Η ευτυχία ενός ανθρώπου που δούλεψε από μικρός και για μεγάλο χρονικό διάστημα στα εστιατόρια βοηθός και αξιώθηκε να φτάσει σερβιτόρος, είναι όταν μετά από χρόνια, πελάτης πια ο ίδιος, σε άλλα μακρινά και ξένα εστιατόρια και τόπους, πηγαίνει να γευματίσει και έρχεται η ώρα να παραγγείλει.
Μαζί του, φτάνουν, μπαίνουν όλοι οι μόνιμοι πελάτες που σερβίριζε και εξυπηρετούσε, στη σειρά, με τις δικές τους προτιμήσεις, τις ορέξεις, τις παραξενιές και τις ιδιοτροπίες και γίνεται αυτός εκείνοι.
Δεν παραγγέλνει για τον εαυτό του, δεν είναι η επιθυμία, επιθυμία του, η πείνα, πείνα του, η δίψα, δίψα του δεν είναι, έρχονται και στέκονται στα χείλη του, στο στόμα του με τις δικές τους τις παλιές παραγγελίες, όλοι οι πεινασμένοι, οι νεκροί πελάτες του.
Μιλάει με τα λόγια τους, το χρώμα και την προφορά, φοράει το χαμόγελο, τη θλίψη, τις δυστροπίες, τη μοχθηρία και την καλοσύνη τους, παίρνει, κάνει δικές του όλες τις παραξενιές τους, ψάχνει τη θέση του, στη θέση τους και την καρέκλα τη δική τους να καθίσει. Κρατάει με λαχτάρα τη λαχτάρα τους, αχνίζει τον καπνό απ' τα τσιγάρα τους.
Ζητάει, παρακαλεί και παραγγέλνει φαγητά, γούστα και τρόπους ξεχασμένους, τις μελιτζάνες τις Τσακώνικες, στο πιάτο το βαθύ, διπλή μερίδα και μια καράφα με νερό και το ποτήρι του νερού γεμάτο και αυτό. Τα μακαρόνια τα χοντρά το πέντε νούμερο στο πιάτο το βαθύ της σούπας και αυτά, το μοσχαράκι το ψητό ψιλοκομμένο, στεγνό και σκέτο, με τη μουστάρδα πλάι του, του Καραντάνη το νερό, την μπύρα fix στον πάγο παγωμένη.
Και είναι και κάτι άλλο πιο τρελό και πιο παράξενο, στο τέλος, αφού πληρώσει -δεν τις μπορεί τις διαιρέσεις, τις αφαιρέσεις και το «κρασί δεν ήπια εγώ»- αφήνει πουρμπουάρ γενναίο.
Φεύγοντας, σαν κάτι να θυμήθηκε ξαφνικά, σαν κάτι να ξέχασε, γυρνάει πίσω στο τραπέζι που έτρωγε με προσοχή και χωρίς κανένας να τον βλέπει, παίρνει μέσα στη χούφτα του το πουρμπουάρ, το διπλομετρά και χαίρεται όλος χαμόγελα και γέλια και ευχαριστώ, μαζεύοντας τα άδεια πιάτα τρέχοντας βιαστικά για την άλλη του παραγγελία, γιατί αυτός είναι ο βοηθός και ο σερβιτόρος, ο μόνος και ο μόνιμος στον βίο του, στο πόστο του. Κι αυτός το φιλοδώρημά του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News