Η υποτροπή των πληθωριστικών πιέσεων κατακαλόκαιρα, η οποία εκδηλώνεται με τις αυξήσεις των τιμών των καυσίμων και των σιτηρών, άρα και βασικών τροφίμων, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα όχι μόνο για την ελληνική αλλά για ολόκληρη την ευρωπαϊκή οικονομία.
Οι αιτίες για το νέο κύκλο αυξήσεων των τιμών είναι γνωστές σε όλους: Οι Σαουδάραβες, όπως είχαν αποφασίσει τον περασμένο Μάιο, μείωσαν την παραγωγή πετρελαίου κατά 10% και ο Πούτιν ξαναχτύπησε στο μαλακό υπογάστριο της Ουκρανίας, την Οδησσό, καταστρέφοντας αποθήκες σιτηρών. Το αποτέλεσμα είναι ο πληθωρισμός στην ΕΕ να κινείται από τον Ιούλιο στο 5,3%, στην Ελλάδα να «τσιμπάει» στο 3,8% και να ανεβαίνει στα βασικά αυτά είδη καθώς με τις πολιτικές αποφάσεις των Αράβων και της Ρωσίας επηρεάζεται η προσφορά. Δηλαδή λείπουν προϊόντα από την παγκόσμια αγορά.
Την ίδια στιγμή στις ΗΠΑ, η οποία όμως είναι παραγωγός πετρελαίου και σιτηρών (έστω και μεταλλαγμένων) ο πληθωρισμός κάμφθηκε στο 3%, μόλις η Fed αποφάσισε να κινήσει το μηχανισμό επιθετικής αύξησης των επιτοκίων.
Την ίδια λύση υιοθέτησε και η ΕΚΤ, αλλά με την τωρινή επανάκαμψη των πληθωριστικών πιέσεων, όλοι πλέον αναρωτιούνται αν η αύξηση των επιτοκίων είναι λύση, ή αν στον νέο αυτό κύκλο που εισήλθε η ευρωπαϊκή οικονομία πρόκειται τελικά για το «λάθος φάρμακο».
Η μελέτη
Τα ερωτηματικά αυτά, χωρίς σαφείς απαντήσεις, διατύπωσαν οι οικονομολόγοι Ηρώ Κοφινά και Φίλιππος Πετρουλάκης, στελέχη της Τραπέζης της Ελλάδος οι οποίοι σε μελέτη τους επισημαίνουν τα εξής:
1. Για περισσότερες από δύο δεκαετίες, ο πληθωρισμός διατηρήθηκε διεθνώς σε χαμηλά επίπεδα. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, μια σειρά από διαταραχές, όπως η πανδημία, τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, η επεκτατική μακροοικονομική πολιτική και ο πόλεμος στην Ουκρανία, οδήγησαν τον πληθωρισμό σε υψηλά δεκαετιών στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα.
2. Η νομισματική πολιτική κατά κανόνα δεν αντιδρά σε πρόσκαιρες διαταραχές της προσφοράς, που συνήθως προέρχονται από τις αγορές ενέργειας και τροφίμων, αφενός γιατί τέτοιες διαταραχές δεν επηρεάζουν μεσοπρόθεσμα το γενικό πληθωρισμό, αφετέρου διότι τα εργαλεία της νομισματικής πολιτικής ενεργούν πρωτίστως μέσω της ζήτησης.
3.Είναι δύσκολο να αναγνωριστεί το είδος της πληθωριστικής διαταραχής, ιδίως όταν
και τα δύο είδη διαταραχής (μείωση της προσφοράς και απότομη αύξηση της ζήτησης) επηρεάζουν τις τιμές προς την ίδια κατεύθυνση, δηλαδή να ανεβαίνουν.
Η ομολογία Στουρνάρα
Τα… βαριά αυτά οικονομικά ανέλαβε να εξηγήσει ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας σε συνέντευξη στην Juliet Mann, μια έμπειρη δημοσιογράφο του CGTN.
Αφού εξήγησε ότι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτού του πληθωριστικού κύκλου είναι ένας πληθωρισμός που προέρχεται κυρίως από την πλευρά της μείωσης της προσφοράς, προσδιόρισε ποσοτικά τις επιπτώσεις σε ΗΠΑ και ΕΕ.
Οπως είπε, ο πληθωρισμός «στις ΗΠΑ, προήλθε τόσο από την αύξηση της ζήτησης μετά την πανδημία όσο και από την περιορισμένη προσφορά. Στις ΗΠΑ, θα έλεγα ότι η άνοδος τιμών προήλθε κατά 60% από την πλευρά της προσφοράς ή έστω 50-50. Στην Ευρώπη, η άνοδος του πληθωρισμού οφειλόταν σε 80% από την διαταραχή της προσφοράς και 20% από τη ζήτηση». Και τόνισε ότι «στην Ευρώπη για παράδειγμα, η εγχώρια δαπάνη δεν έχει επανέλθει ακόμη στο προ της πανδημίας επίπεδο. Στις ΗΠΑ το έχει ξεπεράσει».
Στην ερώτηση πώς μπορεί να λυθεί το πρόβλημα, ο κ. Στουρνάρας παραδέχθηκε τα εξής:
Δυστυχώς, η νομισματική πολιτική δεν αρκεί για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό που προέχεται από την πλευρά της προσφοράς και ταυτόχρονα να επιτύχει ομαλή προσγείωση της οικονομίας και χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Η αύξηση των επιτοκίων είναι ένα εργαλείο, αλλά χρειαζόμαστε και άλλα εργαλεία. Χρειαζόμαστε τη μακροπροληπτική πολιτική, δηλαδή πρέπει να φροντίσουμε για την ευρωστία των τραπεζών.
Χρειαζόμαστε τη δημοσιονομική πολιτική. Δεν μπορούμε να αυξάνουμε τα επιτόκια και ταυτόχρονα οι κυβερνήσεις να ασκούν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.
Χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις για να λειτουργεί ο ανταγωνισμός στις αγορές.
Χρειαζόμαστε την ενεργειακή πολιτική. Νομίζω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κάνει μεγάλα βήματα στην ενεργειακή πολιτική.
Δύσκολες λύσεις
Το συμπέρασμα είναι ότι πλέον η ευρωπαϊκή οικονομία χρειάζεται έναν συνδυασμό πολιτικών για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού με κυριότερο να αυξήσει την παραγωγή ή να εξασφαλίσει εναλλακτικές πηγές ενέργειας, αλλά και να αντιμετωπίσει μεσο-μακροπρόθεσμα τις μεγάλες ανάγκες που θα δημιουργηθούν για τρόφιμα και άλλα βασικά προϊόντα που επηρεάζουν καθοριστικά το εισοδηματικό και βιοτικό επίπεδο των πολιτών της.
Οι αυξήσεις των βασικών επιτοκίων, ως βασικό εργαλείο μείωσης του πληθωρισμού δεν είναι αποτελεσματική λύση όταν λιγοστεύουν τα προϊόντα, ενώ παράλληλα εγκυμονεί κινδύνους, όπως να οδηγήσει την ευρωπαϊκή οικονομία σε στασιμότητα (αν όχι ύφεση) καθώς το αποτέλεσμα της αύξησης του κόστους χρήματος είναι να μειώνεται η ζήτηση, δηλαδή η κατανάλωση και να γίνονται ακριβότερες οι επενδύσεις που τόσο έχουμε ανάγκη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News