Σε λίγες ημέρες, η Γαλλία θα εκλέξει τον επόμενο (ή την επόμενη) πρόεδρό της. Δεδομένων των πολλών εκτελεστικών εξουσιών, συμπεριλαμβανομένης και της εξουσίας να προβεί στη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, που κατέχει ο εκάστοτε επικεφαλής της Γαλλικής Δημοκρατίας, οι προεδρικές εκλογές που πραγματοποιούνται κάθε πέντε χρόνια είναι οι πιο σημαντικές. Αλλά τώρα το διακύβευμα είναι μεγαλύτερο από κάθε άλλη φορά.
Οι δύο κύριοι αντίπαλοι είναι η Μαρίν Λεπέν του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου και ο Εμανουέλ Μακρόν ο οποίος διετέλεσε υπουργός Οικονομίας υπό τον Σοσιαλιστή πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ αλλά έθεσε υποψηφιότητα ως ανεξάρτητος υποψήφιος.
Εάν, όπως αναμένεται, η Λεπέν και ο Μακρόν έρθουν αντιμέτωποι στον δεύτερο γύρο της εκλογικής αναμέτρησης στις 7 Μαΐου, τότε αυτό θα αποτελέσει ένα πολιτικό ορόσημο για τη Γαλλία καθώς θα είναι η πρώτη φορά τα τελευταία 60 χρόνια που τα κύρια κόμματα της Αριστεράς και της Δεξιάς δεν θα εκπροσωπούνται στο δεύτερο γύρο.
Η Γαλλία έχει να βρεθεί αντιμέτωπη με μια τέτοια πολιτική αναταραχή από το 1958, όταν, εν μέσω του Πολέμου της Αλγερίας, ο στρατηγός Σαρλ Ντε Γκολ ανήλθε στην εξουσία και συνέταξε το Σύνταγμα της 5ης Δημοκρατίας. Αυτή η μετάλλαξη του πολιτικού τοπίου, όπως κάθε μεγάλη πολιτική ρήξη, ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού βαθύτερων δυναμικών και των ιδιαίτερων περιστάσεων εκείνης της περιόδου.
Σήμερα η κατάσταση δεν είναι διαφορετική. Πρώτα, η βαθύτερη δυναμική, ήτοι η επικράτηση, όπως παρατηρείται σήμερα στις περισσότερες ανεπτυγμένες κοινωνίες, της λαϊκής δυσπιστίας προς τις ελίτ, των συναισθημάτων αποδυνάμωσης, του φόβου για την οικονομική παγκοσμιοποίηση και τη μετανάστευση και του άγχους όσον αφορά την αρνητική κοινωνική κινητικότητα και την αυξανόμενη ανισότητα.
Αυτά τα συναισθήματα -μαζί τον ιστορικό ρόλο του γαλλικού κράτους όσον αφορά την προώθηση της εθνικής ταυτότητας και της οικονομικής ανάπτυξης- συνέβαλαν στην αύξηση της υποστήριξης για το Εθνικό Μέτωπο. Το εθνικιστικό και ξενοφοβικό μήνυμα της Λεπέν και οι λαϊκίστικες οικονομικές πολιτικές της μοιάζουν πολύ με τα μηνύματα και τις πολιτικές του υποψήφιου της άκρας αριστεράς Ζαν-Λυκ Μελανσόν.
