Την ηθοποιό Ολια Λαζαρίδου την ήξερα από παλιά, ως θεατής, μέσα από τις επιλεκτικές θεατρικές δουλειές της. Την Ολια, την πραγματική Ολια, αυτό το σπάνιο πλάσμα πίσω από τους ρόλους, τη γνώρισα το καλοκαίρι του ’97 στην Ανάφη, όταν ξαφνικά την είδα να έρχεται ξυπόλητη κι ανεπιτήδευτη σε ένα μπαρ φίλων για να βοηθήσει την κατάσταση –είχαν έρθει απότομα πολλοί πελάτες- και να πάρει παραγγελία. Γιατί έτσι είναι η Ολια. Είναι πάντα εκεί για τους φίλους της. Να βοηθήσει, να φροντίσει, να αλαφρώσει την κατάσταση. Χωρίς να το κάνει θέμα. Χωρίς να περιμένει κάτι σε αντάλλαγμα. Γιατί απλά έτσι είναι. Βαθιά ανθρώπινη. Αλληλέγγυα. Χωρίς καλλιτεχνικίζοντες εγωισμούς κι απωθημένα προβολής.
Η Ολια, λοιπόν, που χαράσσει τη δική της ιδιαίτερη καλλιτεχνική πορεία, μακριά από μεγάλες παραγωγές και «τρανταχτά» ονόματα, δίνοντας γενναιόδωρα «πάσα» σε νεότερους συναδέλφους της, αυτή τη φορά τολμά να εκθέσει μνήμες και εικόνες του πλούσιου συναισθηματικού της τοπίου. Με ένα δικό της, αυτοβιογραφικό κείμενο, το «Κορίτσι Μπαταρία… recharged», καθώς όπως λέει και η ίδια στο έργο της, άφησε νωρίς τη σίγουρη «πρίζα» της οικογένειάς της για να αναζητήσει το προσωπικό της «ηλεκτρικό φορτίο». Ενα «άφοβα ρομαντικό mini live», λοιπόν, όπως το αποκαλεί ο σκηνοθέτης της παράστασης Ευριπίδης Λασκαρίδης, σ’ ένα ισόγειο ειδικά διαμορφωμένο από την εικαστικό Μυρτώ Σταμπούλου, στην παλιά γειτονιά της Ολιας, στο Κολωνάκι. Το έργο είναι μια εναλλακτική αθηναϊκή βόλτα που μας ταξιδεύει από το πατρικό της Ολιας, στη Β. Σοφίας της δεκαετίας του ’60, ως τις σημερινές συναπαντήσεις στα καφέ της Σκουφά. Μια βόλτα σε συναισθηματικούς τόπους, σε ανθρώπους που ηθελημένα ή άθελά τους άφησαν το αποτύπωμά τους μέσα της.
Τώρα, λοιπόν, στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία που αποχαιρετάμε τον παλιό κόσμο, ζήτησα από την Ολια να γράψει ένα κείμενο για τους φόβους και τις ελπίδες της αλλά και τι θα ήθελε να κρατήσει να μη χαθεί, μιας και στο έργο της αναφέρεται στη δική της Αθήνα, την αειθαλή πόλη που φιλοξένησε την παιδική της ηλικία αλλά και την ενηλικίωσή της.
Όλια Λαζαρίδου: Αυτό που φοβάμαι περισσότερο είναι μήπως στον οδοστρωτήρα της ιστορίας των χρόνων που έρχονται, μαζί με τους «μικρούς ιδιοκτήτες» δεν σωθούν οι αποχρώσεις, η μικρή κλίμακα, η ιδιαιτερότητα, το προσωπικό, το σπάνιο. Είμαι τύπος που μ’ αρέσει το μπακάλικο. Στα σούπερ μάρκετ ζαλίζομαι, με πιάνει ίλιγγος έως κι ελαφριά αναγούλα με όλα τα τρόφιμα αραδιασμένα, παστωμένα στη σειρά. Μ’ αρέσει στα μικρά μέρη που έχεις να διαλέξεις μεταξύ δυο, το πολύ τριών, μαγαζιών με ρούχα, παπούτσια. Αυτό ή αυτό; Ζαλίζομαι με τις άπειρες επιλογές.
