Ηταν μια φράση ενός σκηνοθέτη, για εκείνο το παιχνίδι των παιδικών μας χρόνων, που μου την είπε, υπενθυμίζοντας μου τους «όρους» του. «Και να θυμάσαι, ότι το κρυφτό τελείωνε πάντα με φτύσιμο». Αυτό ακριβώς! Αφιερωμένο από καρδίας και βαθιάς σιχασιάς στις ηγεσίες ετούτου του τόπου.
Η κοινοποίηση στο FB τράβηξε την προσοχή μου αυτόματα. «Την Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου στις 7 η ώρα ελάτε να φωτίσουμε με φακούς και με τα κινητά μας το Πάρκο. Η συνάντησή μας στο Αγαλμα της Αθηνάς».
Το πάρκο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Ακριβώς απέναντι από το σπίτι των παιδικών μου χρόνων. Κάτι σαν προέκταση του σαλονιού μας. Με σβελτάδα σερπαντίνας περνάνε από μπροστά μου χιλιάδες εικόνες. Ο μπαλονάς, οι εν σειρά βλοσυροί ήρωες της Επαναστάσεως, το Αλσος Οικονομίδη, το παγωτό κασάτο και η τριγωνική τυρόπιττα σε τσίγκινο πιατάκι, τα γκαρσόνια με το άσπρο σακάκι και το μαύρο παπιγιόν, ο ταχυδακτυλουργός και τα περιστέρια που έβγαζε από το καπέλο του, τα ακροβατικά και η ανάσα που κοβόταν στο «Χωρίς δίκτυ ασφαλείας κυρίες και κύριοι!»…
Εκείνο το εμβληματικό «Φίλοι μου αγαπημένοι». Και στην άλλη άκρη το Green Park, ως αντίπαλον δέος, με τον Ομηρο Αθηναίο. Και τα παιδιά που έπαιζαν ποδόσφαιρο και εκείνο το παλικάρι, το πρώτο μου φιλί, και μετά, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και η κλούβα και γω σε ένα σκαμνί να κατασκοπεύω από τα κλειστά παντζούρια και οι φωνές του πλήθους «Ρίξτε κραγιόν και λεμόνια»…
Ποτέ δεν κατάλαβα τι το ήθελαν το κραγιόν. Πέταξα ένα κόκκινο της μάνας μου. Έτσι κι αλλιώς, στη συνέχεια των χρόνων, πήρε το κόκκινο εκδίκηση, όπως κάθε τι που φιμώνεις. Και εκείνο το παλικάρι, του πρώτου φιλιού, καταχωρημένος πια στους ήρωες του Πολυτεχνείου και το βλέμμα του, όπως κοιτούσε το μπαλκόνι μου και μου έκλεισε το μάτι, καταχωρημένο στην ψυχή μου. Το τελευταίο βλέμμα ενός Μιχάλη. Και ο επιδειξίας που με έκανε να ντραπώ… Περίεργο συναίσθημα η ντροπή. Την νοιώθει αυτός που δεν την αξίζει. Και η λιμνούλα που λάτρευα. Και η τραγικά μπογιατισμένη πουτάνα που ψάρευε πελάτες…. Απ΄όλα είχε το Πάρκο! Αλλά είχε και αστυνομικούς σε κάθε σου βήμα.
Η κοινοποίηση «Ελάτε να φωτίσουμε το πάρκο με φακούς» τράβηξε την προσοχή μου. Αρχικά με πλημμύρισε νοσταλγία. Μετά θυμό. Για την κατάντια του. Εδώ και χρόνια. Για τον εμπαιγμό. Εδώ και χρόνια. Για την ανομία. Εδώ και χρόνια. Για το ράβε ξήλωνε. Για την κακογουστιά, με μόνο σκοπό να ξοδεύονται χρήματα. Πολλά χρήματα! Εφαγε κόσμος και κοσμάκης. Λίγδωσαν, όχι αντεράκια, αλλά μπούκωσαν ολόκληρα πεπτικά συστήματα. Και εν τέλει… Ολα όπως τα άφησαν ξεπεσμένοι. Ενα κουβάρι Χάος! Αποθήκη ναρκομανών, open air μπουρδέλο, προφυλαγμένα γραφεία εμπόρων πρέζας, άστεγοι.
