945
| Reuters/Peter Cziborra/Creative Protagon

Και γιατί ακριβώς χρειάζεται να υπάρχει η πυγμαχία;

Και γιατί ακριβώς χρειάζεται να υπάρχει η πυγμαχία;

Ο αγώνας πυγμαχίας ανάμεσα στην αλγερινή αθλήτρια με τα αμφιλεγόμενα χρωμοσώματα και την ιταλίδα αντίπαλό της, έχει ήδη κερδίσει μια θέση ανάμεσα στους θρύλους των Ολυμπιακών Αγώνων. Κάπου ανάμεσα στην Καλλιπάτειρα, κόρη του Διαγόρα του Ρόδιου, που θεωρείται η πρώτη γυναίκα που παρακολούθησε ποτέ Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά και ένα πλήθος από Ανατολικές ή Δυτικές «Πάππισες Ιωάννες» με μούσκουλα παραφουσκωμένα από τα φάρμακα, θα μνημονεύεται στο μέλλον, με όποιο τρόπο επιθυμεί ο καθένας, χωρίς να δεσμεύεται από τα ενοχλητικά όρια της πραγματικότητας. Για κάθε φωτογραφία της με ροζ φουστανάκια και κουκλίτσες σε νηπιακή ηλικία, θα υπάρχει και ένας που θα βεβαιώνει ότι πρόκειται για τον Τζον Ράμπο, μεταμφιεσμένο.

Λιγότερο ή καθόλου, θα μνημονεύεται ίσως στο μέλλον ο 51χρονος Τούρκος Γιουσούφ Ντικέτς, που πήρε ασημένιο μετάλλιο στη σκοποβολή από τα 10 μέτρα, με την ιδιαιτερότητα ότι το έκανε χωρίς να χρησιμοποιήσει διόλου τον εξοπλισμό του σκοπευτή με τα γυαλιά και τα ακουστικά, απλά πυροβολώντας με στυλ εκτελεστή σε ταινία του Ταραντίνο –ωστόσο ας κρατήσουμε και αυτή την εικόνα.

Η συζήτηση που γεννήθηκε από τον επίμαχο αγώνα μποξ, ήταν τόσο βαρετή όσο μπορεί να είναι κάθε ανταλλαγή ιδεοληπτικών βεβαιοτήτων. Την πρώτη μέρα ξεσπάθωσαν αυτοί που στηρίζουν την «αντι-woke ατζέντα», διαβλέποντας έναν «βιασμό της κανονικότητας» και αναπαράγοντας την –κοινή σε όλους μας αρχικά αλλά ψευδή- αίσθηση ότι η Αλγερινή αθλήτρια ήταν τρανς γυναίκα. Από την επόμενη, τα ηνία του σαματά πέρασαν στην άλλη πλευρά, οι οποία κατήγγειλε την απέναντι ρητορική ως alt-righ. Το να παρακολουθείς τον διάλογο ήταν πραγματικά ανυπόφορο. Ασταμάτητη αναπαραγωγή των ίδιων ακριβώς κλισέ επιχειρημάτων –που κατά τα ειωθότα απέκλειαν κάθε αμφιβολία ή απόχρωση- μέσω των ίδιων ακριβώς κειμένων. Μέσα σε λίγα χρόνια, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης έχουν αναπτύξει με τέτοιον τρόπο προπαγανδιστικούς μηχανισμούς την ομοιομορφίας και ξύλινου αυτοεπιβεβαιωτικού λόγου, ώστε ο παλιότερα δυσφημισμένος κομματικός λόγος να μοιάζει πολύχρωμος, δημιουργικός και ευέλικτος.

Ας αφήσουμε όμως κατά μέρος τα «επιχειρήματα» κάθε πλευράς που γέμισαν το Διαδίκτυο με ιδεολογικούς γενετικούς βιολόγους, και ας πάμε στην εικόνα. Εκεί, αντίθετα με το ζήτημα στο οποίο επικεντρώθηκε η συζήτηση, δεν χωράνε αμφιβολίες. Η μία αθλήτρια πλακώνει στο ξύλο την άλλη. Δεν έχει να κάνει με τεχνική ή στρατηγική, δεν παρακολουθούμε κάποιο επίτευγμα φιλοκαλίας, πρόκειται για ξερό ξύλο. Άλλωστε δεν κρατάει παρά ελάχιστα δευτερόλεπτα, όσα άντεξε η δύσμοιρη Ιταλίδα να τις τρώει.

Η εικόνα αυτή, ας είμαστε ειλικρινείς, δεν έχει να κάνει με τα χρωμοσώματα. Την έχουμε δει σε πλήθος αγώνων πυγμαχίας, γυναικών ή ανδρών. Αγώνες στους οποίους κατά βάση ένας άνθρωπος χτυπάει έναν άλλον. Προφανέστατα, υπάρχουν στοιχεία τεχνικής που πρέπει να αναπτύξει κανείς για να πυγμαχήσει. Το αποτέλεσμα όμως είναι το ίδιο. Δύο άνθρωποι ανεβαίνουν στο ρινγκ και χτυπιούνται. Συχνά βγαίνουν από αυτό ματωμένοι ή τραυματισμένοι, κάποιος ή κάποια μένει κάτω και πρέπει να τον συνεφέρουν, ενώ ο νικητής ή η νικήτρια συνεχίζει να χοροπηδά, σε μια έκρηξη αδρεναλίνης.

