433
|

«Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι»

Avatar Πάνος Κοκκίδης 24 Αυγούστου 2010, 08:22

«Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι»

Avatar Πάνος Κοκκίδης 24 Αυγούστου 2010, 08:22

Καθόμουν στο άδειο διαμέρισμα περιμένοντας τον υποψήφιο αγοραστή. Το μεσημέρι της Αθήνας τσουρούφλιζε το θαμπωμένο μωσαϊκό του μπαλκονιού στο Νέο Κόσμο. Από το πίσω μπαλκόνι έβλεπες το Ιντεροκτινένταλ. Μια κοσμοπολίτικη αίσθηση με πρώτο πλάνο πολύχρωμες μπουγάδες μεταναστών. Περίμενα μισή ώρα. Στο μυαλό μου πέρασε η σκηνή του Μάρλον Μπράντο με τη Μαρία Σνάιντερ από το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι. Ήταν 20 χρόνια που την είχα δει και εκείνο το άδειο και αριστοκρατικό διαμέρισμα του Passy με τον θλιμμένο φωτισμό του Στοράρο δεν μου είχαν φύγει από το μυαλό.

Θυμάμαι ότι ο Μπονιουέλ είχε πει πως το σενάριο έμοιαζε να είναι γραμμένο για δύο άντρες. Κάποια φορά στο ιντερνέτ είχα διαβάσει πως ο Μπερτολούτσι το είχε προτείνει σε κάποιους διάσημους Γάλλους ηθοποιούς πριν καταλήξει στον Μπράντο.

Η κοπέλα που χτύπησε το κουδούνι φορούσε παντελόνια, είχε ένα τελείως αντρικό ντύσιμο. Χαιρετηθήκαμε. Άρχισε να περιεργάζεται το άδειο διαμέρισμα. Τα βήματά ης ακούγονταν με ηχώ. Καθόμουν σε μια βιεννέζικη λεπτεπίλεπτη καρέκλα με σκισμένη ψάθα που είχε απομείνει στο άδειο πια σαλόνι με το κυπαρισσί μωσαϊκό. Δεν το είχα δει ποτέ αυτό το μωσαϊκό. Είχε και μια μαύρη μπορντούρα γύρω γύρω. Εντελώς κακόγουστο. Η μητέρα μου έκρυβε αυτά τα χάλια με ένα πανάκριβο παλιό και ξεφτισμένο χαλί που είχε και δεν αποχωριζόταν ποτέ.

Περιμένοντας την έρευνα της κοπέλας, προσπάθησα να πλέξω ένα ρομάντζο με την επισκέπτρια και να φανταστώ σκηνές έρωτα και πάθους αλά Μάρλον Μπράντο. Αδύνατον να βάλω δυο εικόνες τη μια μετά την άλλη. Με ρώτησε κάποια τυπικά και προσπάθησε να μου κατεβάσει την τιμή. Εντελώς ψυχρά. Τίποτα δεν λειτουργούσε σωστά σε αυτή τη μικρή και τυχαία σκέψη. Σκέφθηκα πως ίσως και να γινόταν ο έρωτας της ζωής μου. Σε τόσο απίθανα μέρη και σε τόσο απίθανες συνθήκες, μπορούσες να γνωρίσεις απίθανες γυναίκες. Έτσι λειτουργεί ο έρωτας. Μου ήρθε και μια σκηνή από τον Ένοικο του Πολάνσκυ. Σαχλαμάρες, η κοπέλα ήταν τυπικά ψυχρή. Αυτά γίνονται μόνο στις ταινίες σκέφθηκα ενώ απαντούσα σαν τυπικός ιδιοκτήτης διαμερίσματος. Ξαφνικά η μισάνοιχτη εξώπορτα άνοιξε διάπλατα και εμφανίστηκε μια κατάξανθη εικοσάχρονη θεά. «Άργησα;» ρώτησε χαμογελαστά την άλλη και την αγκάλιασε σφιχτά. Φιλήθηκαν στο στόμα πεταχτά. «Λοιπόν σου αρέσει;», της είπε. «Θα δούμε – θα δούμε», ήταν η απάντηση.

Έφυγαν αγκαλιασμένες κι έμεινα πάλι μόνος στο άδειο διαμέρισμα της νεκρής μητέρας μου. Αποφάσισα να το δώσω στον οποιοδήποτε θα χτυπούσε την πόρτα, σε οποιαδήποτε τιμή. Κοίταξα τους τοίχους με τα σημάδια απ’ τα κάδρα. Ένα πιρούνι πεταμένο στο δωμάτιο. Ήταν η τελευταία φορά που έβλεπα τους τοίχους αυτούς. Δεν υπήρχε λόγος να ξαναγυρίσω εκεί. Από την μητέρα μέχρι τον έρωτα ήταν όλα μια αποτυχία.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News