Ξέρεις τι σημαίνει ‘παλιάς κοπής’; Ό,τι θαύμασα, ερωτεύτηκα, επιθύμησα και δεν είχα. Ποτέ ή τουλάχιστον σχεδόν ποτέ ή το συνάντησα σπάνια . Ό,τι θα θαυμάσεις, θα επιθυμήσεις, θα ερωτευτείς και εξαιρετικά δύσκολα θα το έχεις. Παλιάς κοπής άνθρωπος, παλιάς κοπής επαγγελματίας, παλιάς κοπής δάσκαλος, ηθοποιός, καπετάνιος, αρχηγός, εραστής, αρσενικό, θηλυκό. Τσαγανό, πείσμα, μαγκιά και γενναιοδωρία, ιπποτισμός και μεγαλοψυχία.
Ζεις, ζω στην εποχή που κοιτάς από δω, κοιτάς από κει και βλέπεις το ομογενοποιημένο γιαούρτι μεγαλοεταιρείας. Δεν το συζητάς από γεύση, δεν υπάρχει. Όλα τα ίδια, όλοι τα ίδια. Ίδιο βλέμμα, ίδιο ντύσιμο, ίδιο μαλλί, ίδιο τατουάζ, ίδιο σκουλαρίκι, ίδιο βάδισμα. Φρίκη! Εκεί στα 40, αν συναντήσεις άρρεν ή θήλυ, που είναι αρσενικό ή θηλυκό, μένεις άγαλμα. Αυτοχαστουκίζεσαι για να δεις ότι υπάρχεις και βλέπεις σωστά. Αντιλαμβάνεσαι τη μοναδικότητα. Ξέρεις τι σημαίνει «παλιάς κοπής»; Να έχεις απέναντί σου ένα πλάσμα που να ξέρει να σε κοιτάξει, να σου μιλά, να σου βγάζει από το μεδούλι σου ό,τι καλύτερο κουβαλά η ψυχή σου. Να σε βοηθά να αποκτήσεις όραμα, ελπίδα, στόχους. Αν έχει στόφα ανθρώπου που έχει γεννηθεί αστέρι και μπορεί να συμβάλλει για να πολλαπλασιαστούν τ’αστέρια. Να γουστάρει να βλέπει αστέρια φωτεινότερα, ικανότερα από αυτόν. Αυτό σημαίνει "παλιάς κοπής". Να έχει αγάπη και δοτικότητα, να ξέρει πότε και πώς θα αγριοκοιτάξει. Να έχει γίνει ένα με τη ζωή, όχι μόνο με τα πανεπιστημιακά έδρανα και τα παχιά χαλιά στις δεξιώσεις των κουστουμάτων. Να έχει γνωρίσει τη ζωή στην ασχήμια της, στον πόνο της, εκεί έξω στην πιάτσα. Να γίνει ένα κουβάρι μαζί της. Η ζωή, μάτια μου, είναι εκεί που μοχθεί η ψυχή του άγνωστού σου ανθρώπου, εκεί που το μάτι σου δεν θα πέσει γιατί δεν υπάρχουν φώτα, ακρίβεια και φινέτσα. Όποιος δεν έχει κάνει μια βόλτα στις πουτάνες της Συγγρού, στα μπουρδέλα του Μεταξουργείου, στη λαχαναγορά και στις πιάτσες των λιμανιών δεν ξέρει τι είναι η ζωή. Ζει στη γυάλα. Και έχει και πρεσβυωπία.
Παλιάς κοπής σημαίνει να έχει φιλότιμο- αλήθεια ποια είναι η αντίστοιχη αγγλική, ας πούμε, λέξη;- να έχει υπευθυνότητα, μεγαλοψυχία, ζεστασιά, δικαιοσύνη. Παλιάς κοπής σημαίνει να ξέρει να αγαπά, να μοιράζεται, να χαρίζει, να χαρίζεται, να γελά, να αστειεύεται, να προβληματίζεται, να συναισθάνεται, να ανοίγει φτερούγες προστατεύοντας. Ο παλιάς κοπής άνθρωπος έχει μοχθήσει, έχει δημιουργήσει, έχει κατασκευάσει, έχει απογοητευτεί, έχει ξαναπροσπαθήσει, έχει αγωνιστεί. Δεν έχει σημασία τι ακριβώς κατάφερε και σε ποιο σκαλοπάτι της επιτυχίας έφτασε, αξία έχει που αγωνίστηκε και δημιούργησε. Κουταλάκι, μανταλάκι ή γλυπτό, ό,τι έφτιαξε. Ευλογία είναι και η έμπνευση, που γίνεται σουσαμένιο κουλούρι. Η αγάπη που σε κάνει να φτιάξεις το κουλούρι.
Αυτόν τον «παλιάς κοπής» άνθρωπο θέλω κοντά μου. Και εσύ το ίδιο, φαντάζομαι, πως θέλεις. Και άνδρα και γυναίκα. Δεν έχουν φύλο, αλλά ψυχή. Δεν υπάρχουν πολλοί, μακάρι να τους βρω στους κάτω των 40-45, αλλά… Μαλάκωσε ο κόσμος, μαλάκωσε η ζωή, μαλάκωσαν οι στόχοι, κοντέψαμε να μουλιάσουμε από το πολύ μαλάκωμα. Το μαλακίσαμε πια το πράγμα. Και είμαι πια πεπεισμένη ότι έχω γεννηθεί σε λάθος εποχή. Δέκα χρόνια πριν, χάθηκε ο κόσμος να τον δω; Ο μόχθος, η ψυχή, η ανάγκη, το φιλότιμο, η αγωνία, η οργή, η ελπίδα. Όλα ένα κουβάρι με αρχή και τέλος. Σαν τους «παλιάς κοπής» που δεν χορταίνεις να τους χαζεύεις, όταν τους συναντάς. Σαν τους δύο τύπους με τα «άλφα». Αυτούς θα τους κάνουμε άλλο κείμενο. Γιατί το θέμα δεν είναι πόσες πόρτες έχει η ζωή, αλλά ποιες εσύ επιλέγεις να αχρηστεύσεις.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News