487
|

Οι κουζίνες των πάρτυ

Avatar Πάνος Κοκκίδης 20 Ιανουαρίου 2012, 07:11

Οι κουζίνες των πάρτυ

Avatar Πάνος Κοκκίδης 20 Ιανουαρίου 2012, 07:11

Η κουζίνα δεν είναι το δωμάτιο που θα δείξουμε το διακοσμητικό γούστο μας ή την μεγαλειότητα της ύπαρξης μας. Είναι κάτι βαθύτερο και αρκετά παρεξηγημένο. Στην ουσία είναι το κέντρο του πάρτυ.

Εδώ συμπτωματικά θα βρεθούν όσοι πρέπει να βρεθούν μόνοι κλεφτά και για λίγο. Είναι εκείνες οι αθώες συνυπάρξεις για λίγο νερό «απ’ τη βρύση». Για μια ταπεινή λευκή χαρτοπετσέτα. Οι ματιές που ανταλλάσσονται με δύναμη πάνω από μια αλατιέρα γερμένη καθώς το αλάτι γλιστρά και χύνεται σιγά σιγά στα δευτερόλεπτα της αδέξιας συνάντησης. Το ποτήρι με το κρασί που ανατρέπεται βασανιστικά πάνω στο λευκό τραπεζομάντηλο. Η κουζίνα. Είναι εκεί όπου οι πιο προχωρημένοι του πάρτυ μαζεύονται σαν το ύστατο καταφύγιο σνομπισμού των άλλων που χορεύουν και τολμούν να ξεφαντώνουν με την τόσο «πεζή» μουσική των ΑΒΒΑ. Η κουζίνα είναι το living room της ανέμελης γιορτής.

Οι επισκέψεις στην κουζίνα της γιορτής αξίζουν. Εδώ αχνίζουν δυνατοί έρωτες. Ξεσπάνε χωρισμοί και τα μικρά οικογενειακά μικροξεμαλλιάσματα. Εδώ μαγειρεύονται οι τελικές πράξεις περιουσιών και γάμων. Εδώ ακούγεται «το πάμε να φύγουμε απ’ εδώ». Το ξαφνικό αδελφικό ενδοοικογενειακό ξέσκισμα. Η σύντομη ρομαντική συνάντηση που καταλήγει σε ένα πεταχτό φιλί πάνω απ’ τις αντσούγιες. Η σύγκρουση συναισθημάτων, το ψυχικό καταφύγιο για ένα ποτήρι νερό, ένα μικρό διάλειμμα στην αδυσώπητη σύγκρουση της ομορφιάς με την υποκρισία.

«Μα τι κάνετε εδώ;»

Συναντήσεις που είναι αόρατα ρομαντικές. Δήθεν απρόκλητες, δήθεν συμπτωματικές, σφόδρα ερωτικές. Κουβαλούν στο μέλλον γεύσεις, μυρωδιές και μια ερωτική ακαταστασία που δεν φεύγει ποτέ απ τη μνήμη. Η βρύση που στάζει πάνω στο ανδρικό μαντήλι για να τρίψει το λεκέ στο λευκό μίνι. Με αφέλεια. Η επίμονη κίνηση που οδηγεί σε μια φυσική επαφή που μπορεί να τελειώσει μετά από μια δεκαπενταετία. Ο μικρός Δημητράκης που μπήκε ξαφνικά απ’ την πίσω πόρτα και η σκηνή καρφώθηκε στο νου του.

Πίσω απ τη στίβα με τα πιάτα και τις τσαλακωμένες χαρτοπετσέτες είναι το καταφύγιο της απάνθρωπης ερωτικής απόρριψης. Οι υγρές χαρτοπετσέτες που στεγνώνουν δάκρυα και διορθώνουν σκιές μακιγιάζ στα μάτια. Η γνωριμία των μοναχικών. Τα εσωτερικά σχόλια της μαμάς – γιαγιάς, της κυρίας τέλος πάντων με το γκρι κότσο που έχει εξοβελισθεί στη καρέκλα της κουζίνας, (τι θαύμα οι γκιουσλεμέδες σας κυρία Πόπη). H κατακουρασμένη αλλοδαπή βοηθός με τη λευκή στολή που προσπαθεί να κρατήσει όρθιο ένα κατάκοπο σώμα, υποκριτικά  χαμογελαστή μέσα στην χλαπαταγή της ντόπιας χριστουγεννιάτικης χλιδής. Συμφωνεί με όλα όσα βλέπει με ένα μόνιμο συγκαταβατικό χαμόγελο στο πρόσωπο. Τα δέχεται όλα σαν φυσικά.

Και τέλος αργά την ώρα που έχει ξεφτίσει η γιορτή σαν παλιό ακριβό περσικό χαλί που πάλιωσε. Το μοναδικό άπλετα φωτισμένο δωμάτιο όπου συναντιούνται οι τελευταίοι ξέμπαρκοι. Μασουλάνε ψυχούλα απ την άκρη των δακτύλων τους. Από το βάθος του σπιτιού ακούγεται τζαζ. Καπνίζουν τα τελευταία Μάλμπορο κι αποφασίζουν πως θα φύγουν απ’ εδώ και που θα συνεχίσουν.

Το τελευταίο φως που κλείνει στο πάρτυ είναι της κουζίνας. Εκεί γράφεται το τέλος της γιορτής και η αρχή του εφιάλτη της καθημερινότητας.
 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News