Η μεγάλη διορατικότητα του Μακρόν, την οποία λίγοι αναγνώρισαν αρχικά, έγκειτο στο ότι αντιλήφθηκε πως η διαίρεση ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά εμπόδιζε την πρόοδο καθώς και ότι οι προεδρικές εκλογές ήταν μια χρυσή ευκαιρία να προχωρήσει πέρα από αυτήν τη διαίρεση
Αν και η υποστήριξη για το Εθνικό Μέτωπο αυξάνεται για περισσότερο από μια δεκαετία, το κόμμα έως σήμερα παραμένει μακριά από την εξουσία, χάρη στο γαλλικό εκλογικό σύστημα των δύο γύρων που επιτρέπει στους ψηφοφόρους να ενωθούν εναντίον του στον δεύτερο γύρο. Και, δεδομένης της αδυναμίας του Εθνικού Μετώπου να συνάψει συμμαχίες, η εξουσία παρέμενε στα χέρια των κύριων κομμάτων της Αριστεράς και της Δεξιάς, παρόλο που η Γαλλία έχει κινηθεί προς την κατεύθυνση ενός τριμερούς πολιτικού συστήματος.
Τώρα, o Μακρόν εκμεταλλεύεται τις παρούσες συνθήκες για ν’ ανατινάξει το τριμερές σύστημα. Η μεγάλη διορατικότητα του Μακρόν, την οποία λίγοι αναγνώρισαν αρχικά, έγκειτο στο ότι αντιλήφθηκε πως η διαίρεση ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά εμπόδιζε την πρόοδο καθώς και ότι οι προεδρικές εκλογές ήταν μια χρυσή ευκαιρία να προχωρήσει πέρα από αυτήν τη διαίρεση, δίχως την αρωγή κάποιου οργανωμένου πολιτικού κινήματος.
Σε μια περίοδο όπου ο γαλλικός λαός απορρίπτει όλο και περισσότερο το παραδοσιακό κομματικό σύστημα, η αρχική αδυναμία του Μακρόν γρήγορα μετατράπηκε σε δύναμή του.
Βοήθησε το ότι, όπως αναγνώρισε και ο ίδιος ο Μακρόν, τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά έχουν κατακερματιστεί τα τελευταία χρόνια. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Αριστερά, όπου έχει προκύψει ένα ξεκάθαρο χάσμα ανάμεσα σ’ ένα ρεφορμιστικό ρεύμα, με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς, και τους συντηρητικούς που εκπροσωπούνται από τον υποψήφιο του Σοσιαλιστικού Κόμματος Μπενουά Αμόν.
Τα προβλήματα των Σοσιαλιστών επιδεινώνονται από την ύπαρξη μιας ριζοσπαστικής Αριστεράς που εργάζεται σθεναρά για τον αφανισμό τους, τόσο όσο και το αριστερό κόμμα Podemos που αποπειράθηκε να αντικαταστήσει το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Ισπανίας.
Η πηγή των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η παραδοσιακή Δεξιά είναι λιγότερο ξεκάθαρη. Οι δυνάμεις της παραμένουν σε γενικές γραμμές ενωμένες όσον αφορά οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα. Μάλιστα, μέχρι πριν από λίγους μήνες, ο δεξιός υποψήφιος για την προεδρία, ο Ρεπουμπλικάνος Φρανσουά Φιγιόν, αναμενόταν πως θα καταλάμβανε την πρώτη θέση στον πρώτο γύρο με μεγάλη διαφορά. Αλλά ένα σκάνδαλο -ο ίδιος φέρεται να κατέβαλε χρήματα στη σύζυγο και τα παιδιά του για ανύπαρκτες θέσεις εργασίας, ενώ ήταν μέλος του κοινοβουλίου- έπληξε την υποψηφιότητά του, κατά πάσα πιθανότητα θανάσιμα.
Οι πολίτες και οι πολιτικοί της Γαλλίας έχουν μικρή εμπειρία από κυβέρνηση που βασίζεται σε ευρείες συμμαχίες. Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί το πολιτικό σύστημα φτάνει σε αδιέξοδο, καθιστώντας δύσκολη μερικές φορές την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων
Οποια και αν είναι η αιτία για την εξασθένιση της Δεξιάς, ο Μακρόν έχει ωφεληθεί σημαντικά, καθώς και από τις διαιρέσεις που πλήττουν την Αριστερά. Τώρα, υπάρχει μια πραγματική ευκαιρία ο νεαρός ανεξάρτητος υποψήφιος να εκλεγεί πρόεδρος στις 7 Μαΐου, ανατρέποντας το πολιτικό σύστημα της 5ης Δημοκρατίας.
