Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κλώτσησε την ευκαιρία. Την διπλή ευκαιρία, να ξεφορτώσει από τις πλάτες της παράταξής του το άγος του Μακεδονικού, και να πείσει ότι ο ίδιος είναι ο ηγέτης της επόμενης μέρας.
Προφανώς δεν είναι μόνο το κόμμα του υπεύθυνο για το γεγονός ότι η εξωτερική μας πολιτική εγκλωβίστηκε για πάρα πολλά χρόνια σε μία υπόθεση που για μάς έγινε ψύχωση και για τον υπόλοιπο κόσμο γραφικότητα.
Είναι όμως το κόμμα του που κυβερνούσε όταν αρνηθήκαμε τη λύση που μας δόθηκε και που μετά έγινε ο ανεκπλήρωτος εθνικός στόχος. Ξοδέψαμε μεγάλο απόθεμα διπλωματίας στην παγίδα του ονόματος της γειτονικής χώρας, απόθεμα που προφανώς στερήσαμε από άλλα μέτωπα όπως συμβαίνει πάντα στην εξωτερική πολιτική και όμως είμαστε πάλι πρόθυμοι σήμερα, για πολλοστή φορά, να ξαναπιαστούμε στο δόκανο.
Ο κ. Μητσοτάκης θα μπορούσε τώρα να τερματίσει τον κύκλο της ειρωνείας. Ο πατέρας του ήταν ο Πρωθυπουργός που εφάρμοσε μια πολιτική που δεν πίστευε, αγόμενος από την ισχνή κοινοβουλευτική του πλειοψηφία και την ιδεοληψία τού υπουργού του των Εξωτερικών. Οι πλατείες των αγανακτισμένων τότε γέμιζαν από ιερή εθνική οργή που εντέχνως είχε καλλιεργήσει ο κ. Σαμαράς, συνεπικουρούμενος από μια μεγάλη ομάδα πολιτικών και δημοσιογράφων – το φαινόμενο είχε πάρει την μορφή κοινωνικής πλημμυρίδας και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν μπόρεσε να της αντισταθεί. Ετσι κι αλλιώς ο υπουργός του τελικά τον έριξε χάριν του Μακεδονικού. Πήρε ένα κομμάτι της ΝΔ και έφυγε, για να εμφανισθεί χρόνια μετά αντίπαλος της κόρης του παλιού αρχηγού, την οποία κέρδισε, για να κάνει τον αδελφό της πρωτοκλασσάτο υπουργό και να του εξασφαλίσει την αίγλη που χρειαζόταν για να τον διαδεχτεί στην αρχηγία.
Η ειρωνεία έμελλε να έχει και υστερόγραφο. Μία κυβέρνηση με ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία πάλι, κινδυνεύει να πέσει από ένα άλλο μικρό εθνικιστικό κόμμα που επίσης έφυγε από τη ΝΔ, ξανά με αφορμή αυτή την αραχνιασμένη εθνική υπόθεση.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε τη δυνατότητα να δεχτεί τη συγγνώμη του Γιάννη Μουζάλα και να θεωρήσει την υπόθεση ανάξια να πυροδοτήσει πολιτικές εξελίξεις. Μπορούσε με τη στάση του να βοηθήσει στην κατάσβεση της αχρείαστης ανάφλεξης του Μακεδονικού.
Μπορούσε να αλλάξει την εθνική ατζέντα στο κόμμα του και να απομονώσει τα βαρίδια που το κρατούν κολλημένο στο ’90. Δεν θέλησε. Υποψιάζομαι ότι, όπως ο πατέρας του, δεν μπόρεσε αν και θα ήθελε. Δεν μπόρεσε να αντιταχθεί στη βαθια ριζωμένη υστερία που προκαλεί αυτό το θέμα στο (μεγάλο) οπισθοδρομικό κομμάτι του κόμματός του. Ομως από τέτοιες συγκρούσεις γεννιούνται οι ηγέτες. Εκείνος εξ αντικειμένου συμπορεύτηκε με τον κ. Καμμένο, απαιτώντας την παραίτηση του αφηρημένου υπουργού.
Ο πατέρας είχε εκτιμήσει λάθος ότι σε 10 χρόνια θα έχει ξεχαστεί αυτή η υπόθεση – βρίσκεται εδώ για να μας θυμίζει ότι η Ιστορία δεν αφήνει τίποτα ατιμώρητο. Ο φέρελπις ευρωπαίος νεωτεριστής υιός, ίσως σε δέκα χρόνια να θυμάται επίσης ότι έχασε μια μοναδική ευκαιρία να επιβάλει τη νέα εποχή στο κόμμα του και το ηγετικό του ανάστημα στην πολιτική μας ζωή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News