Και τίθεται το ερώτημα. Σε τι ακριβώς ωφελεί η διατήρηση ενός αθλήματος στο οποίο δύο άνθρωποι καλούνται να χτυπηθούν μέσα σε ένα ρινγκ; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα σπορ αποτελούν ένα ανταγωνιστικό πεδίο. Κι ακόμη, ότι στην ουσία τους αποτελούν υποκατάσταση πολεμικών αρετών –εξ ου και στην αρχή απευθύνονταν κυρίως σε άνδρες. Υπάρχει όμως ένα όριο σε αυτή την υποκατάσταση. Διαγωνισμοί δύναμης είναι θεμιτοί, ιδιαίτερα αν συνοδεύονται από τεχνικές ικανότητες. Ένα θέαμα βίας ωστόσο, δεν αποτελεί τιμή να εξακολουθεί να λογίζεται ως αθλοπαιδιά. Άλλωστε, η εξέλιξη εξαφάνισε παλιούς διαγωνισμούς βίας. Ποιος θα σκεφτόταν σήμερα το παγκράτιο ως άθλημα, εκτός από μερικά κακόφημα γυμναστήρια;

Το πρόβλημα ξεκινά από μια προσπάθεια να μείνουμε πιστοί στο πνεύμα των Αγώνων της κλασικής αρχαιότητας. Κανείς δεν δοκίμασε να προσθέσει στους Αγώνες νέα αγωνίσματα βίας, παρότι στο πρόγραμμα μπαίνει κατά τα άλλα κάθε καρυδιάς καρύδι. Δεν συζητάμε να βάλουμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες το κατς ή την «επαγγελματική πάλη» που ανθεί στις ΗΠΑ, ούτε καν το κικ-μποξινγκ, το ΜΜΑ ή κάποιο άλλο ξυλίκι από αυτά που κυκλοφορούν. Αλλά ζοριζόμαστε να διώξουμε αγωνίσματα που συνδέονται με τους Αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες. Με τους οποίους όμως συνδέονται επίσης και οι θυσίες στους Θεούς.

Αντίστοιχο είναι το ερώτημα που τίθεται και με τα αγωνίσματα στα οποία χρησιμοποιούνται όπλα. Και αν η ξιφασκία ή η τοξοβολία αποτελούν τεχνικές αναπαραστάσεις του παρελθόντος, ποια ακριβώς είναι η αθλητική άμιλλα που προωθείται από ανθρώπους που πυροβολούν με πιστόλια και καραμπίνες; Η εικόνα του Τούρκου σκοπευτή συζητήθηκε με ελαφρύ τρόπο επειδή παρέπεμπε στο Pulp Fiction. Όμως τι είδους αγώνισμα είναι η χρήση όπλων παρόμοιων με αυτά που κυκλοφορούν ελεύθερα στο πλαίσιο μιας διαδεδομένης κουλτούρας οπλοκατοχής και οπλοχρησίας σε διάφορα μέρη του κόσμου και ευθύνονται για τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων;

Η πυγμαχία αποσύρεται ως αγώνισμα από τους Ολυμπιακούς μετά τους Αγώνες στο Παρίσι. Η είδηση μοιάζει θετική, ωστόσο δεν έχει να κάνει με αλλαγή κριτηρίων επιλογής αγωνισμάτων, αλλά με τη σκληρή αντιπαράθεση της ΔΟΕ με την παγκόσμια πυγμαχική ομοσπονδία (που δεν είναι άσχετη με την υπόθεση της αλγερινής αθλήτριας). Για παρόμοιους λόγους αποσύρεται και το αγώνισμα της Άρσης Βαρών, που είναι επίσης ένας διαγωνισμός δύναμης, αλλά δεν εμπεριέχει βία.

Το μποξ υπήρξε για πολλά χρόνια ένα λαϊκό θέαμα. Ως τέτοιο γέννησε και θρύλους, σαν τον Μοχάμεντ Αλι, τον Ρούμπιν Κάρτερ, τον Μάικ Τάισον. Με τα χρόνια επιχείρησε να γίνει λιγότερο «βάρβαρο» στην όψη, αλλά η εξέλιξη υπήρξε μάλλον αργή. Έχουμε προχωρήσει σε έναν τέτοιο βαθμό συναίνεσης στην απόρριψη της βίας, ώστε μπορούμε να αρχίσουμε ευθέως να συζητάμε ότι η εικόνα δυο ανθρώπων που γρονθοκοπούν ο ένας τον άλλον είναι προβληματική, όπως και η εικόνα ανθρώπων που πυροβολούν.

Εάν θέλουμε να παραμείνουμε πιστοί στο αρχαίο πνεύμα των Αγώνων, μπορούμε την επόμενη φορά να ασχοληθούμε λίγο πιο επιστάμενα με τη δυνατότητα να υπάρξει μια παγκόσμια εκεχειρία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανακαλούμε την εποχή των μονομάχων. Ας συμφωνήσουμε ότι το να χτυπάμε ανθρώπους και να πυροβολούμε, δεν είναι πια αποδεκτό ως αθλητική άμιλλα. Και αυτό, ανεξάρτητα από φύλα, βιολογικά τε και κοινωνικά.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...