452
|

Με το πανί, τον άνεμο, το ποίημα

Θοδωρής Γκόνης Θοδωρής Γκόνης 11 Μαΐου 2012, 06:06

Με το πανί, τον άνεμο, το ποίημα

Θοδωρής Γκόνης Θοδωρής Γκόνης 11 Μαΐου 2012, 06:06

Με τα ψέματα -με προσευχή μεγάλη- έφτιαξα ένα καράβι. Τρικάταρτο. Φρεγάδα Βασιλική. Μεταξωτή. Με πήγε, με ταξίδεψε, με έπνιξε, με έσωσε, με έφερε, με γύρισε. Με αναποδογύρισε.

Τώρα μου λέτε να το χαλάσω, να το δέσω, να το παροπλίσω, να το φουντάρω, να το ξεκάνω. Με τι καρδιά; Αχαριστία δεν είναι; Οι σημαίες του, τα πανιά του, τα αμπάρια του -τα ελέη του Θεού- τα κουπιά, τα τραγούδια, τα κύματα, τα βουνά, οι θάλασσες, οι ωκεανοί, τα λιμάνια, οι ναύτες, τα κορίτσια, η Μασσαλία, οι βατσιμάνηδες, ο Ιζζό, το Αλντεμπαράν, το Τράμπ Στήμερ, ο Άλβαρο Μούτις, ο Γκαβιέρο, ο Αμπντούλ Μπασούρ, η Ιλόνα, η Λισσαβώνα, ο Πειραιάς, ο Παναμάς, το Πορτ Σάιντ, το Σουέζ, η Αρκτική, η Καραϊβική, οι διώρυγες, οι ισθμοί, οι πορθμοί, τα περάσματα, οι αντένες, τα ξάρτια, τα άλμπουρα, οι φλόκοι, τι θα γίνουν όλα αυτά;

Με αυτά ταξίδεψα. Με το πανί, τον άνεμο, το ποίημα. Τα λόγια, τα παραμύθια, τις ιστορίες. Τα τραγούδια. Ποιος πλήρωσε το εισιτήριο, ποιος άνοιξε τον δρομο, ποιος είχε την έννοια;

Και τώρα μου λέτε να το πνίξω στο ποτάμι, να το ταΐσω με το γάλα σας, την αλήθεια, το φαρμάκι. Γιατί; Γιατί τέτοια έννοια; Τόσο καιρό μια χαρά ταξίδεψα, μια χαρά δυσκολεύτηκα, ήπια το αλατόνερο που μου αναλογούσε. Με τις χούφτες. 

Ωραία, όλα καλά. Όλα καλά. Και η γοργόνα στον κήπο μου. Χωρίς ερωτήσεις. Με τα τριαντάφυλλα, τον δυόσμο, τον κόσμο.

Θα κάτσω λοιπόν στον κήπο, στο μονό το κρεβάτι και θα το τελειοποιήσω. Θα σκάψω βαθιά, θα κλαδέψω, θα ταξιδέψω ξανά. Ξανά και ξανά. Με μια τρύπια  δεκάρα, ένα κουμπάκι, μία κλωστή, ένα σύρμα λεπτό, μία κεραία, ένα σήμα, μια γραμμούλα, ένα φωτάκι. Θα αναβοσβήνω, θα εκπέμπω, θα εκπέμπω, το ψέμα  μου, το sos, τη σωτηρία.

Θαρθούν, θαρθούν τα πουλάκια μου, όλα στη σειρά, γαζωμένα, πάνω στο σύρμα. Είναι δασκαλεμένα, θαρθούν. Στο κουμπάκι, στην κλωστή, στην κεραία, στο σύρμα το λεπτό, στην αντένα, στην άκρη άκρη. Ακρωτήριον Ταίναρον. Ακρωτήριον της καλής Ελπίδος, γη του πυρός, γη της επαγγελίας, λευκές θάλασσες, ανοιχτές, μικρές και μεγάλες Κυκλάδες.

Έχουν μάθει, ξέρουν, θαρθούν, θα δέσουν στα λιμάνια μας τραγουδώντας, στάζοντας, τάζοντας. Έτσι είναι η ζωή, παραμύθι. Αυτή είναι η μουσική του, η σκάλα, το κατάρτι, η ανεβασιά, του ανέμου πράγματα, της θάλασσας.

Για τα άλλα, τα καράβια της αλήθειας, τους μεγάλους στόλους, δεν μου πέφτει λόγος. Η υψηλή τάση, η καθαρή δόση που σκοτώνει, η ηλεκτροφόρα, οι σημαίες, τα οικόσημα, οι οικογένειες, οι ακαδημίες, τα μουσεία, τα βασίλεια, οι αποικίες, οι παπαγάλοι, οι γλάροι, οι μπουρμπουλήθρες, τα ηλιοβασιλέματα, οι αναστεναγμοί, οι συμβουλές, τα ρητά, τα αποφθέγματα, σας παρακαλώ. Αφήστε.

Αφήστε μας στα σύνορά μας τα κλειστά, στα ανοιχτά μας τα νερά. Στο ρούμι, στην αλμύρα και στα φύκια. Στο φρέσκο το κατράμι. Στο μουσκεμένο από τη θάλασσα φαρδύ μας πανωφόρι. Στους δρόμους μας.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News