996
|

Ο δικός μου Ιησούς

Avatar Γιάννης Κυφωνίδης 2 Απριλίου 2010, 06:35

Ο δικός μου Ιησούς

Avatar Γιάννης Κυφωνίδης 2 Απριλίου 2010, 06:35

Από μικρό παιδί η ιστορία του Ιησού με συνέπαιρνε. Στα πρώτα χρονιά της ζωής μου, όταν άρχισα να καταλαβαίνω, ήταν ο Χριστούλης που μας προστάτευε, που ήταν πάντα δίπλα μας. Ο Χριστούλης που μας μαθαίνανε στο σχολείο κι έπρεπε να πιστεύουμε σ’ αυτόν, χωρίς να το ψάξουμε και πολύ. Όσο μεγάλωνα τόσο ο Χριστούλης γινόταν: Χριστός. Μεγάλωνε κι αυτός μέσα μου.

Άλλαζε μορφή, ανάλογα με τα όσα μάθαινα, αλλά πολύ περισσότερο ανάλογα με τα όσα συνέβαιναν στον κόσμο. Άρχισα να μην βλέπω μόνο έναν αλλά πολλούς. Ο καθένας είχε το δικό του. Όπως αυτός τον έβλεπε, όπως αυτός τον βίωνε, όπως αυτός τον είχε πλάσει στο μυαλό του.

Ήταν Μεγάλη Πέμπτη –αν θυμάμαι καλά- πριν από μερικά χρονιά, η μέρα ήταν βροχερή και τα ραδιόφωνα έπαιζαν –τι άλλο(;)- Πέτρο Γαϊτάνο. Το Πάσχα όπως το ξέρει η ανθρωπότητα περισσότερα από 2000 χρόνια. Ο Χριστός του χθες, με τα διδάγματά του, χωρίς εξέλιξη. Χωρίς να είναι παρεμβατικός, χωρίς να είναι σύγχρονος. Και κάπου εκεί, στην αναζήτηση, πέφτω πάνω στον δικό μου Χριστό, ως τραγούδι. Έναν Χριστό με μηνύματα της εποχής, που δεν έμεινε κλεισμένος στα εδάφια των Γραφών. Που περπατάει ακόμα ανάμεσά μας και προσπαθεί να μας αφυπνίσει. Active member το συγκρότημα. «Καλώς ήρθες παράξενε στον τόπο μου» το τραγούδι. Και να φανταστείτε ότι η ψυχή του συγκεκριμένου συγκροτήματος, ο Μιχάλης Μυτακίδης(B.D. Foxmoor) γεννήθηκε την ίδια χρονιά με τον Πέτρο Γαϊτάνο, το 1967! Έβλεπε μάλιστα το πρώτο φως λίγο πιο νωρίς, τον Αύγουστο έναντι του Οκτωβρίου.

Άλλα τελικά η ομοιότητα είναι φαινομενική. Άλλοι συναντούν τον Ιησού στα τραγούδια τους μία φορά, μας τον προσφέρουν με έναν δικό τους τρόπο και μας προβληματίζουν για χρόνια. Χωρίς διαφήμιση, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς τίποτα. Άλλοι θυμούνται τον Ιησού μία φορά τον χρόνο(το Πάσχα φυσικά), τον διαφημίζουν σε τηλεοπτικά κανάλια, τον τραγουδούν με στίχους άλλων και μας ζητούν να τον αγοράζουμε κάθε χρόνο τον ίδιο, σε διαφορετική –απλώς- συσκευασία. Με bonus track τα τέσσερα ευαγγέλια! Εσχάτως ο μικρός Χρήστος Σαντικάι πάει να κλέψει τον τίτλο του τραγουδιστή του Πάσχα από τον Γαϊτάνο και το ντέρμπι εξελίσσεται! Εγώ προτιμώ τον «παράξενο». Οι στίχοι μιλούν για την επιλογή μου…

Βάζω λίγο σκοτάδι και λιγάκι βροχή
για να σου φτιάξω μια παράξενη αρχή
και να σε ξεμακρύνω λίγο από τη σκέψη σου
που έτσι κι αλλιώς σε συνερίζεται το κέφι σου.

Σε πάω σε δρόμο μικρό, σε σοκάκι παλιό
σ’ ένα αιώνια ποτισμένο απ’ το κρασί καπηλειό,
μέρος κακόφημο, ακόμα και για το στοχασμό μου
που ούτε κι ο φόβος δε με φέρνει στ’ όνειρό μου.

Εδώ λοιπόν, θα μοιραστώ μια ιστορία μαζί σου
που ‘ναι σα να συνέβη χθες και ορκίσου
αν σε πειράξει τόσο που ντραπείς
πουθενά να μη τη πεις.

