Μπορεί ο Ερντογάν να ετοιμάζει χερσαία επιχείρηση στη Συρία με στόχο να επεκτείνει τα «σύνορα της καρδιάς του», η Αγκυρα όμως υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία ότι, όσον αφορά το δυτικό «μέτωπο», δηλαδή το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν είναι ένα παροδικό προεκλογικό τέχνασμα. Είναι στρατηγική που ήρθε για να μείνει. Η κυριαρχία των ελληνικών νησιών του Αιγαίου θα συνεχίσει να αμφισβητείται δια του έωλου επιχειρήματος της αποστρατιωτικοποίησης. Και η επεκτατική διάθεση στην Ανατολική Μεσόγειο θα συνεχίσει να εκφράζεται με αιχμή του δόρατος το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Ακόμα κι αν κανείς θελήσει να αφήσει στην άκρη τις αλλεπάλληλες κορώνες και τις ευθείες πολεμικές απειλές της τουρκικής ηγεσίας κατά της Ελλάδας τοποθετώντας τες σε μια μακρά λίστα εσωτερικών ικανοποιήσεων, είναι αδύνατο να αγνοήσει τον όλο και πιο ισχυρό θεσμικό χαρακτήρα που αποκτά η εμμονή της Αγκυρας για ανατροπή του στάτους κβο στην ευρύτερη περιοχή. Μετά το κείμενο θέσεων και στόχων του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, στο οποίο υπογραμμίζεται ότι, καθώς η Ελλάδα παραβιάζει τη Συνθήκη της Λωζάνης αθετώντας το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των νησιών του Αιγαίου, η Τουρκία είναι διατεθειμένη να προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες για να «λύσει το πρόβλημα», ήρθε η πλέον πρόσφατη ανακοίνωση του Συμβουλίου Ασφαλείας, του καθ’ ύλην αρμόδιου οργάνου για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής. Σε αυτήν η Αγκυρα απαιτεί από την Αθήνα να τηρήσει τις διεθνείς συνθήκες και να αποστρατιωτικοποιήσει πάραυτα τα νησιά, ειδάλλως θα αμφισβητηθεί η κυριαρχία τους. Ξεκινώντας από τη Σαμοθράκη και καταλήγοντας στο Καστελλόριζο. Ο παραλογισμός των εξ ανατολών γειτόνων έχει επιστεγαστεί, εις τριπλούν, με αντίστοιχες επιστολές στα Ηνωμένα Εθνη.
Το καθεστώς των νησιών μας
Για την Αθήνα, το εν λόγω ζήτημα και κυρίως η κατάρριψη των τουρκικών θέσεων αποτελεί την υπ’ αριθμόν ένα προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής, εξ ου και οι τουρκικές επιστολές έχουν απαντηθεί στον ΟΗΕ με την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια. Αυτό, όμως, που ξεχωρίζει στην τρέχουσα συγκυρία είναι ότι οι έλληνες διπλωμάτες δεν αρκούνται στην επανάληψη των τεσσάρων βασικών επιχειρημάτων έναντι των τουρκικών αιτιάσεων. Τα επιχειρήματα αυτά, φυσικά, παραμένουν ισχυρά, θωρακίζοντας το δικαίωμα της χώρας, άρα και των νησιών στην άμυνα.
Πρώτο εξ αυτών, η διαρκής απειλή πολέμου, το λεγόμενο casus belli, που έχει εκδοθεί κατά της Ελλάδας με απόφαση της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 1995. Δεύτερο, η διατήρηση της Στρατιάς του Αιγαίου στα παράλια της Μικράς Ασίας – μιας δύναμης με ισχυρές αποβατικές μονάδες. Τρίτο, το μαύρο τετελεσμένο της εισβολής στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974 – γεγονός που αποδεικνύει ότι η Τουρκία δεν επιδεικνύει διαχρονικά κανέναν ενδοιασμό να παραβεί ακόμα και τον πιο σκληρό πυρήνα του Διεθνούς Δικαίου. Τέταρτο, το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο πιστοποιεί το δικαίωμα κάθε κράτους-μέλους σε «συλλογική, νόμιμη αυτοάμυνα», εάν, φυσικά, δεχθεί επίθεση.
Καθώς, όμως, η Τουρκία κραδαίνει τις Συνθήκες της Λωζάνης και των Παρισίων ισχυριζόμενη ότι τα νησιά δόθηκαν στην Ελλάδα (1923 και 1947 αντιστοίχως) υπό την όρο ότι θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημένα, η ελληνική θέση πλαισιώνεται από το επιχείρημα ότι ακόμα κι αν ένα άρθρο της Συνθήκης δεν τηρείται εξαιτίας άλλων αιτιών, όπως είναι οι ευθείες τουρκικές απειλές κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, αυτό δεν συνεπάγεται ότι ακυρώνεται εν συνόλω η βασική πρόβλεψη της Συνθήκης. Και η βασική πρόβλεψη της Λωζάνης είναι ο καθορισμός των συνόρων της Τουρκίας μετά τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Προκειμένου, όμως, να αποκλειστεί το όποιο ενδεχόμενο να βρεθούν διεθνώς ευήκοα ώτα στις τουρκικές θέσεις, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών κινείται διαρκώς, με στόχο να αποσπάσει τις δημόσιες δεσμεύσεις όσο το δυνατόν περισσότερων εκ των συμβαλλομένων στις Συνθήκες Λωζάνης και Παρισίων. Αρκεί κανείς να θυμηθεί την πρόσφατη επικύρωση της θέσης ότι «η κυριαρχία των ελληνικών νησιών δεν αμφισβητείται» από την Ιταλία (τόσο από την πρωθυπουργό Μελόνι, όσο και από τον υπουργό Εξωτερικών Ταγιάνι), τη Γαλλία και τη Σερβία, τριών δηλαδή από τα έξι κράτη που υπέγραψαν στη Λωζάνη, εξαιρουμένων, φυσικά, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Αλλά και τις αντίστοιχες τοποθετήσεις αυτών που υπέγραψαν τη Συνθήκη των Παρισίων, δηλαδή Ηνωμένων Πολιτειών, Βρετανίας, Ρωσίας, Γαλλίας, Ιταλίας.
