Είμαι από εκείνους που δεν πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις ανέχονται ή, ακόμα χειρότερα, ευνοούν τη βία και την ανομία. Πολύ απλά διότι δεν τις συμφέρει. Στο τέλος το πληρώνουν εκλογικά. Βεβαίως, οι αντιπολιτεύσεις σπεύδουν να εκμεταλλευθούν τα σχετικά κρούσματα, αλλά κι αυτές το κάνουν για ψηφοθηρία, χωρίς να συνυπολογίζουν ότι θα έρθει η στιγμή να υποστούν τα ίδια, όταν θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα από κυβερνητική θέση.
Υπενθυμίζω ότι στη δεκαετία του ’80, περίοδος έντονης δράσης της 17 Νοέμβρη, η τότε αντιπολιτευόμενη ΝΔ προσπαθούσε να αποκομίσει πολιτικο-εκλογικά οφέλη κατηγορώντας το ΠΑΣΟΚ περίπου ως φωλιά τρομοκρατών. Μάλιστα, φέρελπις τότε βουλευτής της είχε εκδώσει ολόκληρο βιβλίο, για να υποστηρίξει ότι η τρομοκρατική ομάδα ήταν κάτι σαν πράσινη κλαδική οργάνωση (ναι, πρόκειται για τον σημερινό κυβερνητικό εταίρο Πάνο Καμμένο).
Βεβαίως, το 1989 το ΠΑΣΟΚ έπεσε από την κυβέρνηση και ανέλαβε η ΝΔ του (μακαρίτη) Μητσοτάκη. Αλλά δεν κατάφερε να πιάσει την 17 Νοέμβρη. Και πώς να την πιάσει, αφού πίστευε και ερευνούσε σε λάθος κατεύθυνση; Χρειάστηκε να περάσουν άλλα 12 χρόνια για να εξαρθρωθεί η οργάνωση από μια άλλη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Συμπέρασμα πρώτο: δεν συνέφερε το ΠΑΣΟΚ η δράση της τρομοκρατίας, απλώς δεν μπορούσε να την αντιμετωπίσει, διότι έψαχνε σε λάθος κατεύθυνση. Οπως και η ΝΔ, άλλωστε.
Παράδειγμα δεύτερο: το 2008 κάηκε η Αθήνα (κυριολεκτικά). Δεν κυβερνούσε το (ανεκτικό, ας πούμε) ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δεν είχε 3%. Η ΝΔ του Κώστα Καραμανλή κυβερνούσε και πάει πολύ να της χρεώσει κάποιος ανοχή στη βία και στην ανομία. Απλώς η τότε κυβέρνηση είτε ήταν ανίκανη να την αντιμετωπίσει είτε έκρινε ότι τα πράγματα θα γίνονταν χειρότερα, αν δρούσε διαφορετικά, δηλαδή με υπέρμετρη αστυνομική βία. Ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, τότε υπουργός Εσωτερικών, είχε αντιδράσει στην πρόταση για πιο σκληρή στάση της Αστυνομίας και για κήρυξη της πόλης σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ισως και να είχε δίκιο. Συμπέρασμα δεύτερο: βία και ανομία δεν έχουμε μόνο επί κυβερνήσεων που -υποτίθεται ότι- την ανέχονται.
Ολα αυτά τα υπενθυμίζουμε για να φτάσουμε στα σημερινά. Η κυβέρνηση Τσίπρα κατηγορείται διαρκώς ότι ανέχεται την ανομία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι την υποθάλπει. Η αντιπολίτευση παίζει το γνωστό παιχνίδι. Τζογάρει με το θέμα, που πουλάει, ελπίζοντας και σε εκλογικά οφέλη.
Φυσικά, δεν είναι όλα τα κρούσματα βίας και ανομίας ίδια. Τα τρικάκια και οι μπογιές του Ρουβίκωνα δεν έχουν καμιά σχέση με τη βόμβα στον Παπαδήμο και (το τελευταίο) με την επίθεση εναντίον του λεωφορείου με τους αστυνομικούς στη Θεσσαλονίκη. Ο ποινικός νομοθέτης είναι σαφής. Τα πρώτα είναι πταίσματα ή ελαφρά πλημμελήματα, τα δεύτερα είναι δολοφονικές ενέργειες.
Ανάλογη πρέπει να είναι η αντιμετώπιση. Για παράδειγμα, ο αρμόδιος υπουργός μπορεί να λέει ότι οι του Ρουβίκωνα κάνουν «ακτιβιστικές ενέργειες». Μικρό το κακό ή το λάθος. Αλλά η περίπτωση της Θεσσαλονίκης δεν είναι το ίδιο. Μάλιστα, αν οι δράστες κατέφυγαν -όπως καταγγέλλεται- στο χώρο του Πανεπιστημίου, ήρθε η ώρα να τελειώσει το καλαμπούρι περί πανεπιστημιακού ασύλου. Ετσι κι αλλιώς ο νόμος δεν προβλέπει άσυλο για προστασία ατόμων που διαπράττουν κακουργήματα. Κι αν δεν το καταλαβαίνει ο Νίκος Τόσκας, κάποιος πρέπει να του το εξηγήσει.
Πριν από πολλά χρόνια ένας υπουργός είχε δηλώσει ότι δεν είχε καταλάβει πως ένας επιχειρηματίας ήταν απατεώνας και «τύλιξε» την κυβέρνηση. Μια εφημερίδα τού απηύθυνε κάθε μέρα το ερώτημα: «Συνένοχος ή βλάξ;».
Η βία κι η ανομία στρέφεται κατά των κυβερνήσεων. Σήμερα προκαλεί ζημιά στην κυβέρνηση Τσίπρα, όπως σωστά δήλωσε ο κ. Τόσκας. Φυσικά, δεν μπορεί να του αποδοθεί η πρώτη κατηγορία του ερωτήματος (συνενοχή). Ομως, ο ίδιος καλείται να αποδείξει δεν είναι βλακώδης η στάση του σε περιστατικά όπως της Θεσσαλονίκης.
Εκτός αν πιστεύει αυτό που έχει πει ο Ναπολέων: «Στην πολιτική η βλακεία δεν είναι μειονέκτημα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News