«Πού θα δούμε τη “Φάλαινα” του Αρονόφσκι;» αναρωτιόμασταν με την παρέα πριν από λίγο καιρό.
«Στο Ιντεάλ θα πάμε», είπε ο ευαίσθητος της παρέας. «Να στηρίξουμε να μην κλείσει».
Ακούστηκε ρομαντικό και λυπητερό μαζί.
Το βράδυ της προβολής ήταν μια χειμωνιάτικη καθημερινή. Ψόφια πράγματα γενικώς. Αλλά είναι κάποια σημεία της πόλης που με ένα μαγικό τρόπο δεν ξεμένουν ποτέ από ενέργεια και κίνηση. Ενα Ρεξ φωτισμένο. Και παραδίπλα η είσοδος του Ιντεάλ. Διακριτική και αριστοκρατική.
Να σας πω την ιστορία του; Θα σας την πω. Οταν κάτι αισθάνεσαι ότι το χάνεις, εκεί είναι που το ξαναθυμάσαι. «Ιντεάλ» ή αλλιώς «Ιδεώδες» επειδή ήθελαν να είναι μεγαλοπρεπές. Και όντως, ήταν. «Σαλόν Ιντεάλ» η πρώτη ονομασία του όταν άνοιξε τις πόρτες του το 1921. Εκατό και βάλε χρόνια, ο πιο παλιός εν λειτουργία κινηματογράφος της Αθήνας δηλαδή. Σκέφτεσαι τι έχει περάσει από εκεί και σε πιάνει δέος. Πόσες ταινίες, πόσος κόσμος. Ενας χώρος που ξεχειλίζει αστική κουλτούρα.
Ηταν λέει πρωτοπόρος και από απόψεως τεχνολογικού εξοπλισμού, ένας από τους δύο κινηματογράφους της πρωτεύουσας που εγκατέστησε συστήματα στερεοφωνικού ήχου. Φαντάζομαι τους πρώτους κατοίκους των Αθηνών που παρακολούθησαν ταινία εκεί με τον χαρακτηριστικό Dolby Stereo ήχο. Θα την άκουσαν κανονικά.
Πέρασε και από Συμπληγάδες. Μια πυρκαγιά το 1933 στην οποία κόντεψε να καεί κόσμος. Αναγεννήθηκε όμως. Εγινε ξανά «Ιδεώδες». Και κάηκε ακόμα μία φορά το 1990. Τότε στην αναγέννηση βοήθησε ο Αλέξανδρος Σπέντζος που έχει και τη διαχείριση μέχρι σήμερα. Και να το πάλι το εμβληματικό σινεμά της πόλης, πιο πολυτελές από ποτέ. Μπήκαν και οι αναπαυτικές πολυθρόνες της γαλλικής εταιρείας Quinette που έχει εξοπλίσει μέχρι και το Palais des Festivals στις Κάννες και οι τοίχοι στο πλάι έγιναν καμβάς του ζωγράφου Αγγελου Αντωνόπουλου. Οσο για τη γιγαντοοθόνη του, είναι η μεγαλύτερη σε μεμονωμένη αίθουσα στην Ελλάδα.
Ενα νεοκλασικό κέντημα στην Πανεπιστημίου, μια προίκα της πόλης που περνούσε από γενιά σε γενιά σινεφίλων. Τι τα θες. Την προίκα άμα την παρατάς να πολυκαιρίσει, καταστρέφεται. Και το «Ιντεάλ», το διατηρητέο συγκρότημα στον οποίο ανήκει δηλαδή, αφέθηκε στη φθορά. Ιδιοκτησία του ΕΦΚΑ, σου λέει. Επεσε μέρος της οροφής πριν από λίγους μήνες, σε μια προγραμματισμένη προβολή για τους δημοσιογράφους. Οφειλόταν σε κατάρρευση του διπλανού κτίσματος όπου ήταν κάποτε το Ελληνικό Ωδείο. Αλλο κέντημα που αφέθηκε να πολυκαιρίσει.
