«Οχι στην εντατικοποίηση των σπουδών.» Οσοι πέρασαν από πανεπιστημιακό αμφιθέατρο στη δεκαετία του ’80 θυμούνται το σύνθημα να κρέμεται στα χείλη των φοιτητών, στην άκρη του τηλεβόα και στις προσόψεις των σχολών. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής, η εντατικοποίηση των σπουδών είχε ως σκοπό να καθυποτάξει το αγωνιστικό φρόνημα των φοιτητών, να τους πάρει από το δρόμο για να τους βιδώσει στην καρέκλα, να γεμίσει το μυαλό τους με γνώσεις και αρχές που υπηρετούν το σύστημα.
Κανένας δεν υποδείκνυε τον χαβαλέ και την ενστικτώδη ροπή προς την τεμπελιά ως βασικά κίνητρα αγωνιστικής αφύπνισης. Ολοι το ήξεραν, αλλά ποιος να σήκωνε το χέρι στη συνέλευση για να το πει και στους άλλους; Θα τον έπνιγε η μομφή για την κοντή μνήμη και την ασέβεια προς τους αγώνες και τους νεκρούς –για όλα υπάρχουν κάποιοι νεκροί. Την ίδια εποχή, άλλωστε, η Αριστερά στα Πανεπιστήμια κατήγγειλε και τη χρήση των υπολογιστών ως μέσο που κατασκευάστηκε για να απαξιώσει την ανθρώπινη εργασία και να μεγιστοποιήσει τα κέρδη των καπιταλισμών.
Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να μην τα έζησε όλα αυτά, βάδισε όμως πάνω στο ίδιο μονοπάτι. Και ως ενεργό στέλεχος του φοιτητικού συνδικαλισμού μόχθησε για τη διατήρηση της παθογένειας που θρέφει το κόμμα και προκαλεί αναιμία στο πανεπιστήμιο. Μην κοροϊδευόμαστε, όλοι ξέρουμε πώς λειτουργεί ο φοιτητικός συνδικαλισμός και τι ακριβώς κάνουν τα κόμματα στα αμφιθέατρα των σχολών. Και αν ο νόμος Διαμαντοπούλου επιχείρησε να ακρωτηριάσει το μακρύ χέρι των κομμάτων, ήρθε η διαχείριση της Αριστεράς για να αποκαταστήσει την προνομιακή τους πρόσβαση στα πανεπιστήμια. Και όχι, αυτό δεν γίνεται μόνο για την ανάκτηση του ελέγχου από το κόμμα. Πρόκειται για μία αξιακή αρχή της Αριστεράς που αναγνωρίζει το κόμμα –κάθε κόμμα- ως πυρήνα των κοινωνικών εξελίξεων. Αν κάτι δεν αντιστοιχεί σε κόμμα, απαξιώνεται ως «απολιτίκ». Η κυβέρνηση της Αριστεράς είναι συνεπής προς όλα αυτά. Και αν μη τι άλλο τα προσαρμόζει στην αντίληψη της για την Παιδεία.
Στην κυβέρνηση θεωρούν φθηνή την αναφορά στο σχολείο που επέλεξε ο Πρωθυπουργός για τα παιδιά του. Συγγνώμη, αλλά δεν είναι έτσι. Οσο ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει να μην αιτιολογεί δημοσίως την επιλογή του, τόσο η αντιπολίτευση θα δικαιούται να επισημαίνει την αντίφαση. Ο Τσίπρας κατηγόρησε τον Μητσοτάκη ότι υπερασπίζεται τα σχολεία των ελίτ, λες και ο ίδιος δεν ανήκει στους προνομιούχους που έχουν την οικονομική άνεση για να εξασφαλίσουν το καλύτερο δυνατό για τα παιδιά τους. Και καλά κάνει. Ποιος από μας, αν μπορούσε, δεν θα έστελνε το παιδί του μαζί με τα παιδιά του Τσίπρα ή του Μητσοτάκη;
Ο Πρωθυπουργός μίλησε για ίσες ευκαιρίες και ίσα αποτελέσματα» στην εκπαίδευση. Αυτό εκτός από ανέφικτο, είναι και εφιαλτικό. Τι θα πει «ίσες ευκαιρίες»; Γίνεται το παιδί του εργάτη να έχει τις ίδιες ευκαιρίες με το παιδί του Πρωθυπουργού; Είναι ιδεατό, αλλά όχι και εφικτό. Και τι σημαίνει «ίσα αποτελέσματα»; Δεν φτιάχνουμε κιμά. Εδώ, λοιπόν, παρεμβαίνει η αντίληψη που σφυρηλατήθηκε στο πανεπιστήμιο της Μεταπολίτευσης. Η ισότητα στην παιδεία προάγεται με το ψαλίδισμα των προνομίων που απολαμβάνουν οι λίγοι, όχι με τη διαμόρφωση προϋποθέσεων για τη βελτίωση των πολλών. Η επίθεση προς τα ιδιωτικά σχολεία αυτή τη σκοπιμότητα εξυπηρετεί: την εξίσωση προς τα κάτω. Η άρνηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων εκεί αποσκοπεί: να μην καλλιεργηθεί το αίσθημα της μειονεξίας στα μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Αυτό όμως καλλιεργεί ταπεινά ένστικτα. Νομιμοποιεί τον φθόνο. Αφού δεν μπορώ να σε φτάσω, θα σε κρατήσω εδώ κοντά μου. Είναι σαν να λες ότι θα υποβαθμίσεις τις ιδιωτικές κλινικές για να έχουν όλοι την ίδια πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας. Εκεί πατάει και η απαξίωση της αριστείας. Η μετριότητα, επειδή εκφράζει τον πλειοψηφικό μέσο όρο, καθαγιάζεται ως «δημοκρατική». Για το «δημοκρατικό πέντε» δεν αγωνίζονταν οι παρατάξεις στις σχολές;
Oλα αυτά, θα πείτε, ήταν λίγο ως πολύ γνωστά. Δεν έχετε άδικο. Oμως μετά τη συζήτηση στη Βουλή καταλάβαμε ότι ο πυρήνας της πολιτικής αντιπαράθεσης θα μεταφερθεί και στην Παιδεία. Το «Λαός και Κολωνάκι» που παίζει ο Τσίπρας απέναντι στον Μητσοτάκη, θα προβάλλεται πλέον σε περισσότερα πεδία του δημόσιου βίου. Αυτό μπορεί να λειτουργεί στη Βουλή. Δεν είναι όμως πολιτική. Είναι αποσύνθεση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News