Πατσάς και Αλεξανδρούπολη
Πατσάς και Αλεξανδρούπολη
Στον κόλπο της Αλεξανδρούπολης, πριν τριάντα χρόνια. Μετρήσεις ωκεανογραφικές για την κατασκευή του αποχετευτικού αγωγού της πόλης. Με το σκάφος Ναυτίλος της Υδρογραφικής Υπηρεσίας. Την τρίτη μέρα προς το μεσημέρι, με καλεί από το μεγάφωνο ο κυβερνήτης ν’ ανέβω στη γέφυρα. Πόση ώρα χρειάζεστε για να τελειώσετε αυτόν τον σταθμό με ρωτάει. Γύρω στα τρία τέταρτα, απαντώ. Κάντε όσο πιο γρήγορα μπορείτε, μου λέει, για να σηκώσουμε τα μηχανήματα από τη θάλασσα και να προλάβουμε να μπούμε στο λιμάνι. Βλέπω την πίεση να πέφτει πολύ γρήγορα και φοβάμαι ότι ο καιρός θα χαλάσει και θα φρεσκάρει (θα σηκωθεί αέρας) προσθέτει, και μου δείχνει το βαρόμετρο. Κοιτάζω έξω, μπουνάτσα. Η θάλασσα λάδι! Άνεμος μηδέν! Μου φαίνονται υπερβολικές, έως αστείες, οι ανησυχίες του κυβερνήτη. Όμως οι κανόνες είναι κανόνες και είναι αυστηροί. Στα θέματα επιστημονικού σχεδιασμού τον πρώτο λόγο τον έχει ο επιστημονικά υπεύθυνος, στα θέματα ασφάλειας όμως ο κυβερνήτης έχει την απόλυτη ευθύνη. Έτσι, κατεβαίνω στο κατάστρωμα και ζητάω να επιταχύνουμε. Δεν έχουμε καλά-καλά τελειώσει με τις μετρήσεις και μαζέψει τα όργανα και είμαστε κιόλας στη μέση μιας απίστευτης κακοκαιρίας, που όλο και δυναμώνει! Με τα χίλια ζόρια μπαίνουμε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Γύρω μας η θάλασσα αφρίζει. Διάφορα ψαροκάικα και ανεμότρατες επιστρέφουν και αυτά στο λιμάνι άρον-άρον. Η θάλασσα τα πάει πέρα δώθε, σαν καρυδότσουφλα. Με δυσκολία δέσαμε στον μόλο. Η κακοκαιρία κράτησε μια βδομάδα. Άνεμοι, νοτιάδες, εννιά με δέκα μποφόρ. Τα κύματα τόσο μεγάλα, που καβαλούσανε τον παραλιακό προστατευτικό τοίχο, πέρναγαν τη λεωφόρο και ξέσπαγαν στα τζάμια των απέναντι πολυκατοικιών. Σε θέματα ναυτικής ασφάλειας, λοιπόν, εμπειρία ναυτικού vs γνώσεις (από βιβλία) επιστήμονα, σημειώσατε 1…
Αναγκαστική παύση εργασιών. Ύπνος, πρέφα με τις ώρες, κουβέντα, πλήξη. Έξοδοι σπάνιες. Ο αέρας τόσο δυνατός που έπρεπε να προσέχεις να μη σε ρίξει κάτω. Μας είχαν προμηθεύσει με κάτι υπερενισχυμένα χοντρά μπουφάν του ναυτικού για να μη μας διαπερνά ο αέρας και το κρύο. Το θέαμα της πόλης εντυπωσιακό. Οι δρόμοι άδειοι από ανθρώπους, ξεπλυμένοι και γυαλιστεροί. Μόνο ο Φάρος, στα αριστερά όπως βλέπουμε την πόλη από τη θάλασσα, έστεκε όρθιος σαν μεγαλοπρεπής φαλλός, επιτελώντας ακούραστος μέρα νύχτα το έργο του.
Τη δεύτερη ή τρίτη μέρα το μεσημέρι, μου λέει ο Στ. είσαι να πάμε στον Τούρκο για πατσά; Δεν είσαι καλά, του λέω. Εξάλλου δεν μου αρέσει καθόλου ο πατσάς. Έλα, μου λέει, και δεν θα μετανιώσεις. Έχω κάνει τη θητεία μου εδώ και ξέρω τα μέρη. Είναι εδώ κοντά στον χώρο του λιμανιού. Η πλήξη τόση που σκέφτηκα, ας πάω και παίρνω κάτι άλλο να φάω, όχι πατσά. Το μαγαζί ημιυπόγειο με πατημένο χώμα για δάπεδο. Τέσσερα-πέντε τραπέζια όλα κι’ όλα. Στη μέση του μαγαζιού μια πυρωμένη σόμπα με ροκανίδια ξύλου ζέσταινε τον χώρο και μοσχομύριζε. Στο ψυγείο-προθήκη απλωμένα σε απόλυτη τάξη κοιλιές, ποδαράκια, κεφαλάκια. Και δίπλα ένα μεγάλο καζάνι όπου έβραζε αχνίζοντας η σούπα. Άλλο φαγητό δεν διέθετε το μαγαζί. Αναγκαστικά προσγειώθηκα. Παράγγειλα όπως και ο Στ. έναν«ανάμικτο μέτριο». Τι ήταν αυτό; Βάλσαμο! Βελούδο που σου ζέσταινε τα σωθικά. Το λάτρεψα. Πήρα και δεύτερη μερίδα. Ξαναήρθαμε και κάποια επόμενα μεσημέρια.
Τελικά, πολλά πράγματα είναι μέχρι να σου κάνουν κλικ. Κι εμένα μου έκανε κλικ η υπέροχη Αλεξανδρούπολη, το κρύο, ο νοτιάς, το δυνατό θέαμα της καταιγίδας, και το μαγαζί του Τούρκου. Χωρίς αυτόν τον συνδυασμό, το πιο πιθανό είναι ότι ο πατσάς θα ήταν ακόμα στη λίστα των φαγητών που δεν αγαπώ.
Τελικά, εμείς αποφασίζουμε για μας ή οι συνθήκες, μέσα από περίεργες διαδρομές; Το «κλικ» στη ζωή μας…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News