Ηταν εκεί, στην ταφή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στο Αγουλιδέ Χανίων. Στην πρώτη σειρά των συγγενών, μισό βήμα πίσω από τα παιδιά του, ένα βήμα όμως μπροστά από τις νύφες, τους γαμπρούς και τα εγγόνια του. Μαυροφορεμένη, συντετριμμένη, χωρίς να μπορεί αλλά ούτε και να θέλει να συγκρατήσει το βουβό κλάμα της. Ας πούμε μια άτυπη «κόρη». Που δεν θα ξεχώριζε ανάμεσα στις άλλες αν τα χαρακτηριστικά του προσώπου της δεν παρέπεμπαν σε καταγωγή από τη Νοτιοανατολική Ασία. Προφανώς ήταν η γυναίκα που φρόντιζε τον πρώην Πρωθυπουργό. Στα politically correct η «οικιακή βοηθός». Στα μεγαλοαστικά η «υπηρεσία». Στα πιο λαϊκά η «υπηρέτρια». Στη νεοελληνική αργκό η «Φιλιππινέζα». Και σε μία κορυφαία οικογενειακή στιγμή όπως αυτή, απολύτως ισότιμο μέλος της οικογένειας.
Αν η φωτογραφία του Μανούσου Γρυλλάκη να συνοδεύει, μόνος μέσα στο C 130, το φέρετρο με τη σορό του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αποτυπώνει την απόλυτη αφοσίωση, η κυρία από τη Νοτιοανατολική Ασία στην πρώτη σειρά των συγγενών, κατά τη διάρκεια της ταφής, υπενθυμίζει τις βασικές αξίες του αστικού πολιτισμού. Ολο και πιο σπάνιες γι’ αυτό και τόσο πολύτιμες πλέον.
Ετσι θυμήθηκα ένα περιστατικό με τη Μελίνα Μερκούρη. Ηταν σε κάποια απογραφή πληθυσμού. Ο υπάλληλος μάλιστα την είχε επισκεφτεί στο σπίτι της Επιδαύρου. Το ερωτηματολόγιο ήταν το τυπικό. «Πόσα άτομα κατοικούν μόνιμα σε αυτό το σπίτι;». Η Μελίνα δήλωσε τρία. Τον εαυτό της, τον Ζιλ Ντασέν και την Αγγελική – τη γυναίκα που ήταν δίπλα της για περισσότερα από τριάντα χρόνια. «Επάγγελμα;» τη ρώτησε αναφερόμενος στην Αγγελική ώστε να συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο. Δεν υπήρχε περίπτωση να ξεστομίσει η Μελίνα το «οικιακή βοηθός». Τι να έλεγε όμως; Κοίταξε λοιπόν τον υπάλληλο με το «μελινίστικο» ύφος της και του είπε: «Αν πρέπει να γράψετε οπωσδήποτε ένα επάγγελμα, γράψτε “μέλος οικογενείας”».
Και μετά θυμήθηκα ένα απόσπασμα από το «Ευχαριστημένο» της Μαρίνας Καραγάτση, αυτό το εξαιρετικό δείγμα οικογενειακής βιογραφίας. Σε κάποιο σημείο η γιαγιά της συγγραφέως αναφερόμενη στα πρώτα μετακατοχικά χρόνια, θυμάται τη μικρή Μαρίνα και τη Λασκαρώ, την τυραννισμένη γυναίκα από την Ανδρο που ήταν η οικιακή βοηθός τους: «Μετά την απελευθέρωση που ήρθε η ΟΥΝΡΑ και επαίρναμε τρόφιμα και υφάσματα με το δελτίο, επήγε και η κόρη μου και επήρε μία τσόχα χρώματος πετρόλ, που εθύμιζε πολύ τα τραπεζάκια του χαρτοπαιγνίου, και έραψαν η Λασκαρώ και η εγγονή μου από ένα παλτό. Ήτο κωμικό να τις βλέπεις και τις δύο να περπατούν μαζί με τα όμοια πετρόλ παλτά των».
Και τέλος θυμήθηκα τον πατέρα μου που έλεγε ότι για να έχει κάποιος υπηρετικό προσωπικό δεν φτάνει να το «αντέχει» η τσέπη του. Πρέπει να το «αντέχει», κυρίως, η αγωγή και η ψυχή του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News