Το πλήθος των άρθρων που κατέκλυσαν τόσο τον γερμανικό, όσο και τον διεθνή Τύπο για τον Χέλμουτ Σμιτ, καγκελάριο της Δυτικής Γερμανίας από το 1974 έως το 1982, που πέθανε στις 10 Nοεμβρίου σε ηλικία 96 ετών, τον ύμνησε ως έναν από τους μεγαλύτερους γερμανούς πολιτικούς. Και αυτό δεν ήταν παρά φυσικό επακόλουθο του σεβασμού και της εκτίμησης που περιέβαλε το πρόσωπό του, όχι μόνο όσο ήταν στην ενεργό πολιτική αλλά (και αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό) και στη συνέχεια μέχρι το τέλος της ζωής του.
Μπορούν όμως να μεταφέρουν εκφράσεις όπως «μεγάλος πολιτικός» το γιατί ήταν μεγάλος πολιτικός, σε ποιες συνθήκες και ποια η ποιότητα του ανδρός, όταν μάλιστα στην εποχή μας χρησιμοποιείται ακόμα και ο υπερθετικός βαθμός με μεγάλη ευκολία και έχουν χαθεί οι διαβαθμίσεις των χαρακτηρισμών; Αυτό που μπορεί να σημειωθεί σε λίγες γραμμές είναι πως, πέρα από την αποτελεσματικότητα και τον άψογο τρόπο με τον οποίο ανταποκρίθηκε στα καθήκοντά του, καθώς ανέβαινε προς τα ανώτερα αξιώματα, όταν έγινε καγκελάριος, βρέθηκε αντιμέτωπος με πολύ σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό της Γερμανίας (οικονομία και δράση της RAF) στις διεθνείς σχέσεις της Δυτικής Γερμανίας (ευρωπαϊκή πολιτική, διεύρυνση της ΕΟΚ, εγκατάσταση των πυραύλων Πέρσινγκ και Κρουζ στη Γερμανία, αλλά και στη διεθνή σκηνή (ψυχρός πόλεμος και ενεργειακές κρίσεις). Και αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανός στο να οδηγήσει τη χώρα του μέσα σ’ αυτόν τον ωκεανό προβλημάτων, αν και πολλές επιλογές του τον έφερναν σε αντίθεση με μικρότερο ή μεγαλύτερο μέρος τού πληθυσμού, όπως στην περίπτωση των πυραύλων ή στα μέτρα εναντίον της RAF, όπου πάρθηκαν ακόμα και μέτρα περιστολής των ατομικών ελευθεριών και κατασκευάσθηκαν τα λευκά κελιά. Βασικό του χαρακτηριστικό ήταν ότι στις επιλογές του δεν προέτασσε ποτέ το όποιο στενό κομματικό συμφέρον του SPD (του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος που συγκυβερνούσε με τους Φιλελεύθερους FDP) και δεν υπολόγιζε ποτέ το λεγόμενο πολιτικό κόστος, πράγμα που συνέβαλε τελικά και στην πτώση της κυβέρνησής του, με την αλλαγή πλεύσης του FDP. Όπως γράφτηκε πρόσφατα, ο Χέλμουτ Σμιτ μπορεί μεν να μην ήταν ο οραματιστής του μέλλοντος, αλλά ήταν αυτός που μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις προκλήσεις τού παρόντος.
Θα πρόσθετα εδώ πως η αποτελεσματική διαχείριση των προκλήσεων του παρόντος απαιτεί πολυδιάστατη προσέγγιση και οι ικανότητες γι' αυτό δεν μπορεί παρά να συνδέονται με την προσωπικότητα του ηγέτη. Όπως άλλωστε έχει συνοψίσει ο Κλάους Σβαμπ, ο ιδρυτής του Παγκόσμιου φόρουμ του Νταβός, τέσσερα είναι τα βασικά συστατικά της αληθινής ηγεσίας: μυαλό, ψυχή, καρδιά και γερά νεύρα. Και ο Σμιτ, συνδύαζε όλα τα παραπάνω στοιχεία, ως ο πολιτικός που δεν φοβόταν να αντιμετωπίσει κρίσιμες καταστάσεις, όντας ταυτόχρονα ένας διανοούμενος (με προτίμηση στον Καντ και στον Πόπερ και με παγκόσμια οπτική στο συγγραφικό του έργο) που επίσης αγαπούσε πολύ την τέχνη.
Εδώ θ’ αναφερθώ σε ένα ιδιαίτερο στοιχείο, σίγουρα σπάνιο στην περίπτωση των περισσοτέρων πολιτικών, που φωτίζει την προσωπικότητα του Σμιτ. Είχα βρει κάποτε στη Λέσχη του Δίσκου έναν δίσκο (βινύλιο ακόμα) με έργα του Μότσαρτ για πιάνο με τέσσερα χέρια, όπου ένας πιανίστας (νέος τότε) ήταν ο Κριστόφ Έσενμπαχ, που έκτοτε έκανε σημαντική καριέρα στον χώρο της κλασικής μουσικής. Αναζητώντας λοιπόν κάποτε το ίδιο έργο σε cd ανακάλυψα μια ηχογράφηση (Deutsche Grammophon) με κοντσέρτα για πιάνο του Μπαχ, όπου στο κοντσέρτο για 4 πιάνα και έγχορδα σε διεύθυνση τον Έσενμπαχ, ο ένας από τους τέσσερις σολίστ ήταν ο Χέλμουτ Σμιτ!
