Αν και η τιμή της εμπειρίας έχει πέσει, κάποιοι άνθρωποι επιμένουν να μας αφηγούνται ιστορίες και κάποιοι άλλοι διατηρούν το χάρισμα και την αφέλεια να τις πιστεύουν. Μέρες που είναι, ας θυμηθούμε μερικές.
Ίσως να έχετε ακούσει την ιστορία της καμήλας και του αλόγου.
Το άλογο διαμαρτυρόταν συνεχώς στον Δημιουργό ότι δεν του έδωσε ψηλά πόδια για να τρέχει γρηγορότερα και μια βάση πάνω στη ράχη του για να μη χρειάζεται να του φορούν οι άνθρωποι σέλα και να τραυματίζεται όταν το καβαλικεύουν ή όταν το βαρυφορτώνουν. Ο Θεός, ακούγοντας τα παράπονα του αλόγου, κάθισε ένα πρωί στο εργαστήριό του και έφτιαξε την καμήλα.
-Θέλεις να σε κάνω έτσι;, το ρώτησε ο Θεός.
-Όχι, όχι Κύριε, απάντησε έντρομο το άλογο. Όχι.
Στα μέρη που μεγάλωσα, ζούσε ένας άνθρωπος που είχε μια πολύ παράξενη ιστορία. Δε ξέρω αν την επινόησα, ή τη διάβασα κάπου. Ένας φίλος του, τον οποίο είχε ευεργετήσει, στράφηκε εναντίον του με τη συνηθισμένη αχαριστία του ευεργετημένου και τον προσέβαλε θανάσιμα, γελοιοποιώντας τον, μάλιστα, στα μάτια του κόσμου. Ο άνθρωπος αυτός από εκείνη τη στιγμή έχασε την ηρεμία του, έχασε τον ύπνο του και την τάξη του, δε μπορούσε να σταθεί ούτε ένα λεπτό ήσυχος. Το κατάλαβε ότι δεν θα ξανάβρισκε ποτέ την ισορροπία του αν δεν έβγαζε απ’ τη μέση τον εχθρό του. Και πήρε τη μεγάλη απόφαση. Να τον σκοτώσει. Επειδή ο ίδιος όμως δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο, σκέφτηκε να καταφύγει σε έναν πληρωμένο φονιά. Ήξερε έναν που ήταν καταχρεωμένος και είχε ανάγκη αυτά τα χρήματα. Ο μπράβος συμφώνησε μαζί του και τα πάντα κανονίστηκαν με ένα συμβόλαιο ανάμεσά τους.
Ήταν μεσάνυχτα όταν έφυγε ο μπράβος από το σπίτι του και μιας που ήξερε ότι δε θα μπορούσε να κλείσει μάτι, ώσπου να μάθει ότι η υπόθεσή του τελείωσε, ζήτησε και του ετοίμασαν ένα πολύ καλό δείπνο. Τη στιγμή που το ρολόι έδειχνε μία, μπήκε μέσα ο φονιάς.
-Όλα εντάξει;, τον ρώτησε.
-Ναι, απάντησε ο μπράβος. Μία σφαίρα αρκούσε. Τώρα θα ήθελα -αφού πρώτα πλύνω τα χέρια μου- να πιω και να δειπνήσω μαζί σου.
Κάθισε στο τραπέζι και άρχισαν να τρώνε, να πίνουν και να συζητούν.
-Ξέρεις κάτι;, είπε τη στιγμή που έφευγε ο φονιάς. Θα ήταν για μένα μεγάλη παρηγοριά, θα μου έδινε μεγάλη ανακούφιση, να είμαι βέβαιος, να πίστευα, ότι για όσα κάναμε σήμερα το βράδυ και εσύ και εγώ, θα καταδικαστούμε στην αιώνια κόλαση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News