400
|

Κωλοέλληνες

Κωλοέλληνες

Το φεγγάρι πίσω από το λόφο της Σάνης έμοιαζε με ήλιο. Κόκκινο κι ολόγιομο, ανέβαινε αργά προς τον ουρανό. Η θάλασσα κεντημένη με αστέρια, ουράνιες αντανακλάσεις. Γύρω στις εννιά και μισή, το προηγούμενο Σάββατο, ο χώρος μπροστά από το μεσαιωνικό πύργο ήταν κατάμεστος, από «εκδρομείς του εξήντα» μέχρι παιδιά που κάθονταν οκλαδόν στο γρασίδι για να παρακολουθήσαν τη συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου στα πλαίσια του εικοστού φεστιβάλ Σάνης. Άλλοι ονειρεύονταν, μιας και το τοπίο ήταν μαγικό, άλλοι θυμόντουσαν τα νιάτα τους, κάπου στην αρχή της δικτατορίας, κι άλλοι, βυθισμένοι στις καρέκλες τους, στενοχωριόντουσαν. Δεν ήταν αυτή γιορτή της μουσικής, ήταν μια σκληρή υπενθύμιση της σύγχρονης κατάντια μας. Άκουγες τα τραγούδια και νόμιζες πως είχαν γραφτεί μόλις χθες. Ειδικά, όταν ερμήνευσε τους «Κωλοέλληνες», μια παράξενη κατήφεια, μπασταρδεμένη με μελαγχολία, πλάκωσε την ατμόσφαιρα.

Τότε ήταν που έκανε παύση ο χρόνος και τ’ αστέρια κόντυναν, τότε ήταν που σου σφίχτηκε η καρδιά κι ήθελες να κλείσεις τ’ αυτιά σου γιατί δεν άντεχες τους στίχους, τότε ήταν που όλοι σταμάτησαν να σιγοτραγουδούν και βούλιαξαν περισσότερο στις καρέκλες τους. Με φόντο τις αυθαίρετες βίλες μέσα στο δάσος -δανεικά της χούντας κι αγύριστα, μόνο στην Ελλάδα ονομάζουν θέρετρο την παράνομη κατοικία- και τους Ρώσους στα μπαλκόνια του ξενοδοχείου -τα ρούβλια πλέον έχουν τον πρώτο και μοναδικό λόγο στη Χαλκιδική-, ερμήνευε απλώς την αλήθεια. Προφητεία με είκοσι χρόνια στην πλάτη. «Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη, που φτάνει στο γνωστό αγριορωμιό, στο ντάτσουν μια φυλής που ζει φευγάτη, απ’ ό,τι ελληνικό στον κόσμο αυτό»- εδώ δεν προσθέτεις τίποτα, προσεύχεσαι να μην έρθουν χειρότερα.

Κι εκεί που λες να αντισταθείς στην απαισιοδοξία, να μη συμμεριστείς το «στην Ελλάδα ζεις, δεν υπάρχει ελπίς», να ξεχάσεις τις μεγάλες εθνικές μας απάτες -«με το φως σπασμένο, κρατικοποιημένο»- και να προσπαθήσεις από την αρχή να φανταστείς κάτι καινούριο, προσγειώνεσαι ξανά στην πραγματικότητα. «Κι ενώ εδώ θα ζούμε καταρρεύσεις, ο έξω ελληνισμός θα προχωρεί». Πράγματι, όσοι έφυγαν στα ξένα τούτη τη στιγμή διαπρέπουν. Και δε γίνεται να κλείσεις τα μάτια, όλα σου τα επιχειρήματα έχουν ακυρωθεί. Ούτε είναι λύση να το βάλεις στα πόδια, ίσως πλέον είναι μονόδρομος. Η συναυλία τελείωσε, το χειροκρότημα δυνατό. «Τιμωρός καιρός, πέντε αιώνες δύσης εθνικής θα ζήσεις από δω κι εμπρός». Ναι, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που αρνούνται να φύγουν. Αυτοί που έχουν αποδεχθεί τη μοίρα τους και ζουν χωρίς ελπίδα. Παλεύουν με ό,τι έχουν, γιατί δεν αντέχουν την κατάντια τους. Καλή επιστροφή.

To πρόγραμμα του Sani Festival

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News