Μάλιστα. Αυτός κι αν ήταν συνδυασμός του μυαλού, της ψυχής, της καρδιάς αλλά και των γερών νεύρων (αν σκεφθούμε τι πειθαρχία απαιτείται για να μπορεί κανείς να ηχογραφήσει Μπαχ παίζοντας δίπλα σε διάσημους εκτελεστές). Όμως, αυτό το άνοιγμα του πολιτικού Σμιτ προς τον έξω κόσμο μέσω της μουσικής εκτέλεσης (πολύ διαφορετικό από το να παίζει κανείς πιάνο σπίτι του) μου φαίνεται συναφές με τη γενικότερη στάση του να εκφράζει τη γνώμη του άρτια επεξεργασμένη μεν, χωρίς όμως να ενδιαφέρεται για το τι θα σκεφθούν γι' αυτήν οι άλλοι, μια στάση (που όπως σημειώνεται στο αφιέρωμα του Spiegel) σπάνια στην εποχή μας, όπου συχνά οι πολιτικές θέσεις είναι το αποτέλεσμα σχετικών δημοσκοπήσεων.
Και γιατί ο Μπαχ; Όπως είπε πριν λίγα χρόνια ο Σμιτ, «ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ έχει κάνει αυτό το τόσο αληθινό σχόλιο: η μουσική είναι το πιο κατάλληλο μέσο πνευματικής ανάτασης κι αυτό ισχύει απόλυτα για μένα. Γι' αυτό, το μεγαλύτερο πρόβλημα της ηλικίας μου είναι που έχασα την ακοή μου και δεν μπορώ πια να ακούω μουσική». Και θεωρούσε τον εαυτό του ιδιαίτερα τυχερό που χάρη στη μητέρα του έμαθε από μικρός να παίζει μουσική και να τραγουδάει σε τετραφωνία με τις αδελφές και τις εξαδέλφες του. Άλλωστε, η μουσική ήταν ένας τρόπος έκφρασης των συναισθημάτων, αφού, όπως έλεγε πάλι ο ίδιος, «ως Βορειογερμανός έχω μάθει να ελέγχω τα συναισθήματά μου».
Όπως επίσης είπε σε έναν λόγο του για τα 300 χρόνια από τη γέννηση του Μπαχ, το 1985, ο Μπαχ τον γοήτευε από παιδί και θεωρούσε τις παραλλαγές Γκόλντμπεργκ σαν ένα ύψιστο σημείο της πολυφωνικής μουσικής, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στην εκτέλεση του Γκλεν Γκουλντ. Επιπλέον, τον ενδιέφερε η ίδια η προσωπικότητα του Μπαχ και το ότι ενώ ο συνθέτης δεν θεωρούσε ότι η μουσική του συνιστά κάτι εντυπωσιακά νέο, εν τούτοις η μουσική του άνοιγε δρόμους στο μέλλον (άραγε, μια αναλογία με την πολιτική που στραμμένη στην αντιμετώπιση των προκλήσεων του παρόντος, ανοίγει εν τούτοις δρόμο για το μέλλον;)
Έτσι, ο Σμιτ όχι μόνο άκουγε Μπαχ, αλλά έπαιζε ο ίδιος, φθάνοντας μέχρι και την ηχογράφηση στην Deutsche Grammophon του 1985, από την οποία οι πιανίστες Κριστόφ Έσενμπαχ και Γιούστους Φραντς, που έπαιξαν μαζί του το κοντσέρτο του Μπαχ για 4 πιάνα και ορχήστρα εγχόρδων, θυμούνται πόσο παθιασμένος πιανίστας ήταν ο πρώην καγκελάριος. Μια ηχογράφηση που έγινε για να τιμηθεί ακριβώς αυτή η επέτειος του Μπαχ.
Και όπως είπε ο ίδιος για τη μουσική στον λόγο του για τα 300 χρόνια από τη γέννηση του Μπαχ, «η μουσική είναι ένα παγκόσμιο πολιτισμικό φαινόμενο. Το να ζεις χωρίς μουσική θα μπορούσε να είναι η μοίρα μιας γενιάς πνιγμένης στη θάλασσα των θορύβων…».
Δεν θα ολοκληρώσω το απόσπασμα που έχει στο προαναφερόμενο cd από τον λόγο του, για τη σημασία της διατήρησης και επαναδημιουργίας της μουσικής κουλτούρας. Θα σταματήσω σ’ αυτήν τη δυνατή αντίθεση μεταξύ της μουσικής από το ένα μέρος και της θάλασσας των θορύβων από το άλλο. Μια αντίθεση που μπορεί να λειτουργήσει και σαν αναλογία για τη σημερινή μας κρίση. Γιατί η μουσική εκφράζει ένα σύνολο οργανωμένων ήχων με βάση ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό πλαίσιο, που αντιστοιχεί σε μια οργανωμένη κοινωνία που βαδίζει ορθολογικά, ενώ η εικόνα της γενιάς που πνίγεται στη θάλασσα των θορύβων, μου φαίνεται σαν πίνακας του Ιερώνυμου Μπος που δείχνει μια κοινωνία χτυπημένη από την κρίση να παραδέρνει χωρίς κάποιο σχέδιο κολυμπώντας με απεγνωσμένες κινήσεις στον ωκεανό της τυχαιότητας.
*Ο Κωνσταντίνος Καραλής είναι Χημικός Μηχανικός – Οικονομολόγος
Προηγούμενα άρθρα του Κωνσταντίνου Καραλή
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News