Μια λέξη: «Μπορούμε». Να φωτίζεται στις μεγάλες οθόνες δεξιά και αριστερά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, στο Βελλίδειο.
Μια λέξη. Με θετικό πρόσημο, παροτρύνει, δίνοντας ένα αίσθημα ασφάλειας. Συγκαταβατικά, μετρημένα. Χτυπημένη με bold γραμματοσειρά υπολογιστή.
Το να βρεις τη λέξη που θα συμπυκνώσει όλα αυτά που θέλεις να επικοινωνήσεις σε ένα ακροατήριο, είναι ένα από τα «κλειδιά» για να περάσεις τα υπόλοιπα μηνύματα. Εφόσον, φυσικά, υπάρχουν ουσιαστικά μηνύματα.
Όμως για να γίνει η λέξη το όχημα για τα υπόλοιπα, πρέπει να έχει ορμή, δύναμη.
Στο «Yes, we can!» («Ναι, μπορούμε!») του Μπαράκ Ομπάμα στην προεδρική εκστρατεία του 2008, το «Ναι» κάνει όλη τη διαφορά. Όπως και το θαυμαστικό. Γιατί δηλώνει σιγουριά. Οτι θα τα καταφέρουμε.
Δέκα χρόνια μετά, σε μια άλλη χώρα, όπως και σε μια άλλη εποχή, γεμάτη δυσπιστία και με πολλά π-(μ)-αθήματα από ελπίδες που αποδείχθηκαν φρούδες και λόγια που μόνο παχιά έμειναν, το στοίχημα είναι να εμπνεύσεις. Ισορροπημένα. Ρεαλιστικά. Κυρίως να εμπνεύσεις εμπιστοσύνη, αλλά και πίστη για το καλύτερο. Με τα πόδια στη γη. Μια «γειωμένη» ελπίδα.
Λίγες ημέρες πριν από τη ΔΕΘ, σε συνέντευξή του σε τηλεοπτικό κανάλι, ο κ. Μητσοτάκης, σε μια ίσως από τις λίγες στιγμές που οποιοσδήποτε πολιτικός γίνεται για το ακροατήριο περισσότερο άνθρωπος, είχε πει: «Θα υπάρχει μια κατηγορία, ξέρετε, συμπολιτών μας οι οποίοι θα μας ψηφίσουν τελικά μην έχοντας πολύ υψηλές προσδοκίες. Το αναγνωρίζω αυτό απόλυτα, περπατάω στον κόσμο, ξέρω την καχυποψία η οποία υπάρχει. Θα ήθελα πραγματικά, μετά τις εκλογές, εφόσον μας εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός, αυτούς τους ανθρώπους να τους εκπλήξω ευχάριστα. Δεν σταματάει η άσκηση της διακυβέρνησης το βράδυ των εκλογών. Τότε αρχίζει».
Είναι κοινή διαπίστωση το μεγάλο ποσοστό των αναποφάσιστων στις δημοσκοπήσεις. Είναι κοινή διαπίστωση επίσης το μέγεθος της απογοήτευσης για το πολιτικό προσωπικό της χώρας και για τη συνέπεια μεταξύ προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών πράξεων.
Παρ’ όλα αυτά ένα σύνθημα θα πρέπει να ξεφύγει από την ενοχή και να δηλώσει αυτοπεποίθηση. Για να κερδίσει το ακροατήριο. Να το κάνει να «ανοίξει την πόρτα» για να ακούσει και τα τεχνικά ζητήματα. Να αγγίξει το συναίσθημα.
Σε μια εποχή που τα όνειρα είναι φτωχά και μετρημένα, που οι δυσκολίες είναι καθημερινότητα, οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να αναζητήσουν ή να ξεκλειδώσουν τη θετική ενέργεια, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Οι άνθρωποι όμως δεν ονειρεύονται αυτά που μπορούν. Αυτά τα μετρούν στο τέλος κάθε μέρας.
Οι άνθρωποι ονειρεύονται αυτά που θέλουν.
Και την Ελλάδα που θέλουν…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News