463
|

Η ζωή μου όλη: ζάναξ στην Καλλιδρομίου

Avatar Αναστασία Λαμπρία 30 Μαρτίου 2011, 06:35

Η ζωή μου όλη: ζάναξ στην Καλλιδρομίου

Avatar Αναστασία Λαμπρία 30 Μαρτίου 2011, 06:35

Κάθε μέρα την ξεκινάω μ’ ένα μικρό χαπάκι, μαζί με κάτι εκατομμύρια ακόμη άλλους που χρειάζονται ένα αμορτισέρ στη ζωή τους. Παρ’ όλες τις μπούρδες που κατά καιρούς έχουν γεμίσει σελίδες επί σελίδων περιοδικών με τις ανάλογες ρόδινες και παραπλανητικές εικονογραφίσεις δεν υπάρχουν χάπια ευτυχίας, ένα τόσο δα βελτιωτικό της suspension σου είναι. Πέφτεις πάλι με τα μούτρα αλλά δεν σπας σταυρό και σασμάν, κάτι εν πάση περιπτώσει διασώζεις.

Χτες το απόγευμα έσπασα το σύνηθες πρόγραμμα εγκλεισμού μου, μια υποχρέωση στην άλλη πλευρά του λόφου με ανάγκασε σε μια ωριαία σωτηρία. Ανέβηκα τη Δεξαμενή ζαλωμένη τα χαρτιά μου και πήρα τον περιφερειακό του Λυκαβηττού από τη μεριά της Νεάπολης. Η ώρα ήταν έξι, παραμονές Απριλίου. Το πρώτο ράπισμα στον αυτισμό, μου το έδωσε η θέα δυο ανθρώπων που περπατούσαν μέσα στο λόφο, δυο κεφάλια (μόνο αυτά ξεχώριζαν) ανθρώπων που βόλταραν μέσα στο λόφο. Δεν τον διαννοούμην ποτέ ότι μπορεί να καταρρέει το σύμπαν,να αγωνιώ κάθε μέρα στοη δουλειά μου πώς θα βγει η μέρα, να μιλάνε όλοι για την ταραχή και τα άκρως δυσοίωνα του Αλέκου Παπαδόπουλου κι εντούτοις να υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να περπατούν μέσα στα μονοπάτια του Λυκαβηττού , χωρίς λόγο.

Τα κτίρια στ’ αριστερά μου είναι ίδια όπως πριν κάμποσες δεκαετίες τα περνούσα πηγαίνοντας στο δημοτικό σχολειό μου, το 14ο, λεγόμενο σχολείο του Πικιώνη.  Με εξαίρεση μόνο την παλιά σχολή Δοξιάδη που είναι ντυμένη πανώ που προαναγγέλλουν την μεταμόρφωσή της σε ξενοδοχείο. Είναι 2-3 χρόνια όμως έτσι, κάπου θα ‘χει σκαλώσει η κατάσταση. Στο πεζοδρόμιο οι κάμπιες εν σειρά, σιχαμένες πριγκίπισσες του έαρος, στον αέρα οι ήχοι της πόλης που είναι κολλητά δίπλα, αλλά και σε απόσταση ασφαλείας.

Κατηφορίζω την Οίτης, κατεβαίνω τη Μερλιέ, περνάω τον Άγιο Νικόλαο και το παρκάκι του, κοίτα πόσο ωραία είναι η μάντρα του επί της Ασκληπιού, αριστερά μου όσα μαγαζιά δεν είναι έρημα, είναι άδεια.

Βγαίνω στην Ιπποκράτους κι αυτομάτως είναι σαν να άλλαξα ηλικία, φορτωμένη τα χαρτιά στην αγκαλιά, είμαι σε ένα δρόμο που όλοι λένε άσχημο ή αδιάφορο, βρώμικο και θαμπό αλλά εμένα που μυρίζει από μακριά νεραντζιά, δειλή νεραντζιά που αρχίζει να ανθίζει, μυρίζει νιότη και συστολή και όνειρα, έχω λες κατέβει μόλις από το σχολικό του λυκείου και βαδίζω σκυφτή προς το σπίτι μου, ελπίζοντας στο δρόμο να συναντήσω τυχαία το αγόρι  της καρδιάς μου να γυρνάει από τη Σχολή του στο Γουδί.

Στην Καλλιδρομίου το φως έχει γλυκάνει, ο ορίζοντας έχει ανοίξει, ζώντες και τεθνεώτες κάθονται στο Παρασκήνιο για απογευματινό καφέ, τα μάτια τους τα λένε όλα, δεν χρειάζεται να μιλάνε, πανέμορφα μοντέλα κατεβαίνουν από το «όνειρο», αρχίζει ο Στρέφης. Περνάω την κατηφοριά και πέφτω πάνω στον τοίχο. Αυτόν που βλέπετε πάνω στη φωτογραφία. Δεν έσπασα σασί, έσπασα τις βεβαιότητές μου (αν και σασί είναι κι αυτό). Χάθηκα μέσα στους δρόμους που μ’ έκλεισαν για πάντα.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News