Φοβάμαι επίσης, μήπως χαθεί αυτό το αόριστο και τόσο σημαντικό πράγμα που ονομάζουμε «μεράκι», αυτό το κάτι που διαφοροποιεί και κάνει τα πράγματα ξεχωριστά, αισθηματοποιημένα. Κι εδώ θέλω να μιλήσω για τους δύο μπάρμεν του Galaxy στην Ομήρου. Από τους ευγενέστερους επαγγελματίες που έχω γνωρίσει. Με γεμίζει ευγνωμοσύνη η σκέψη ότι ενώ όλα γύρω γκρεμίζονται, αυτοί οι δύο βρίσκονται ακόμα εκεί και μπορώ μια κρύα νύχτα του χειμώνα, που δε θα θέλω καθόλου να σπαστώ από τίποτα αλλά μόνο να παρηγορηθώ, θα μπορώ να υπολογίζω σ’ αυτούς. Τι το ιδιαίτερο έχουν αυτοί οι δυο άνθρωποι; Έχουν αρχοντιά, είναι κιμπάρηδες -λέξεις που κι αυτές τείνουν να ξεχαστούν. Και οι δύο είναι μέσης ηλικίας. Μοιάζουν κάπως. Τυχαίο ή είναι από τα χρόνια δουλειάς μαζί; Αγνωστο. Θυμούνται όλους τους πελάτες, θυμούνται τι είχες παραγγείλλει την τελευταία φορά, είναι πάντα χαμογελαστοί, με το χαμόγελο όχι το υποχρεωτικό, αλλά με αληθινή ευγένεια, αυτή που ξέρει να τηρεί τις αποστάσεις, με την ευγένεια του σωστού επαγγελματία που ξέρει πως δεν θα σε κουβαλήσει δα και στην πλάτη του, αλλά όσο κρατάει η συναλλαγή σας είναι καλύτερα για όλους να περάσετε καλά. Ποτέ μέσα στα χρόνια δεν θυμάμαι να τους έχω δει να κουβαλάνε στη δουλειά τους τίποτε από την προσωπική τους ζωή, τις σκοτούρες που σίγουρα θα έχουν κι αυτοί σαν άνθρωποι.
Ενα άλλο μυθικό για μένα πρόσωπο, είναι ο ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου Ναυτίλος στη Χαριλάου Τρικούπη. Αυτός πάλι είναι άλλο σχέδιο ανθρώπου. Βρίσκεται πάντα χωμένος εκεί, θεόρατος μέσα στο μικρό του βιβλιοπωλείο, και φέρεται σα να είναι στο σπίτι του. Διακόπτει μόνο για λίγο τις ασχολίες του, στις οποίες είναι βυθισμένος, για να εξυπηρετήσει τον επισκέπτη. Αφού έχω αναρωτηθεί μήπως τα βράδια μένει εκεί, σε κάποιο άλλο αόρατο δωμάτιο. Κάποια στιγμή, έψαχνα ένα σπάνιο βιβλίο. Δεν το είχε αλλά αντιμετώπισε το πρόβλημα αυτό σαν πεδίο αγώνα: «Μα ποιος να το’ χει άραγε, ποιος να το’ χει»; Πήρε τηλέφωνα, έψαξε. Τελικά, βρήκε ένα μονάκριβο αντίτυπο κάπου ξεχασμένο, μου το έβγαλε φωτοκόπια, την οποία και μου έδωσε -χωρίς να με αφήσει να την πληρώσω. Ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ούτε χαμογελαστός, ούτε προσηνής, σε πρώτη τουλάχιστον εντύπωση. Ομως είναι, σ’ εμένα τουλάχιστον, αξιολάτρευτος. Και καταλαβαίνεις αμέσως μόνο που θα τον δεις, ότι αυτή τη δουλειά δεν την κάνει από στεγνή ανάγκη και μόνο.
Αυτοί οι άνθρωποι, που ανέφερα πολύ πρόχειρα και δειγματοληπτικά, δε θα ’θελα να εξαφανιστούν στο μέλλον. Όπως και το πνεύμα που με τόση χάρη εκπροσωπούν, αυτοί, οι ποιητές της καθημερινότητας.
INFO: «Κορίτσι Μπαταρία… recharged» στον εναλλακτικό χώρο «ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ», Δεινοκράτους 103, Κολωνάκι. Για κρατήσεις θέσεων: 6949556389. Πρεμιέρα: Πέμπτη 27 Οκτωβρίου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News