Στη Σύρο είχα να πάω είκοσι χρόνια. Την έζησα πάλι με μια ανάσα σχεδόν, χωρίς ύπνο, για σαράντα τρεις ώρες. Δεν θα γράψω πολλά τώρα, θα επανέλθω.
Μόνο να θυμίσω ότι το γνησιότερο (και πιο βασανισμένο τέκνο της) ο Μάρκος Βαμβακάρης είναι αυτός που έγραψε (εκτός όλων των άλλων αριστουργημάτων) τα ωραιότερα επίθετα στο ελληνικό τραγούδι: Πήρε το μέρος του λόγου που κατ’ εξοχήν αφυδατώνει και βαραίνει την πρόταση και το ‘πλασε σ’ ένα μπριλάντι σκληρό και μοναδικό. Θυμηθείτε το και πέστε μου.
Ακούστε και κλείστε επιτέλους, το ραδιόφωνό σας.
Αγγελοκαμωμένη μου
και λαμπαδόχυτή μου
Ομορφονιά της μάνας σου
και συντροφιά δική μου
Θα σ’ αγαπώ θα σ’ αγαπώ
διόλου δεν θα πάψω
ή κατά βάθος θα χαθώ
ή θα σε απολαύσω
Σ’ αφήνω την καληνυχτιά
Μηλιά μου με τους κλώνους
Πάω κι εγώ να κοιμηθώ
Με βάσανα και πόνους
Ζαχαροζυμωμένη μου
πέσε γλυκά κοιμήσου
και στ’ όνειρό σου να με δεις
σκλάβο και δουλευτή σου.
Κι ακούστε το, με τη Καίτη Γκρέϋ να συνοδεύει τον Βαμβακάρη. Με κλειστά μάτια. Αγνοήστε όμως τις παράταιρες εικόνες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News