Παρά τις ιδεοληπτικές παθογένειες και τις πρακτικές φαυλότητας που συνοδεύουν κάθε πτυχή άσκησης της πολιτικής της, η κυβέρνηση έχει συλλάβει σωστά το κεντρικό πολιτικό μήνυμα: πρέπει να ξεμπερδέψει γρήγορα με την αξιολόγηση από την Τρόικα (Κουαρτέτο), ώστε να υπάρχει χρόνος για να «απορροφηθούν» τα δυσάρεστα μέτρα (Ασφαλιστικό, Φορολογικό) και να μπορέσει να ανακάμψει πολιτικά.
Προς αυτήν την κατεύθυνση κάνει τα πάντα και φέρεται διατεθειμένη να ικανοποιήσει ακόμα και επώδυνες απαιτήσεις των ελεγκτών, παρά τα όσα «ηρωϊκά» διοχετεύει για λόγους καθαρά προπαγανδιστικούς. Αυτό θα φανεί τις επόμενες εβδομάδες, όταν η μία υποχώρηση θα διαδέχεται την άλλη, κάθε φορά που οι αξιολογητές θα «ξινίζουν τα μούτρα» τους για όσα οι υπουργοί θα τους παρουσιάζουν.
Η βιασύνη της κυβέρνησης αποτυπώνεται σε κάθε επαφή – κυρίως διεθνή – και αναμένεται να κορυφωθεί κατά τη συνάντηση που θα έχει ο Αλέξης Τσίπρας με την Κριστίν Λαγκάρντ στο Νταβός, σε μια καταφανή προσπάθεια να πειστεί το «δύσκολο» ΔΝΤ να συναινέσει στην ταχεία ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Είχε προηγηθεί ο μίνι ευρωπαϊκός γύρος που έκανε ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, σε μια προσπάθεια να πειστούν οι βασικές κυβερνήσεις ευρωπαϊκών κρατών να μην βάλουν πρόσθετα εμπόδια, τώρα που η δεύτερη κυβέρνηση Τσίπρα έχει «λογικευτεί» και αποδεχθεί να εφαρμόσει τα πάντα και μάλιστα με ζήλο μεγαλύτερο από εκείνον της προηγούμενης κυβέρνησης Σαμαρά.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η «πλάτη» που έβαλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, με την κατηγορηματική διαβεβαίωση που έδωσε στη Γερμανία ότι η Ελλάδα θα τηρήσει όλες τις δεσμεύσεις της και με το εγκώμια προς την «μεγάλη πολιτικό» Ανγκελα Μέρκελ. Μένει να δούμε αν θα καταφέρει κάτι περισσότερο με τον παλιό γνώριμό του, Βόλφανγκ Σόιμπλε, (υπουργοί Εσωτερικών), που θεωρείται ο «κακός» της υπόθεσης.
Η τακτική αυτή της κυβέρνησης (βιασύνη για γρήγορη αξιολόγηση), αν και σωστή, έχει δύο μειονεκτήματα:
- Πρώτον, οι «απέναντι» καταλαβαίνουν τη βιασύνη και θα μπορούσαν να ζητήσουν και «τα μαλλιά της κεφαλής μας», αν ήθελαν να οδηγήσουν την κυβέρνηση στα όριά της, για πολιτικούς λόγους. Αυτό δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμα, παρά τα όσα λέγονται για την «εναλλακτική λύση», την οποία ορισμένοι βλέπουν στο πρόσωπο του νέου αρχηγού της ΝΔ, Κυριάκου Μητσοτάκη. Πιο λογικό είναι να υποθέσει κανείς ότι οι δανειστές θέλουν να μην υπάρξει πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα και η παρούσα κυβέρνηση να ολοκληρώσει την εφαρμογή του Μνημονίου, εφόσον τα καταφέρνει καλύτερα, τιθασεύοντας τις κοινωνικές αντιδράσεις (μέχρι στιγμής).
- Δεύτερον, η σημερινή κυβερνητική βιασύνη έρχεται μάλλον αργά. Αν είχε επιδειχθεί στην πρώτη φάση της διακυβέρνησης, μετά τον Γενάρη του 2015, όλα θα ήταν καλύτερα. Πολιτικά, η κυβέρνηση ήταν τότε πανίσχυρη και δεν θα είχε κανένα σοβαρό εμπόδιο να εφαρμόσει όσα επιχειρεί να εφαρμόσει σήμερα. Επιπλέον, τα μέτρα, που θα χρειαζόταν να ληφθούν τότε ήταν σαφώς λιγότερα και ηπιότερα, καθώς δεν είχε συμβεί η δημοσιονομική και τραπεζική κατάρρευση του πρώτου οκταμήνου του 2015.
Σήμερα, τα μέτρα φαίνονται βουνό και οι πολιτικές αντοχές της κυβέρνησης είναι κατά πολύ μειωμένες. Ηδη οι πρώτες δημοσκοπήσεις – μολονότι δεν είναι ιδιαίτερα αξιόπιστες και έχουν επηρεαστεί από τις ισχυρές εντυπώσεις της εκλογής Μητσοτάκη και της ισχυρής επικοινωνιακής υποστήριξης που (π)έτυχε – δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να μπει σε τροχιά πρόωρης και μεγάλης φθοράς, ιδιαίτερα αν κορυφωθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις και η δυσαρέσκεια φτάσει και σε μεγάλες πληθυσμιακά ομάδες, που τον υποστήριξαν εκλογικά. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη αυτού του φόβου, που διακατέχει ήδη την κυβερνητική ηγεσία, είναι το γεγονός ότι έχει βάλει πλώρη για αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε να εμποδίσει μια «παλινόρθωση» της ΝΔ, σε περίπτωση που οι πρόωρες εκλογές καταστούν αναπόφευκτες.
Ετσι και αλλιώς, η κυβέρνηση δεν έχει πολλές επιλογές. Η σημερινή τακτική της υπέρ της ταχείας ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και της εφαρμογής των μνημονιακών της δεσμεύσεων είναι (αναγκαστικώς) ορθή. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, όπως έχει παραδεχθεί ο κ. Τσίπρας από τον περασμένο Ιούλιο.
Ομως, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτός ο δρόμος θα είναι πολιτικά βατός για ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Κάθε άλλο. Εδώ είναι που ταιριάζει απολύτως το «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Αυτό που απομένει-περισσότερο ως ελπίδα και ευχή- είναι η κυβέρνηση να έχει την ικανότητα να επιλέξει είτε τον μικρότερο γκρεμό είτε το λιγότερο ορμητικό ρέμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News