν και Σοσιαλιστών να μεταφραστεί στα ελληνικά δεδομένα, με πρωταγωνιστές τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ; | CreativeProtagon/INTIME NEWS/Reuters

Ελα όμως που ο Τσίπρας δεν είναι Μελανσόν…

Τι θα χρειαζόταν ώστε η συμμαχία Μελανσόν και Σοσιαλιστών να μεταφραστεί στα ελληνικά δεδομένα, με πρωταγωνιστές τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ;
|CreativeProtagon/INTIME NEWS/Reuters

Ελα όμως που ο Τσίπρας δεν είναι Μελανσόν…

Εχει πλάκα: μπορεί πολλά από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης να επανέρχονται τα τελευταία χρόνια σε θέσεις ευθύνης, όμως στην Ελλάδα κοιτάμε τη Γαλλία. Και τα πράγματα για τους εκεί Σοσιαλιστές δεν πήγαν καλά. Η συνεργασία τους με τον Ζαν-Λικ Μελανσόν προκάλεσε αντιδράσεις, όμως στην πραγματικότητα έμοιαζε μονόδρομος για ένα κόμμα που δεν κατάφερε ποτέ να επανακάμψει από τα χρόνια της κρίσης. Μια εκτίμηση, με την οποία συμφωνεί και ο Ανδρέας Λοβέρδος με ανάρτηση στο Twitter, λέει ότι με αυτή την κίνηση οι Σοσιαλιστές υπέγραψαν μόνοι τους την καταδίκη τους. Σύμφωνα με άλλη εκτίμηση, η καταδίκη τους έχει υπογραφεί και επικυρωθεί από συμβολαιογράφο ήδη από την πρώτη νίκη του Εμανουέλ Μακρόν προ πενταετίας–και ίσως εκεί, στην ενωμένη Αριστερά, βρουν, έστω ανορθόδοξα, τον δρόμο της επιστροφής.

Μπορεί η συμμαχία της Γαλλίας να βγάλει συμπεράσματα για τα πράγματα στην Ελλάδα; Θα ήταν, όντως, σαν να συγκρίναμε αχλάδια με καρπούζια: εκεί, η άνοδος του Μελανσόν ήρθε σχεδόν από το πουθενά και θεωρείται –σωστά ή λάθος, θα δείξει μόνο ο χρόνος– ανάχωμα στην ενίσχυση της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, που είναι πια βασικός πόλος στο γαλλικό πολιτικό σύστημα. Οχι ότι ο Μελανσόν είναι κάποιος σπουδαίος και διορατικός πολιτικός, όμως όπως άλλοι λαϊκιστές, πριν από αυτόν, έπιασε τον χτύπο μιας κοινωνίας μπουχτισμένης, κατευθύνοντας τον θυμό της. Στην Ελλάδα δεν έχουμε Μελανσόν –και ο Αλέξης Τσίπρας, το πιο κοντινό παράδειγμα, δεν δείχνει να έχει αναπτύξει την ίδια δυναμική που τον έφτιαξε πριν από δέκα χρόνια. Και οι εδώ σοσιαλδημοκράτες στο ΠΑΣΟΚ, που για πρώτη φορά την τελευταία δεκαετία καταγράφει συστηματικά διψήφια ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, δεν βρίσκονται σε τροχιά καθόδου, μάλλον το αντίθετο.