Αλλά μια εκλογική νίκη αποτελεί μόνο ένα πρώτο βήμα. Για να μπορέσει να κυβερνήσει στο πλαίσιο του υβριδικού προεδρικού-κοινοβουλευτικού συστήματος της Γαλλίας, ο Μακρόν θα πρέπει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Και τα σενάρια είναι δύο:
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, ο Μακρόν κερδίζει γρήγορα την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με τους γάλλους ψηφοφόρους να επιδιώκουν να ενισχύσουν την λαϊκή εντολή κατά τις εκλογές για την ανάδειξη των νέων μελών της Εθνοσυνέλευσης τον Ιούνιο. Αυτό είναι πιθανό, αλλά όχι βέβαιο: και είναι εδώ, όπου η απουσία ενός οργανωμένου πολιτικού κινήματος παραμένει μια αδυναμία για τον Μακρόν.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι εκλογές του Ιουνίου θα μπορούσαν να ενισχύσουν το δεύτερο σενάριο που αφορά τη συμβίωση (του Μακρόν) με μια κοινοβουλευτική συμμαχία που θα αποτελείται από μια μικρή μερίδα της Δεξιάς, μια μεγάλη κεντρώα παράταξη, και μια απελπιστικά διχασμένη παράταξη της Αριστεράς. Μια τέτοια εξέλιξη δεν θα αποτελούσε έκπληξη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Αλλά στη Γαλλία, όπου ο ρεπουμπλικανισμός συνέβαλε στην άνοδο του ιδεολογικού φάσματος Αριστεράς – Δεξιάς που διαμορφώνει την πολιτική σ’ όλη τη Δύση σήμερα, θα αποτελούσε μια πραγματική επανάσταση, που θα μπορούσε να σημάνει το τέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Δεδομένης της συμβολικής ισχύος της διαίρεσης ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, οι ψηφοφόροι της Γαλλίας όπως και οι πολιτικοί ηγέτες είχαν την τάση να εξετάζουν σχεδόν όλα τα προβλήματα της χώρας με ιδεολογικούς όρους.
Οι πολίτες και οι πολιτικοί της Γαλλίας έχουν μικρή εμπειρία από κυβέρνηση που βασίζεται σε ευρείες συμμαχίες. Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί το πολιτικό σύστημα φτάνει σε αδιέξοδο, καθιστώντας δύσκολη μερικές φορές την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, και γιατί το μήνυμα του Μακρόν, στο οποίο περιλαμβάνονται σαφή μεταρρυθμιστικά σχέδια, είναι τόσο ασυνήθιστο για τη Γαλλία.
Εάν η Λεπέν βρεθεί με κάποιο τρόπο στην κορυφή, στην γαλλική πολιτική -για να μην αναφέρουμε και την Ευρωπαϊκή Ενωση- θα έρθουν τα πάνω κάτω. Αλλά ακόμα και ο φαινομενικά μετριοπαθής Μακρόν αντιπροσωπεύει, με τον τρόπο του, μια πραγματικά ριζοσπαστική θέση. Δεδομένου ότι αμφότεροι οι υποψήφιοι θα περάσουν κατά πάσα πιθανότητα στον δεύτερο γύρο, η Γαλλία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας πολιτικής επανάστασης, ανεξάρτητα από το ποιος θα αναδειχτεί νικητής.
© The Project Syndicate, 2017
www.project-syndicate.org
*O Ζακί Λαΐντι είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού (Sciences Po) και πρώην πολιτικός σύμβουλος του Μανουέλ Βαλς, πρωθυπουργού της Γαλλίας έως τον Δεκέμβριο του 2016
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News