Και μετά ήρθε η απόφαση αλλαγής χρήσης των κτιρίων. Φώναζε το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων, φώναζαν οι πολίτες, φώναζε η Ελληνική Εταιρεία Κινηματογράφου για τη διάσωσή του. Μαζί και για το «Αστορ», το «Αελλώ» και την «Ιριδα», που επίσης κινδυνεύουν. Πρέπει να κριθούν διατηρητέοι, συμφωνούσαν όλοι. Στάλθηκαν επιστολές στα υπουργεία. Σοβαρά σκέφτεστε να κλείσετε τους πιο ιστορικούς κινηματογράφους της Αθήνας; Για να γίνει στη θέση τους τι; Ξενοδοχεία και καταστήματα; Κι ο σύγχρονος πολιτισμός; Η Εβδομη Τέχνη; Η αστική κληρονομιά… Ακούει κανείς;
Δεν άκουσε. Και βγήκε η απόφαση. Ολο το ιστορικό Μέγαρο Σλήμαν-Μελά εκμισθώθηκε για 45 χρόνια από τη διοίκηση του ΕΦΚΑ στον επιχειρηματία Κωνσταντίνο Μήτση, για να γίνει πολυτελές ξενοδοχείο. Βέβαια, η τύχη του σινεμά δεν έχει κριθεί ακόμα. Υπάρχει κωλυσιεργία ως προς τη διευθέτηση της διατήρησής του. Παραδίπλα, το ομώνυμο εστιατόριο που έχει επίσης μια μεγάλη ιστορία πίσω του, έχει κριθεί διατηρητέο κι ας μην είναι πια σε λειτουργία.
Θα περάσει η αστική κληρονομιά στα χέρια της ιδιωτικής υποκειμενικής κρίσης ή όχι; Ιδού η απορία, που δεν θα έπρεπε καν να υπάρχει. Κάποια σημεία της πόλης είναι κομμάτια της ταυτότητάς της, διαμορφώνουν την αστική εικόνα. Είναι η ενέργεια που παίρνεις όταν περνάς από δίπλα τους, εσύ ο περαστικός, ο επισκέπτης, ο τουρίστας.
Ο ευαίσθητος φίλος πήγε στο ταμείο να πάρει τα εισιτήριά μας. Είχα χρόνια να μπω στο «Ιντεάλ». Πώς να επιβιώσουν και τα σινεμά με κάποιους σαν κι εμένα; Που δεν πάνε και τόσο συχνά πια κινηματογράφο γιατί προτιμούν να αποχαυνωθούν στο Netflix ξαπλωμένοι στο κρεβάτι τους; Που χρειάζονται έναν ευαίσθητο φίλο να τους ξεκουνήσει; Ενιωσα ενοχή και δέος μαζί. Ενα γκρίζο μελαγχολικό συναίσθημα, όπως οι τοιχογραφίες του Αντωνόπουλου στους τοίχους.
Η προβολή άρχισε. Βυθίστηκα στην πολυθρόνα και στον στερεοφωνικό ήχο. Ο ευαίσθητος φίλος κάθισε πίσω-πίσω. Ισως επειδή ήθελε να έχει πανοραμική θέα του σινεμά που μπορεί οσονούπω να γίνει λόμπι. Βαριά βιομηχανία μας, σου λέει, ο τουρισμός. Τόσο βαριά, που απ’ ό, τι φαίνεται ισοπεδώνει τα πάντα. Αλλάζει και τον στίχο του Ελύτη. Αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα ξενοδοχείο.
ΥΓ. Οι κινηματογράφοι «Αστορ», «Ιντεάλ» και «Ιριδα» ανοίγουν τις πόρτες τους, την Κυριακή 2 Απριλίου, με δωρεάν προβολές και συλλογή υπογραφών για τη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News