Στην Ελλάδα οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Και με τα μέχρι τώρα δεδομένα, μόνο ως υπόθεση εργασίας μπορεί κανείς να δει πιθανότητα παρόμοιας συνεργασίας. Υπόθεση που θα προϋπέθετε οι ιστορίες του παρελθόντος να μείνουν στο παρελθόν. Πριν από λίγες ημέρες είχαμε την επέτειο της Μarfin και το Διαδίκτυο κατακλύστηκε από μαρτυρίες σημαντικών προσώπων των τελευταίων κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, που αναλογίζονταν όλα όσα συνέβησαν –τα κυνήγια και τις κρεμάλες, ακόμα και τη μυρωδιά καμένου που κατέκλυζε την Αθήνα εκείνες τις μέρες. Αυτά τα τραύματα, τα τόσο αμελητέα στη ρεαλπολιτίκ, που κοιτάει ποσοστά και υπουργικά μοιράσματα, στην πραγματικότητα δεν σβήνουν εύκολα. Εχουν εγγραφεί στο πασοκικό DNA και έγιναν κομμάτι της προσπάθειας αναγέννησης του κόμματος από τις στάχτες του. Με τη διαρκή υπενθύμιση ότι στην πιο κρίσιμη στιγμή της προηγούμενης δεκαετίας, όταν ο Αλέξης Τσίπρας κλήθηκε να διαλέξει συνεργάτη, επέλεξε τον Πάνο Καμμένο.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης επιμένει δικαίως να μιλάει για τον λαϊκισμό των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για να αναδείξει τις «αξιακές διαφορές» των δύο πολιτικών δυνάμεων. Επικρίνει τον καταγγελτικό λόγο της Κουμουνδούρου απέναντι στην κυβέρνηση, στον οποίο δεν υπάρχει τεκμηριωμένη εναλλακτική. Βάζει στο επίκεντρο της κριτικής του τις Πολακικές μεθόδους, γνωρίζοντας πως αν κάτι ενώνει τους πασόκους, είναι οι επιθέσεις τέτοιου είδους, γιατί ξυπνούν μνήμες από τις εποχές που αποδέκτες τους ήταν οι ίδιοι. Αυτή τη ζημιά και τη ρήξη στην εμπιστοσύνη ανάμεσα σε δύο πολιτικούς χώρους που με ευρωπαϊκούς όρους μπορούν να χαρακτηριστούν όμοροι, ο Τσίπρας προσπαθεί να τη διορθώσει: ως αφήγημα, περνάει την ενηλικίωση (δηλαδή τη συστηματοποίηση) του ΣΥΡΙΖΑ μέσα από προσκλήσεις συνεργασίας με ένα κόμμα του οποίου τους ψηφοφόρους προσέλκυσε στο παρελθόν και συνεχίζει να προσπαθεί να κερδίσει, σε ένα περίεργο παιχνίδι γάτας και ποντικιού. Οι τρικλοποδιές, όμως, έρχονται και από τους δικούς του.

Σε αυτό το υποθετικό σενάριο, ωστόσο, τι θα χρειαζόταν ώστε η συμμαχία Μελανσόν και Σοσιαλιστών να μεταφραστεί στα ελληνικά δεδομένα, με πρωταγωνιστές τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ; Μόνο αν κάποιος στα δύο κόμματα κοιτάξει όχι στο πριν, αλλά στο μετά. Πράγμα από μόνο του δύσκολο, ακόμα και χωρίς τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν ανάμεσά τους. Αν το μέλλον κριθεί πιο σημαντικό από το παρελθόν, αν η πιθανότητα δεν θεωρηθεί δημοσκοπικά ως στοιχηματικό αουτσάιντερ (όπως συμβαίνει σήμερα) και αν η ζημιά μιας συνεργασίας εκτιμηθεί ως μικρότερη από την απόρριψή της, τότε ποιος ξέρει; Και το «ποιος ξέρει» απέχει πολύ από το «ναι», τουλάχιστον τόσο όσο μια εκλογική αναμέτρηση που θα μας δώσει τα δεδομένα με τα οποία θα μιλήσουμε στις διερευνητικές.

Στα πολλά «αν» υπάρχει και μια βασική προϋπόθεση: η πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να εγκαταλείψει τις μεθόδους που αξιοποίησε την πρώτη φορά που ανέβηκε στην εξουσία να είναι ειλικρινής και όχι ευκαιριακή. Και να προκύπτει επειδή στην Κουμουνδούρου (με το καλό ή με το άγριο) αφουγκράστηκαν την ανάγκη του ευρύτερου προοδευτικού χώρου για σοβαρότητα απέναντι στις απανωτές κρίσεις που καλούμαστε να διαχειριστούμε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...