Τρία είναι τα χειρότερα πράγματα στη ζωή. Το διαζύγιο, η μετακόμιση και ο θάνατος. Συχνά συνδυάζονται. Χωρίζεις, πρέπει να μετακομίσεις και όλο αυτό σε σκοτώνει.
Κάθε του Αγίου Βαλεντίνου θυμάμαι το διαζύγιό μου. Ηταν, άλλωστε, η πιο τραυματική εμπειρία της ζωής μου. Ναι, φυσικά φάγαμε τις σάρκες μας. Λίγο πριν τον δικηγόρο σκεφτόμουν πως αν γινόμουν έρμαιο των ενστίκτων μου, θα ξερίζωνα την καρωτίδα της με τα δόντια. Και μετά θα την έφτυνα στον τοίχο. Ταραντίνο. Αλλά και εκείνη μου εξομολογήθηκε ότι κάποιες στιγμές θα ήθελε να με δει νεκρό. Με μισούσε και τη μισούσα. Και αυτό είναι καλύτερο από το να μισεί μόνο ο ένας, διότι σε αυτή την περίπτωση υπάρχει η εφιαλτική πιθανότητα ο γάμος να επιβιώσει και να περιφέρεται σαν βρικόλακας με σκισμένο σάβανο. Τα παιδιά μας, στην εφηβεία και τα δύο, δεν το πήραν και τόσο άσχημα. Η κόρη μου παρατήρησε ότι και πολύ αργήσαμε. Ο γιoς ρώτησε τι θα αλλάξει στη ζωή.
Πριν φτάσουμε στον δικηγόρο περάσαμε και από σύμβουλο γάμου. Είδαμε και ψυχολόγο. Πετάξαμε τα λεφτά μας. Αλλά κάπως πρέπει να ζήσουν και αυτοί οι άνθρωποι. Μας έλεγαν ότι πρέπει να έρθουμε πιο κοντά ο ένας στον άλλον. Μα, το πρόβλημα γεννήθηκε επειδή μία μέρα καταλάβαμε ότι ο ένας δεν θέλει να βρίσκεται κοντά στον άλλον.
Το ραντεβού με τον δικηγόρο κλείστηκε για το απόγευμα της 14ης Φεβρουαρίου. Πρέπει να ήμασταν το μοναδικό ζευγάρι στον κόσμο που το έκανε αυτό. Επρόκειτο για φίλο ο οποίος μας χρέωσε 700 ευρώ. Αργότερα κάποιος μου είπε ότι θα μπορούσα να πληρώσω και λιγότερα. Ομως τι αξία έχουν εκατό ευρώ μπροστά στα ερείπια μίας οικογένειας; Υπογράψαμε το ιδιωτικό συμφωνητικό. Δεν τα χαλάσαμε καθόλου στα των εξόδων και στην επαφή μου με τα παιδιά. Καλύπτω με συνέπεια τις υποχρεώσεις μου και έχω καθημερινή πρόσβαση και επαφή με τα παιδιά.
Η ημέρα της μετακόμισης ήταν από τις χειρότερες της ζωής μου. Δεν ταλαιπωρήθηκα βέβαια ιδιαίτερα, δεν χρησιμοποίησα καν μεταφορική εταιρεία. Νοίκιασα ένα βαν για τα βιβλία, τα ρούχα και μερικά προσωπικά αντικείμενα. Στα περισσότερα διαζύγια ο άνδρας λες και αποβάλλεται από το σπίτι. Τα παιδιά μού είπαν ότι ήταν μία περίεργη νύχτα η πρώτη χωρίς τον μπαμπά στο σπίτι. Περίεργη. Ούτε καν δύσκολη. Εγώ βρέθηκα σε ένα φθηνό δυάρι. Με όλα μου τα πράγματα στο κέντρο του καθιστικού. Εγειρα, απελπισμένος, σε εμβρυακή στάση, πάνω σε ένα στρώμα που είχα για κρεβάτι. Ακουσα καμπάνες. Ηταν Παρασκευή και είχε Χαιρετισμούς. Εβαλα τα κλάματα.
Εκτός από προσωπική τραγωδία, το διαζύγιο, είναι και οικονομική. Πρέπει να στήσεις ένα σπίτι από την αρχή. Να πάρεις πλυντήριο και κουζίνα, ψυγείο και τηλεόραση. Η κάρτα μου έχασε την αγνότητά της σε μεγάλη αλυσίδα ηλεκτρικών ειδών – σε 36 δόσεις. Πήρα κρεβάτι και βασικά έπιπλα. Πάλι με δόσεις. Ημουν σχεδόν πενήντα ετών και ζούσα σαν φοιτητής. Αυτό το βίωσα ως ήττα. Αλλά και ως πρώην ζευγάρι είχαμε προβλήματα γραφειοκρατικής φύσης. Να περάσουν οι λογαριασμοί από το ένα όνομα στο άλλο. Χρειάζεται μία διαδικασία όλο αυτό. Το χειρότερο ήταν στην εταιρεία κινητής τηλεφωνίας που δεν είχε διαδικασία για να ακυρώσεις το οικογενειακό πρόγραμμα. Μπορείς να χωρίσεις ενώπιον Θεού και ανθρώπων, αλλά δεν είναι το ίδιο εύκολο με την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας. Ενα απόγευμα περάσαμε σε κατάστημα προσπαθώντας να εξηγήσουμε την κατάσταση μας. Κάποια στιγμή μου φάνηκε πιο εύκολο να τα ξαναβρούμε με την πρώην γυναίκα μου, για να γλιτώσουμε τη φασαρία ακύρωσης του προγράμματος.
Αρχίσαμε να ενημερώνουμε φίλους και συγγενείς, το σχολείο των παιδιών, τους γονείς των φίλων των παιδιών. Για κάποιους αυτή η επαφή ήταν και αποχαιρετιστήρια. Ουσιαστικά χωρίσαμε και τους φίλους και τους συγγενείς. Εχασα το κομμάτι της οικογένειας που προήλθε από την πρώην σύζυγο. Δεν παρακολουθώ πια πώς μεγαλώνουν παιδιά που τα θεωρούσα ανίψια μου. Και εκείνα έχασαν έναν θείο. Ναι, πιστεύω ότι ήμουν καλός θείος. Ολοι το αντιμετώπιζαν αμήχανα. Και εγώ στην αρχή το ανακοίνωνα με μία συστολή. Μετά άρχισα να το απολαμβάνω. Στο τέλος δεν μου έκανε εντύπωση.
Eναν χρόνο μετά η ζωή μου άρχισε να προσαρμόζεται στη νέα ρουτίνα της. Δύο χρόνια μετά η οργή και ο πόνος είχαν φύγει. Αρχίσαμε με την πρώην σύζυγο να πηγαίνουμε μαζί στο σχολείο για τους βαθμούς. Μετά καθιερώσαμε και το (πρώην) οικογενειακό τραπέζι μία φορά τον μήνα. Ηταν όμως τόσο αμήχανο! Τα παιδιά το έβρισκαν γελοίο. Τρία χρόνια μετά αισθάνομαι ότι το πένθος μου υποχωρεί. Καμιά φορά αναρωτιέμαι πώς ερωτεύτηκα την πρώην σύζυγο μου. Aλλες φορές θρηνώ τον έρωτα που πέθανε. Δεν ξέρω τι από τα δύο είναι πιο σκληρό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News