Η πρώτη μικρή φράση του τίτλου, «αθώος μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου», θα μπορούσε και να συνοψίζει τον πολιτισμό μας, ή εν πάσει περιπτώση τον πολιτισμό που υποτίθεται ότι έχουμε. Κανείς δεν είναι ένοχος πριν αυτό αποδειχθεί στο δικαστήριο. Συχνά, βέβαια, αυτό το αξίωμα καταστρατηγείται· είτε από το κοινό, που πλέον έχει απίθανη πρόσβαση σε στοιχεία αλλά έχει ΚΑΙ άποψη, είτε από τις Αρχές, που για διάφορους δικούς τους λόγους σπεύδουν να μεταχειριστούν κάποιους ανθρώπους a priori ως ενόχους.
Ας μείνουμε στο αξίωμά μας όμως. Ο Κέβιν Σπέισι, που δεν χρειάζεται περισσότερες συστάσεις, κρίθηκε στις 26 Ιουλίου αθώος για όλες τις κατηγορίες σεξουαλικών επιθέσεων που αντιμετώπιζε. Ο ίδιος πήγε στο δικαστήριο και περιέγραψε πολύ συγκινημένος τις συνέπειες που είχαν στην καριέρα του και στη ζωή του οι κατηγορίες αυτές. Απολύθηκε από τη σειρά «House of Cards», έχασε πολλά χρήματα, λοιδωρήθηκε, διαπομπεύτηκε κ.λπ., γνωστά εν πολλοίς όλα αυτά. Και, πέρα από γνωστά, και ανεπανόρθωτα.
Μπορεί να τον ξαναπάρουν να κάνει ταινίες (και θα τον ξαναπάρουν), αλλά τα χρόνια που έχασε δεν θα ξανάρθουν. Επιπλέον, οι κατηγορίες αυτές τον ανάγκασαν να αποκαλύψει κάτι που ο ίδιος επιμελώς έκρυβε επί χρόνια: το γεγονός ότι είναι ομοφυλόφιλος.
Η υπόθεση του Σπέισι, ίσως τελικά (σε βάρος του ιδίου) κάνει ένα πολύ μεγάλο καλό στην κοινωνία μας, την παραζαλισμένη στη δίνη των social media και του internet γενικότερα: Ισως μας διδάξει λίγο μια ξεχασμένη λέξη που λέγεται ισορροπία. Μια άλλη, εξίσου ξεχασμένη, που λέγεται ψυχραιμία· και την πιο ξεχασμένη όλων, την εμπιστοσύνη στους θεσμούς.
Πάρα πολλοί ξεκίνησαν ήδη από χθες να φωνασκούν και να θριαμβολογούν εναντίον του #ΜeToo με αφορμή την αθώωση του ηθοποιού. Είναι όλοι εκείνοι (οι πολλοί) που δεν θέλουν καθόλου καταγγελίες, καθόλου #metoo, που πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν θύματα, αλλά κι αν υπάρχουν καλά θα κάνουν να κάτσουν στ’ αυγά τους, η πατριαρχία είναι το μεσαίο μας όνομα εδώ χάμω στα Βαλκάνια, δεν ήρθες τώρα εσύ να μας πεις να μη σε παρενοχλούμε αφού βγήκες έξω με το μίνι – ή αφού είσαι «κουνιστός».
Δεν τους περνάει, φυσικά, από το μυαλό ότι είναι ακριβώς ίδιοι με τους «αφού τον κατήγγειλε λέει de facto αλήθεια, ρίχ’ τον στα σκυλόψαρα, όλοι τέτοιοι είναι, θα σας το κόψουμε από τη ρίζα για να μάθετε». Που και σε αυτούς δεν περνάει από το μυαλό ότι είναι ίδιοι με τους προηγούμενους.
Η υπόθεση του Σπέισι έχει πολλές ιδιαιτερότητες, που βοηθάνε στην κατανόηση της τεράστιας περιοχής που υπάρχει ανάμεσα στα δύο πιο πάνω άκρα. Αρχικά, δεν πρόκειται για περίπτωση όπως εκείνες του Γουάινσταϊν ή του Επστάιν, ή και του Τραμπ, τριών ξετσίπωτων alpha males (τρομάρα τους) που ήταν οριακά περήφανοι –και δημοσίως– για τα όσα έκαναν. Η υπεράσπιση του Σπέισι έπαιξε το κρίσιμο χαρτί, αυτό της «συναίνεσης». Το είπε και ο ίδιος: «Ναι, έκανα διάφορα, αλλά ποτέ δεν προχώρησα όταν ο άλλος μου είπε “φτάνει ως εδώ”».
Μπορούν να αποδειχθούν όλα αυτά; Σχετικό. Σε γενικές γραμμές είναι «ο λόγος σου και ο λόγος μου» όταν δεν υπάρχουν μάρτυρες και όταν οι καταγγελίες γίνονται μετά από χρόνια. Συνεπώς, μετράει πολύ ο γενικός χαρακτήρας και η συμπεριφορά του κατηγορουμένου. Κάτι όχι άτοπο, καθώς με βάση όσα ξέρουμε ως τώρα, οι συμπεριφορές των ανθρώπων είναι «οριζόντιες», δύσκολα μπορούν να ξεγελάσουν με την «υποκριτική τους δεινότητα» για πολύ. Αρκεί να είσαι εκπαιδευμένος για να το δεις και να το διαγνώσεις. Αρκεί, επίσης, να θέλεις να το δεις και να το διαγνώσεις, βασικό αυτό.
Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να βάλω στο κείμενο, και μακάρι και στη δημόσια συζήτηση, μια παράμετρο: Στις μέρες μας έχουμε πολύ περισσότερα εργαλεία διάγνωσης των ανθρώπινων συμπεριφορών και διαταραχών. Φυσικά, και οι άνθρωποι που διαπράττουν τέτοιου είδους αδικήματα είναι διαταραγμένοι· δεν θα την κάνουμε τώρα αυτή την ανάλυση, αλλά υπάρχουν τα σχετικά εργαλεία και η σχετική –τεράστια– βιβλιογραφία. Και υπάρχουν ειδικοί, σοβαροί ειδικοί, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν πιο σοβαρά. Το νομικό μας σύστημα δεν είναι μια στατική οντότητα. Ισως οφείλει να είναι και η πιο ζώσα από όλες· να προσαρμόζεται με μεγαλύτερη ευελιξία από όλα τα συστήματα στα δεδομένα, τα ζητούμενα και τις προόδους των εποχών.
Αν περιμένετε τώρα, σε δεύτερο επίπεδο, να ξεχωρίσω τα #metoo των γυναικών από εκείνα των ανδρών, δηλαδή τα ετεροφυλόφιλα και τα ομοφυλόφιλα, δεν θα το κάνω. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει διαφορά. Και υπάρχει όχι επειδή είναι per se διαφορετικές καταστάσεις, αλλά επειδή στην κοινωνία μας είναι ορατά με διαφορετικό τρόπο. Αυτό που είναι κοινό είναι το προφίλ του φερόμενου ως θύτη: αρσενικός, εξουσιαστικός και ισχυρός, στην πραγματικότητα ή κατά φαντασίαν.
Σε τρίτο επίπεδο, η αθώωση κάθε κατηγορουμένου δεν ακυρώνει καθόλου το κίνημα #metoo. Κατά την άποψή μου, το ενισχύει. Το «εγώ σε πιστεύω, αδελφή μου», που έγινε σημαία του κινήματος, από την άλλη, το αδικεί. Τι πάει να πει «εγώ σε πιστεύω;»
Το πολύ σωστό θα ήταν «εγώ σε ακούω», αδελφή μου, αδελφέ μου, οτιδήποτε. Σε ακούω, τα στατιστικά λένε ότι πιθανώς λες αλήθεια, αλλά ίσως και όχι, όμως σε ακούω. Καταγράφω. Δεν απορρίπτω. Αλλά δεν σπεύδω να κανιβαλίσω κιόλας. Να καταδικάσω άμεσα, όπως οι «απέναντι» απορρίπτουν άμεσα και εν τέλει καταδικάζουν εσένα, το φερόμενο θύμα.
Είναι μια πολύ δύσκολη κουβέντα αυτή. Προσωπικά, πέρασα πολλή αυτοεκπαίδευση για να μπορέσω να την κάνω τόσο ψύχραιμα. Διότι και εγώ, όπως πολλές, πάρα πολλές γυναίκες της γενιάς μου, έχουμε πέσει θύματα. Αλλες ξυλοδαρμών, άλλες ψυχολογικής βίας, άλλες βιασμών, άλλες επαναλαμβανόμενης παρενόχλησης στους χώρους εργασίας, που ήταν μέχρι πρόσφατα η «νόρμα».
Δεν τολμούσαμε να πάμε να τα πούμε και πουθενά, κι αν τα λέγαμε η απάντηση ήταν «ε, κάτι θα έκανες κι εσύ». Δεν τα λέω στη θεωρία αυτά, μου έχει συμβεί.
Και σήμερα είμαστε θυμωμένες. Θέλουμε συνειδητά δικαιοσύνη, αλλά υποσυνείδητα εκδίκηση. Δεν μας αδικείτε, φαντάζομαι… Το θέμα, όμως, στο τέλος της ημέρας είναι να θέλουμε δικαιοσύνη. Και βελτίωση. Και ναι, είναι τα θύματα και οι θυματοποιημένες ομάδες που πρέπει να βρουν την ισορροπία, ατυχώς μεν, αληθώς δε. Οι άλλοι δεν θέλουν ισορροπία έτσι κι αλλιώς, θέλουν να συνεχίσουν να απαυτώνουν και να δέρνουν.
Πρέπει να βρούμε επειγόντως την ισορροπία, λοιπόν, για έναν απλό λόγο: Για να μπορέσει να προχωρήσει η κοινωνία, να γίνει αυτό το πολυπόθητο βήμα προς τα μπροστά. Αλλιώς, κάθε φορά που θα αθωώνεται ένας Σπέισι, θα ισοπεδώνεται όλο το #metoo. Ή, για να δικαιώνεται το #metoo, θα πρέπει να καταδικάζονται και αθώοι. Εμείς, όμως δεν θέλουμε τίποτε από τα δύο. Θέλουμε να φτάσουμε ως κοινωνία στο σημείο που να θεωρείται δεδομένο, αρχικά, ότι μπορείς να μιλάς και να καταγγέλλεις και να διεκδικείς. Και ούτε καν αναγκαίο στην πορεία, να εκλείψουν όλα αυτά ως κανόνας. Να φτάσουμε σε έναν πιο καλό κόσμο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News