Και τα καθάρματα της εξουσίας απόντα-παρόντα. Να διεκδικούν μέχρι και αρχηγίες κομμάτων. Τόσο θράσος. Ανίκανοι, πορωμένοι στη μίτζα, φθηνοί, θρασείς. Τέλμα. Ολα τέλμα. Και ξαφνικά. Λατρεύω αυτά τα ξαφνικά… Ως ταχυδακτυλουργοί που ξεγελάνε παιδάκια, έβγαλαν αίφνης περιστέρια από το καπέλο της εξουσίας. Μελετήστε το timing! Μια μέρα πριν τη συγκέντρωση των πολιτών μετά την κοινοποίηση στο FB, πήραν φωτιά… Και έτρεχαν και δεν έφταναν. Εργολαβία των δυο ημερών. Να κλαδεύουν, να ψιλοφωτίζουν, να καθαρίζουν, να ενημερώνουν τους «κατακτητές», «Για σήμερα και για αύριο, χαθείτε». Ταχυδακτυλουργοί να περιπαίζουν παιδάκια.
Επτά παρά δέκα, ελάχιστοι οι συγκεντρωμένοι. «Γιατί δεν ξεσηκώνεται ο κόσμος;» αναρωτιούνται οι πρωτεργάτες. Και φτάνει 7.05 και συρρέει πλήθος. Νοήμονες πολίτες. Ενεργοί. Ωραίοι. Κάθε ηλικίας. Με τα μωρά τους σε καροτσάκια, με τα σκυλιά τους. Πήρα ανάσα. Ήμαστε ακόμα ζωντανοί σε μια σκηνή που δεν μας αξίζει. Όλοι δε χαμογελαστοί. Δεν έχω δει πιο χαμογελαστό, θυμωμένο πλήθος. Έτσι όπως το πρόσωπο του πολιτισμού. Του αστού όπως τον είχα καταχωνιάσει στη μνήμη μου. Που είχε μέτρο και αίσθηση ευθύνης. Που είχε κανόνες πολιτισμού στη μάχη.
Ναι, υπάρχουν ακόμα τέτοιοι άνθρωποι. Και η Νομαρχία μας, έστειλε απεσταλμένη. Η έρμη «εξουσία»… Εκανε αυτό που ξέρει. Να μιλάει χωρίς να ακούει. Κασέτα έβαλε. «Οι προηγούμενες κυβερνήσεις»… Πάντα «οι προηγούμενοι»… Το κρυφτό τελειώνει πάντα με φτύσιμο. «Πού είναι η κυρία Δούρου;» τη ρωτάω. «Δεν ενημερώθηκε για τη συγκέντρωση των πολιτών; Πού είναι η κυρία Δούρου να εμφανιστεί;». «Μιλάτε σοβαρά;» με αποστόμωσε. Εχει και το θράσος το μέγιστό του! «Η Περιφερειάρχης έχει ένα δομημένο πρόγραμμα, εβδομάδων κυρία μου»…
Η Περιφερειάρχης… Η Υπερνομάρχης κάποτε, που είχε αναλάβει το πάρκο… Ο Δήμαρχος που έχει αλλά δεν έχει εξουσία και σίγουρα ούτε τσαγανό. Και πάει λέγοντας. Μια κεκτημένη αδράνεια. Και τι μένει τελικά; Αυτοί οι πολίτες. Οι ενεργοί. Και η ελπίδα. Οι σπίθες από τους φακούς να γίνουν φως. Από τα δικά μας χέρια, αναγνώστες. Ενεργοί πολίτες, «ωραίοι» απέναντι σε ταχυδακτυλουργούς της δεκάρας.
Στο πάρκο χθες το βράδυ, περιφερόμενη με πλήθος πολιτών στην κατάντια του, ένοιωσα ότι υπάρχει ελπίς και οξυγόνο. Hθος. Και πολιτισμένοι άνθρωποι. Το κρυφτό τελειώνει με φτύσιμο. Οι πολιτισμένοι βέβαια δεν φτύνουν. Πολλώ δε μάλλον, όταν γνωρίζουν από βάθους ψυχής, ότι οι «άρχοντες» εκλαμβάνουν το φτύσιμο για βροχή. Πού θα πάει; Κάτι, κάποτε θα αλλάξει. Η δύναμη της όποιας αλλαγής περνάει από το χέρι μας… Στα χρόνια του FB. Μην κοροϊδεύετε καθόλου τη δύναμή του. Καλή συνέχεια και δύναμη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News