Οφείλει κανείς να υποκλιθεί στον Νίκο Αλιβιζάτο και στα μέλη της επιτροπής του. Ανέλαβαν ένα εγχείρημα που εξ αρχής οι περισσότεροι πολιτικοί έβλεπαν με μισό μάτι. Που πολλοί το υπονόμευσαν με αέναες συζητήσεις τεχνικού επιπέδου και φιλοσοφικών προσεγγίσεων περί σημασίας της φυσικής παρουσίας των ψηφοφόρων μπροστά σε μια κάλπη. Που το αμφισβήτησαν οι περισσότερες ψηφιακές εταιρείες και το χλεύασαν τα συριζαϊκά τρολ. Και όμως ο κ. Αλιβιζάτος και οι συνεργάτες του έφεραν τις εκλογές για τον ηγέτη της Κεντροαριστεράς εις πέρας με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Τα έκανε όλα τέλεια ο κ. Αλιβιζάτος; Οχι. Κάπου στην αγωνία του να τους έχει όλους ικανοποιημένους και να μην κατηγορηθεί για αντιδημοκρατική συμπεριφορά, άνοιξε τη διαδικασία προς κάθε ενδιαφερόμενο και κυρίως για κάθε πικραμένο. Φτάσαμε στο γελοίο θέαμα να έχουμε 10 υποψήφιους αρχηγούς προτού πάθει μηνίσκο ο Κωνσταντινόπουλος και μειωθούν σε εννιά.
Το ότι είχαμε τελικά εννέα φωνές που έπρεπε ντε και σώνει να ακουστούν, υπονόμευσε τον διάλογο που όμως ήταν τόσο απαραίτητος. Σε πρακτικό επίπεδο, ο κ. Αλιβιζάτος έφθασε να σχεδιάζει ντιμπέιτ σε κάθε εκλογική περιφέρεια όταν σε ολόκληρη Λάρισα δεν υπάρχουν εννέα διαθέσιμες κάμερες. Τελικά οι δύο τηλεμαχίες, που αναγκαστικά φιλοξενήθηκαν από την ΕΡΤ στην Κατεχάκη, υπήρξαν ένα ρεσιτάλ τηλεοπτικής υπνηλίας απογοητεύοντας τους ψηφοφόρους πριν την ώρα τους.
Διότι διάλογος δεν υπήρξε. Τόσο για πρακτικούς λόγους, όσο και για επικοινωνιακούς. Οταν βάζεις τη Φώφη Γεννηματά ή τον Σταύρο Θεοδωράκη απέναντι σε περιπτώσεις όπως ο Δημήτρης Τζιώτης και ο Απόστολος Πόντας διαχέεις το όποιο μήνυμα, δημιουργείς ένα cluster υπερβολικά πολλών πληροφοριών και το αποτέλεσμα είναι μια φασαρία τοποθετήσεων 90 δευτερολέπτων παρά μια συζήτηση από την οποία μπορεί να προκύψει ένα συμπέρασμα. Περισσότερα καταλάβαμε από το ανεπίσημο ντιμπέιτ του Action 24 με πέντε υποψήφιους, παρά από τα πολυδιαφημισμένα της δημόσιας τηλεόρασης.
Ο κ. Αλιβιζάτος έπρεπε να διακρίνει τους κινδύνους και να εμποδίσει τουλάχιστον τις γραφικές περιπτώσεις που μπορεί μεν να προσέφεραν γέλιο στο Διαδίκτυο αλλά τελικά ευτέλισαν τη διαδικασία.
Δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις αλλιώς υποψηφιότητες όπως του κ. Τζιώτη ο οποίος δεν βρήκε περισσότερους από 400 ανθρώπους να τον ψηφίσουν την Κυριακή. Ομως όταν η επιτροπή Αλιβιζάτου έκανε δεκτή την υποψηφιότητά του ο κ. Τζιώτης είχε παρουσιάσει μεγαλοπρεπώς 1.240 υπογραφές. Πού χάθηκαν αυτοί οι 840 και δεν τον ψήφισαν; Τσιγκουνεύτηκαν τα τρία ευρώ; Τα ίδια και με τον Απόστολο Πόντα: παρουσίασε 2.087 υπογραφές, έγινε και επίσημα υποψήφιος, έκανε και σποτάκια στο YouTube α λα Φρανκ Αντεργουντ, τον έβλεπες να στριμώχνεται δίπλα στους άλλους κάνοντας σημάδια με τα χεράκια του, αλλά τελικά τον ψήφισαν μόνο οι μισοί δικοί του. Το ίδιο παράδοξο σημειώθηκε και με τον Κωνσταντίνο Γάτσιο, που εμφάνισε 4.620 υπογραφές στον κ. Αλιβιζάτο αλλά δεν τον ψήφισαν περισσότεροι από 3.500 πολίτες· στην περίπτωσή του πάντως, το ποσοστό του 1,71% κρίνεται αξιοπρεπές, όπως ήταν και ο δημόσιος λόγος του.
Το να υπάρχουν υποψήφιοι που δεν βρίσκουν ούτε την ψήφο τους, λέει πολλά για τους ίδιους. Λέει όμως και κάποια πράγματα για τη διαδικασία. Ιδίως όταν τους θεωρείς ισότιμους με τους υπόλοιπους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News