Υπάρχει ένα είδος διαλείμματος που χάνεται σιγά-σιγά με τα χρόνια, ένα διάλειμμα που ερχόταν και έβγαινε κατευθείαν από το μάθημα, το έφερνε αγκαλιά ένα εξάωρο μεστό και γεμάτο, το έστελνε ένα κουδούνισμα καθαρό και ξάστερο σαν τον πρώτο πετεινό της ζωής μας.
Διάλειμμα γυμναστήριο, δρόμος και γήπεδο, σέντρα δυνατή, κανόνας και διαβήτης, δάσκαλος και συμμαθητής, κάστρο και θάλασσα, προαύλιο με λάσπη και με χώμα. Άνοιξη και χειμώνα.
Έχει το διάλειμμα μια τάξη, ένα φίλο, ένα πάθημα μάθημα, μια άσκηση, μια πειθαρχία, μια μελέτη, μια τρίπλα απότομη κοφτή, ένα σκίσιμο στο μάγουλο, ένα σημάδι βαθύ και ανεξίτηλο, μια λέξη απίθανη, μια ώρα, μια μέρα, μια πόλη, μια στιγμή, ένα άνοιγμα, ένα σπάσιμο, το πάνω-κάτω, το πέρα-δώθε, το γέλιο, την πλάκα, την καζούρα, την κλωτσιά σε ένα χαλίκι τόσο δα μικρό -δεν θέλει πολύ να γίνει το κακό- τα φάλτσα τα σωστά, τη λακκούβα, την καραμπόλα, το χαντάκι, το κόλπο, το φιλί, το μυστικό και το καρφί.
Το διάλειμμα γνωρίζει μυστικά, κρατάει, αντέχει μυστικά όσα και η θάλασσα καράβια και βαρκούλες στα νερά της, μόνο που μερικές φορές τα παίρνει άνεμος ενάντιος και πάει και τα βγάζει σε αλλά αυτάκια, σε άλλα λιμάνια κι αγκαλιές και ανθίζουνε κουβέντες και κακίες τρομερές, κρατάει τότε το διάλειμμα σαν Κρητική βεντέτα εφτά και δέκα γενεές.
Είναι το διάλειμμα άσκηση δύσκολη της γεωμετρίας, άλυτη και θέλει κότσια και μυαλό και χέρι σίγουρο, δεν θέλει, δεν του αρέσει να το μεταχειρίζονται σαν να ήταν μαθητριούλα καθισμένη στο θρανίο της, θέλει το γήπεδο όλο δικό του, την κάθετη και την παράλληλη, τον άξονα, το άλμα και το πέταγμα, τα λόγια που δεν λέγονται ποτέ, εκείνα, ακριβώς εκείνα που δίνουν αίμα στα λόγια που λέγονται και μένουνε μετέωρα και διφορούμενα, τα ασαφή και ανεξήγητα, τα ούτε ναι, τα ούτε όχι, σαν ήχοι νυχτερινής μελλοντικής μουσικής που έρχεται με τα χρόνια και φέρνει το άλλο διάλειμμα, την ίδια τη ζωή σου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News