-Καλώς τον Μέγα Καλαματιανό φίλο μου Πετρόπουλο.
-Μην προτάσσεις τον τόπο στο επίθετο σε παρακαλώ, δεν είναι ο τόπος, δεν είναι οι τόποι το θέμα, είναι οι άνθρωποι κι αν αναφερόμαστε σ’ αυτόν συχνά πυκνά, δεν είναι που πιστεύουμε στη γεωγραφία, στην καταγωγή, κάθε άλλο.
Αν μιλάμε για το ρέμα μας, αν τραγουδάμε το χαντάκι μας ξανά και ξανά είναι γιατί μέσα εκεί συναντηθήκαμε, εκεί βρήκαμε το λουλουδάκι που χαρίσαμε την πρώτη φορά. Από αυτό κρατιόμαστε, σε αυτό ορκιζόμαστε, αυτό είναι ο τόπος και το όνομά μας. Αν μιλάμε για μία θάλασσα, είναι γιατί μέσα από αυτήν αναδύθηκε ο άνθρωπός μας, για ένα κάστρο, γιατί τα σκαλοπάτια του ανεβοκατέβηκε πατούσα αγαπημένη, για τον βράχο, γιατί εκεί κεντήσαμε τα αρχικά μας, για τα χρώματα, γιατί εκεί στο μοναστήρι του, άνοιξε την ουρά του ένα ανοιξιάτικο πρωινό το παγώνι.
Αν ανάβουνε γαλάζιοι καπνοί στους λόφους, είναι γιατί εκεί κοιμούνται για πάντα οι δικοί μας, αν ακούμε τον άνεμο να σφυρίζει, είναι που στεγνώνει η πετσέτα με τις παράλληλες ρίγες, της μητέρας μας. Στο σύρμα.
Αν ονειρευόμαστε τόπους, είναι γιατί εκεί έχουμε περάσει μακριές και ατελείωτες ώρες με τους ανθρώπους μας, απ’ αυτούς ξεκινάει ένα κρυφό νόημα, ένα σημάδι που προσπαθεί να μας αποκαλύψει κάτι και ίσως μια μέρα να μπορέσουμε να το αποκρυπτογραφήσουμε.
Λοιπόν.
Δεν είναι η καταγωγή φίλε μου, είναι η διαγωγή. Και τον καφέ μας, τον πιο γλυκό και πιο πικρό, στα ξένα, στον Βορρά τον ήπιαμε. Η γλώσσα δεν ξεχνά. Η γλώσσα η εκ γενετής.
-Πετρόπουλε, λυρικό σε βρίσκω σήμερα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News