Σαν να έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε. Αρχές δεκαετίας ’90, διαρρήκτες είχαν ανοίξει ένα διαμέρισμα του ταλαντούχου Λάκη Λαζόπουλου στο Κολωνάκι και το είχαν αδειάσει από ό,τι μπορούσε να φανεί πολύτιμο τότε. Χρήματα, κοστούμια και διάφορα άλλα. Τίποτα το σπουδαίο από ειδησεογραφικής άποψης αλλά κάτι τέτοια, έδιναν, τότε, εξαιρετικές αφορμές για διάφορα ενδιαφέροντα ρεπορτάζ, ιδίως σε νέους ρεπόρτερ του αστυνομικού ρεπορτάζ. «Επώνυμοι ηθοποιοί στο στόχαστρο διαρρηκτών». Το αποφασίσαμε και αρχίσαμε τα τηλεφωνήματα:
-«Γεια σας κ. Λαζόπουλε, κάνουμε ένα ρεπορτάζ για τους ηθοποιούς που τους έχουν χτυπήσει διαρρήκτες…», του είπαμε του κ. ταλαντούχου.
-«Ναι ε; Ωραία… Ποιους άλλους έχουν κλέψει;»
-«Ε, να… Την κυρία Βουγιουκλάκη, την κυρία Ντενίση…»
-«Α… Από την Ντενίση τι έκλεψαν; Το ταλέντο;…»
Σιωπή… Ο διάλογος φυσικά και δεν γράφτηκε ποτέ στην εφημερίδα αλλά έμεινε στο μυαλό του νεαρού ρεπόρτερ ως μία από τις πιο χιουμοριστικές εκδοχές ιδεομανίας και… καθηλωμένης σκέψης που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος για κάποιον άλλον άνθρωπο. Οποιος και αν είναι ο άλλος. Τα χρόνια πέρασαν, οι άνθρωποι ωρίμασαν όσο μπόρεσαν, ο καθένας έγραψε και γράφει την πορεία του και είναι υπόλογος, στο κάτω κάτω, απέναντι στον εαυτό του άντε και σε μερικούς άλλους που είναι δίπλα του και τους συμπαθεί ή υπολογίζει τη γνώμη τους. Δικό του θέμα.
Αλλά από αυτό μέχρι να εξαργυρώνει μέχρι και τώρα τις εμμονές του, βαφτίζοντας χιούμορ και σάτιρα διάφορες εκδοχές της χυδαιότητας πάνω στις πλάτες ενός αφασικού κοινού που έγινε αφασικό από το πολύ ντάντεμα, υπάρχει μεγάλη απόσταση, χρεώνοντας, μάλιστα, σε άλλους αρρωστημένο και εμμονικό τρόπο σκέψης.
Το γεγονός ότι αυτός ο άνθρωπος έχει εμμονές εις βάρος της Ελλάδας, τις έχει όχι λόγω της αναπηρίας του αλλά λόγω των πολιτικών απόψεων και της ιδεολογίας του. Οχι επειδή είναι καθηλωμένος σε αμαξίδιο, ούτε επειδή είναι Γερμανός, όπως θέλει η γλοιώδης σάτιρα και το, και καλά, χιούμορ
Τα πράγματα, λοιπόν, δεν είναι τόσο αθώα. Και μάλιστα, πιο επικίνδυνα και από την μεγαλομανή ατάκα του κ. ταλαντούχου και το πεζοδρομιακό του απόφθεγμα περί καθηλωμένων ανθρώπων σε αναπηρική καρέκλα. Οι λαϊκίστικες και ανατριχιαστικές θωπείες του δεν νομιμοποιούνται ούτε και ξεπλένονται επειδή αφορούν σε έναν (ακόμα έναν) «εχθρό του πολυτάλαντου αυτού λαού», όπως ο Σόιμπλε. Και το γεγονός ότι αυτός ο άνθρωπος έχει εμμονές εις βάρος της Ελλάδας, τις έχει όχι λόγω της αναπηρίας του αλλά λόγω των πολιτικών απόψεων και της ιδεολογίας του. Οχι επειδή είναι καθηλωμένος σε αμαξίδιο, ούτε επειδή είναι Γερμανός, όπως θέλει η γλοιώδης σάτιρα και το, και καλά, χιούμορ. Με αυτά έχει τελειώσει εδώ και πολλά χρόνια ο πολιτισμένος κόσμος.
Είναι πολλοί αυτοί που θα πουν: «Ρε σεις πώς κάνετε έτσι; Μια ατάκα είπε ο άνθρωπος, ωραία, εντάξει, άντε, μαλακία ήταν, χαλαρώστε». Αυτό μπορεί και να ακούγεται λιγότερο επικίνδυνο από τα on camera χάχανα του κοινού που χαϊδεύει ο κ. ταλαντούχος. Γιατί την ώρα που το κοινό του χιουμορίστα εκδικητή ευφραίνει την καρδίαν του με επιλογές από τη γκάμα της σιχασιάς, κάτι σαπίζει ολοένα και περισσότερο σε αυτήν την κοινωνία. Επιδεικνύοντας τα σκασμένα από τα γέλια πρόσωπα απλών ανθρώπων που μόλις έχουν ακούσει τα περί καθηλωμένης σκέψης λόγω καθήλωσης σε καρέκλα, συγνώμη, αλλά μοιάζει σαν να απολαμβάνεις μαζικό βιασμό χωρίς να καταλαβαίνεις τι βλέπεις.
Οσο για την ουσία του χιούμορ του κ. ταλαντούχου, αφιερώνουμε ένα μικρό απόσπασμα από το «Στην Ευρώπη – ταξίδια στον 20ό αιώνα», του Ολλανδού Geert Mak (εκδ. Μεταίχμιο, μτφρ: Ινώ Βαν Ντάικ-Μπαλτά).
«Από το καλοκαίρι του 1939 οι ναζί εγκαινίασαν ένα ειδικό πρόγραμμα ευθανασίας για άτομα με διανοητικά και σωματικά προβλήματα. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε με το συνθηματικό όνομα Τ-4 (το αρχηγείο ήταν στην Τίργκαρτενστρασε 4 στο Βερολίνο, μια κομψή βίλα που τώρα έχει καταρρεύσει), υπό τη διεύθυνση μιας ομάδας αποτελούμενης από γιατρούς, καθηγητές πανεπιστημίου και υψηλόβαθμους δημόσιους υπαλλήλους. Κατά την αρχή της επιχείρησης είχε υπολογιστεί ότι υπήρχαν γύρω στις εβδομήντα χιλιάδες υποψήφιοι γι’ αυτόν τον «φιλεύσπλαχνο θάνατο»: ένας στους πέντε ψυχικά ασθενείς. Θα ήταν πολύ χρονοβόρο να σκοτώσουν μια τόσο μεγάλη ομάδα με ενέσεις, σκέφτηκαν οι δημόσιοι υπάλληλοι του Τ-4. Η θανάτωση με αέρια ταίριαζε καλύτερα στο σχεδιασμό. Τελικά σ’ ολόκληρη τη χώρα έξι ιδρύματα ασχολήθηκαν με θανατώσεις με αέρια και έντεκα «ειδικά νοσοκομεία» «κοίμιζαν» παιδιά». Ετσι, γιατί και το ξέπλυμα έχει τα όριά του…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News