Η επίθεση στον ραδιοφωνικό σταθμό Real, όπου κινδύνεψε μια γυναίκα μέσα στους καπνούς (και ξύπνησε μνήμες Marfin), έρχεται σε συνέχεια δύο επιθέσεων με γκαζάκια, στην είσοδο των σπιτιών του δημοσιογράφου Αρη Πορτοσάλτε και του βουλευτή της ΝΔ Μπάμπη Παπαδημητρίου.
Αυτή τη φορά κινδύνευσε ανθρώπινη ζωή. Η Πυροσβεστική ευτυχώς κινήθηκε γρήγορα και απεγκλώβισε από το φλεγόμενο κτίριο την ηχολήπτρια βάρδιας. Η ενέργεια καταδικάστηκε από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων. Και μετά άρχισε η καθιερωμένη ανταλλαγή «βολών» κυβέρνησης – αντιπολίτευσης.
Ο Μητσοτάκης εξέφρασε την οργή του για την άνανδρη επίθεση και είπε στη Βουλή ότι «η Πολιτεία θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να εντοπίσει τους δράστες και να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη. Η ελευθερία του Τύπου στην πατρίδα μας ούτε φιμώνεται, ούτε περιορίζεται από τέτοιες τρομοκρατικές ενέργειες».
Ο Τσίπρας, αφού καταδίκασε την επίθεση, έπιασε το γνωστό αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ ότι στην Ελλάδα λίγο πολύ στραγγαλίζεται η ελευθερία του Τύπου. «Ακόμη μια επίθεση στην ελευθερία του Τύπου και της ενημέρωσης» ανέφερε, παρότι στη χώρα μας κυκλοφορούν καθημερινά εφημερίδες όπως το «Μακελειό», ενώ ακόμη και ένας καταδικασμένος και φυλακισμένος τρομοκράτης, που έχει στερήσει τη ζωή σε έντεκα ανθρώπους, αρθρογραφεί κανονικά στον ημερήσιο Τύπο.
Στη Βουλή ο Πρωθυπουργός μίλησε με αφορμή τις δηλώσεις Βερναρδάκη για «εκτσογλανισμό της δημόσιας ζωής», θύμισε το «τρία μέτρα κάτω από τη γη» του Πολάκη και τις αναφορές Φίλη στα παιδιά της Νίκης Κεραμέως. «Ολα αυτά από ένα κόμμα το οποίο μιλά για την ποιότητα του δημοσίου διαλόγου και της ενημέρωσης. Επειδή λέει έτσι το είπαν κάποιοι “ρεπόρτερ χωρίς σύνορα” και μάλιστα την ίδια μέρα που μπήκαν βόμβες στα γραφεία ενός σταθμού που χθες κατέκρινε με μεγάλη αυστηρότητα τις δηλώσεις Βερναρδάκη. Χυδαιότητα χωρίς σύνορα» είπε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε έντονα σε αυτή την αναφορά και στελέχη του κατηγόρησαν τον Πρωθυπουργό ότι επιχείρησε να συνδέσει τον ΣΥΡΙΖΑ με την επίθεση στον ραδιοσταθμό Real. Στη συνέχεια κυβερνητικές πηγές διευκρίνιζαν ότι ο κ. Μητσοτάκης μιλούσε γενικότερα για το κλίμα εκτσογλανισμού και τη στοχοποίηση μέσων και δημοσιογράφων που ασκούν κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μετά παρενέβη ο Πολάκης με μια οργισμένη ανάρτηση στο Facebook που κατέληγε στο εξής: «Γι αυτό η Δεύτερη φορά Αριστερά θα είναι και ΑΛΛΙΩΣ και ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ!!».
Για να λάβει την απάντηση από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ότι «διά της ανάρτησης του κ. Πολάκη, επιβεβαιώθηκαν μέχρι κεραίας όσα είπε ο Πρωθυπουργός. Φαίνεται πως ο κατήφορος είναι ο μόνος δρόμος που θέλει να βαδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ». Κανονικά, στην κυβέρνηση θα πρέπει μάλλον να ευχαριστήσουν τον Πολάκη γιατί κάθε φορά που τσακώνονται με τον ΣΥΡΙΖΑ για το πολιτικό κλίμα «βγαίνει» συνήθως τελευταίος και «εικονογραφεί» αυτό ακριβώς που θέλουν να πουν. Αν δεν «τραγουδήσει» ο Πολάκης, κάνοντας περισσότερη ζημιά στο κόμμα του, δεν κλείνει η συζήτηση…
Μικρή παύση
Αν δει κανείς την εικόνα από ψηλά, πέρα από την καθημερινή αντιπαράθεση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης, ακόμη και σε υψηλούς τόνους, Μητσοτάκης και Τσίπρας κυκλοφορούν μέρα παρά μέρα στους δρόμους και στις πλατείες, συνομιλούν με τους πολίτες και βγάζουν σέλφι στα καφέ με τους νέους. Την ώρα που τα trolls και διάφοροι οριακοί «σφάζονται» στο Twitter (σαν να ξέμειναν μόνοι τους στο 2011) το κλίμα εκεί έξω δεν θυμίζει σε τίποτα όσο συνέβησαν στη χώρα την περασμένη δεκαετία. Η κοινωνία είναι αλλού.
Κύλησε ευτυχώς πολύ νερό από την εποχή της άγριας επίθεσης στον Κωστή Χατζηδάκη τον Δεκέμβριο του 2010. Αλλά και από τον Οκτώβριο του 2011, όταν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και της Χρυσής Αυγής φώναζαν «προδότη» τον αείμνηστο Κάρολο Παπούλια, τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας και μετά ο ΣΥΡΙΖΑ πανηγύριζε χαρακτηρίζοντας τα επεισόδια, «αντάξια της ιστορίας του λαού μας».
Οι τρεις εκλογές του 2019, παρά τις ρητορικές εξάρσεις και την πόλωση, έγιναν σε ήρεμο κλίμα. Στον ίδιο δρόμο φαίνεται να βρισκόμαστε και για τις εκλογές του 2023. Οι πολίτες δεν έχουν καμία όρεξη για φανατισμούς, παρότι κάποιοι επιδιώκουν ενεργά την ένταση.
Το πέρασμα ωστόσο των «μπαχαλάκηδων» ή όποιων άλλων σε μια ενέργεια που απειλεί άμεσα ανθρώπινη ζωή, τοποθετεί τα πράγματα σε μια άλλη βάση. Η οποία, όπως έχουμε δει να συμβαίνει και άλλοτε, έχει να κάνει συνήθως με δύο πράγματα: Πρώτον, με συγκεκριμένη στόχευση και, δεύτερον, με χρήμα. Ποιοι έχουν άραγε χρήματα και στόχους ενόψει των εκλογών; Και τι χρηματοδοτούν;
Ερωτήματα όπως αυτά έχουν τεθεί και στο παρελθόν. Και ίσως να είναι ένας λόγος οι αρμόδιοι να σκεφτούν και λίγο «έξω από το κουτί»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News