Καλώς ήρθες, ξένε στο τόπο μου
άραξε δίπλα να σου βάλω ένα κρασί να πιεις
συγχώρεσέ με λιγάκι για τον τρόπο μου,
μα με βρήκες στην αγκαλιά της ντροπής.

Ξέμεινα μόνος μου, πάρε και κάτσε όπου θες
κουρασμένο σε βλέπω, πρέπει καιρό να γυρίζεις,
όμως μέσα στη ζαλάδα μου και πίσω απ’ τις σκιές
σα να μου φαίνεται πως κάτι μου θυμίζεις.

Γεια σου και σένα, έλειπα χρόνια ήμουνα κάπου μακριά
με φέραν πίσω δυνατές φωνές
και κάποιες τύψεις που μου είπαν πως εδώ κοντά
έχω γεννηθεί κι έχω πεθάνει δυο χιλιάδες φορές.

Ω, να τα μας, καλά είπα όταν σε είδα
πως σίγουρα παράξενα θα πρέπει να μιλάς
από άλλο κόσμο έχεις απάνω σου σφραγίδα
αυτά τα αγκάθια στο κεφάλι και τα ρούχα που φοράς.

Κάποτε κάποιοι μου το φόρεσαν για στέμμα
και με χλευάζανε μεγάλο βασιλιά
ακόμα τρέχει από τότε φρέσκο αίμα
σ’ αυτά που ανέβηκαν του χρόνου τα σκαλιά.

Γι’ αυτό με βλέπεις μέσα στις σκιές
σαν να φοβάμαι και να θέλω να γλιτώσω
μια προσευχή σ’ ένα περβόλι με ελιές
δε με αφήσανε ποτέ να την τελειώσω.

Κι όμως μυρίζεις ουρανό και χώματα
κι αυτή την όμορφη δροσιά της σιωπής
Είναι που μ’ έφεραν εδώ αλλόκοτα μαλώματα
άκου, λοιπόν, τι θα τους πεις:

Αφού φωνάζουν όλοι αυτοί
κι αφού σκοτώνουν στ’ όνομα μου
πες αναβάλλεται η γιορτή
πάω να ξαπλώσω στα καρφιά μου.

Πες τους ο χρόνος πως τρελάθηκε
δε κάνει στάση Γολγοθά
πες ο παράξενος πως χάθηκε
κι έφυγε οριστικά.

Μπερδεμένα μου τα λες, αλλά γουστάρω
πρέπει να σπούδασες τη τέχνη του μυαλού
ή σαν κι μένα όταν με πιάνει και σαλτάρω
και πίνω εδώ, με πιάνει αλλού.

Γι’ αυτό και εγώ ήρθα εδώ και σε διάλεξα πιωμένο
για να μπορέσεις την αλήθεια να τους πεις
κάτω από το φως το μέτωπο έχεις ιδρωμένο,
μα το προσέχεις καθαρό, δε θα ντραπείς.

Οι άλλοι παίξανε μαζί μου στους αιώνες
αυτοκράτορα με χρίσανε, με κάναν στρατηγό,
τα απλά μου λόγια τα σκορπίσαν σαν κανόνες
και δεν ήξερα τίποτα εγώ.

Που με βρήκες εδώ κάτω τι με θες
Το μυαλό μου δε σαλεύει από κούνια
σα να γεννήθηκα μου φαίνεται χτες
ενώ έξω υπάρχουν έξυπνοι μιλιούνια.

Αυτούς τους είδα, τους άκουσα, τους νιώθει το πετσί μου
προτιμώ τα καρφιά που με κρατάνε στο σταυρό
αυτοί πουλήσαν ακριβά τη γέννησή μου,
αυτοί φυλάνε το σκοτάδι θησαυρό.

Πες στους εχθρούς μου ότι είχαν λόγο καλό
και θα τους σέβομαι γιατί πιο τίμια σταθήκαν
όταν με σκοτώναν, κοιτούσαν ουρανό
κι έτσι πρόλαβαν από εκεί συγχωρεθήκαν.

Ωραίος, παράξενε φίλε μου, απόψε
για την ανημποριά μου βρήκες σκοπό
πάρε μια κούπα πάρε ψωμί και κόψε
να τελειώσω το κρασί μου και θα πάω να τους πω:

Αφού φωνάζουν όλοι αυτοί
κι αφού σκοτώνουν στ’ όνομα σου
θα πω αναβάλλεται η γιορτή
πας να ξαπλώσεις στα καρφιά σου.

Θα πω ο χρόνος πως τρελάθηκε
δε κάνει στάση Γολγοθά
θα πω ο παράξενος πως χάθηκε
κι έφυγε οριστικά.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News