Με απασχολεί συχνά η στιγμή που η Εύα έφυγε από τον Παράδεισο. Η σκηνοθεσία της σκηνής με απασχολεί. Είχε φως; Σύννεφα; Ποια μουσική θα ταίριαζε; Όπως και να ’χει αρνούμαι να δεχτώ πως η Εύα έφυγε απ’ τον Παράδεισο κλαίγοντας. Υπερισχύει στη φαντασία μου με ώμους σηκωμένους σαν να μη νοιάζεται. Κυριαρχεί στο μυαλό μου να ξεφυσά από ανακούφιση με φουσκωμένα μάγουλα. Ελεύθερη να βγαίνει από τον Παράδεισο κάνοντας πιρουέτες.
Την Εύα στην πύλη της εξόδου -που είναι ίδια με της εισόδου κι αυτό λέει τα περισσότερα- την περιμένει η αμαρτία. Καλπάζουν πάνω στη μηχανή του. Έχει αέρα και έρωτα. Της μιλάει για τα διάφορα ενός κόσμου που υπάρχει πέρα από Θεούς και Δαίμονες. Ο αέρας δυνατός, ο έρωτας πιο δυνατός, η αμαρτία ίση. «Έχει αέρα», της λέει, «μ’ ακούς που σου μιλάω;», «Σ’ ακούω», του απαντάει. «Ε, τότε σ’ αγαπάααααααααω», της φωνάζει. Με όλα τα Α της αλφαβήτου που τελειώνουν στο Β και πουθενά πιο πέρα. Αυτά είναι τα πρώτα και τα τελευταία δάκρυα της Εύας. Όχι δάκρυα μετάνοιας που ψάχνουν Παναγία για λύτρωση. Μα δάκρυα «σαν να μη γίνεται αλλιώς».
Η Εύα οφείλει στην ανθρωπότητα να είναι αμετανόητη και η Παναγία Αγία, για να βρίσκουν οι έννοιες υπόσταση και τα πράγματα θέση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News