Το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Δεύτερο μέτωπο είναι η Ανατολική Μεσόγειος και η αποκαλούμενη «Γαλάζια Πατρίδα», η οποία εκφράζεται στο πεδίο με το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Εκτός από τις διμερείς κινήσεις και τη διεθνοποίηση των παρανομιών τις οποίες συνυπογράφουν Αγκυρα και Τρίπολη, η Αθήνα έστειλε επιστολή στα Ηνωμένα Εθνη, αποδομώντας το σύμφωνο, αναδεικνύοντας δι’ αυτού τις ελληνικές θέσεις, την προσήλωση της χώρας στη νομιμότητα, καθώς και υπενθυμίζοντας –εμμέσως πλην σαφώς– τις «κόκκινες» γραμμές της ελληνικής άμυνας. Η επιστολή έρχεται ως απάντηση στην «παρέλαση» των Τούρκων υπουργών στις 3 Οκτωβρίου στη Λιβύη, όταν υπογράφτηκαν νέες συμφωνίες περί έρευνας στην τουρκο-λιβυκή ΑΟΖ, κατ’ ουσίαν δηλαδή συμφωνίες υλοποίησης του αρχικού μνημονίου, οι προβλέψεις του οποίου έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και τις αρχές καλής γειτονίας.
Απέναντι στη σκόπιμη κλιμάκωση της Τουρκίας, η Ελλάδα προειδοποιεί ότι οποιαδήποτε ενέργεια εφαρμογής του νομικά άκυρου μνημονίου θα υπονομεύσει έτι περαιτέρω την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο και ενδεχομένως θα οδηγήσει σε επιδείνωση της υπάρχουσας έντασης. Επαναλαμβάνοντας ενώπιον της διεθνούς κοινότητας ότι διαθέτει κυριαρχικά δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνης της, αντιλαμβανόμαστε πως η Αθήνα δεσμεύεται ότι σε περίπτωση που αυτά αμφισβητηθούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο και με επίκληση των τουρκολιβυκών μνημονίων, τότε θα υπάρξει έμπρακτη αντίδραση. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Στην επιστολή αναδεικνύεται, επίσης, η συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου για την οριοθέτηση της ΑΟΖ, όχι μόνο ως απόδειξη σύμπλευσης με αυτά που ορίζει το Διεθνές Δίκαιο, αλλά και διότι το Κάιρο έχει ξεκαθαρίσει ότι θα σταθεί απέναντι σε οποιονδήποτε επιχειρήσει να θέσει εν αμφιβόλω τα κυριαρχικά δικαιώματα της Αιγύπτου εντός της ΑΟΖ.
Εχοντας πάντοτε ως δεδομένη την εξαιρετικά μεγάλη δυσκολία της Ελλάδας να στήσει ένα εφεκτικό δίκτυο επιρροής στη Λιβύη και σε συνέχεια όσων συνέβησαν πριν από λίγες εβδομάδες κατά το ταξίδι του Νίκου Δένδια στην Τρίπολη, η ελληνική διπλωματία υπενθυμίζει τη θέση της περί της νομιμότητας και των καθηκόντων της λιβυκής κυβέρνησης, η οποία δεν δικαιούται να δεσμεύει τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας με συμφωνίες όπως αυτή με την Τουρκία. Αυτή, άλλωστε, είναι και η θέση σύσσωμης της διεθνούς κοινότητας, πλην, φυσικά, της Αγκυρας.
Οπως διαμορφώνονται οι διεθνείς συνθήκες, τίποτα πλέον δεν μπορεί να θεωρείται ως δεδομένο. Καθώς η Ανατολική Μεσόγειος έχει καταστεί επίκεντρο του γεωπολιτικού και ενεργειακού ενδιαφέροντος, είναι βέβαιο ότι οι επόμενοι μήνες, ειδικά όσο πλησιάζουμε στις εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία, ενδεχομένως να υποκρύπτουν νέες παγίδες. Ανεξαρτήτως, όμως, των εκλογικών αποτελεσμάτων, οι έλληνες διπλωμάτες γνωρίζουν ότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο. Οι επόμενοι μήνες, ειδικά όσο πλησιάζουμε στις εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία, ενδεχομένως να υποκρύπτουν νέες παγίδες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News