Την Παρασκευή το βράδυ, πήγα στην συναυλία της Νάνας Μούσχουρη στο Ηρώδειο. Πήγα με μισή καρδιά. Πάντα την αναγνώριζα ως καλή και προπάντων ξεχωριστή τραγουδίστρια, με την λεπτή και γλυκιά φωνή της, και χαιρόμουν αφάνταστα με την λαμπρή καριέρα της στο εξωτερικό. Όμως, πέρασαν τα χρόνια, η γυναίκα έφτασε πια στα 83 της, και πάντα φοβάμαι τις συναυλίες που κινδυνεύουν να καταστρέψουν τα τραγούδια που αγάπησες και τους καλλιτέχνες που εκτιμάς.
Η συναυλία ξεκίνησε με το «Έναν μύθο θα σας πω». Τρόμαξα. Και μαζί μου, νομίζω, όλο το θέατρο. Η φωνή, όση έβγαινε, ήταν σαν ένας κλαυτός ψίθυρος – εμένα μου φάνηκε σαν τιτίβισμα ενός πουλιού που σαν να καλούσε σε βοήθεια. Το πολύ έντονο χειροκρότημα που ρίξαμε στο τέλος του «Μύθου» νομίζω πως ήταν μια άμεση απάντηση σε αυτήν την έκκληση του πουλιού: Να καταλάβουμε ότι έχει κερδίσει επάξια την πολυτέλεια να στέκεται μπροστά σε τόσο κόσμο, και να αφήνει την φωνή της να λέει ότι εκείνη τη στιγμή νοιώθει. Ευτυχισμένη, ραγισμένη, ευγνώμων και -θα το πω άφοβα- πολύ, πολύ Ελληνίδα.
Σκούπισε τα μάτια της, και μας ζήτησε συγγνώμη. H έκδηλη συγκίνηση άγγιξε και τη φωνή της. «Δύσκολα με βαστούν τα πόδια μου», είπε. Την φοβόταν πολύ την συγκεκριμένη παράσταση. Μπροστά στο δικό της κοινό, με τραγούδια που για τον κάθε έναν που ήταν εκεί, είναι κύτταρό του. Πρόσεξα ότι στα ξένα τραγούδια, εκείνα που τα έχει δουλέψει άπειρες φορές μπροστά στο ξένο ακροατήριό της, ήταν μια άλλη εντελώς Νάνα. Δυναμική, πειθαρχημένη, αλάνθαστη. To Forever Young (τίτλος και της Παγκόσμιας Περιοδείας της) του Ντίλαν, το Hallelujah του Λέοναρντ Κοέν, και το Love is a Losing Game της Εϊμι Γουάϊνχαους, πραγματικά με άγγιξαν.
Μόλις, ρεπερτοριακά, επέστρεφε στην πατρίδα, καταλάβαινες ότι κάτι μέσα της άλλαζε. Σαν να την δυσκόλευαν δε περισσότερο τα τραγούδια του Χατζιδάκι.
Μας είπε για το «Χάρτινο Φεγγαράκι», που από την αρχή δεν άρεσε καθόλου στον Γκάτσο ο τρόπος που το ερμήνευε. «Τραγουδάς πολύ καλά -της είπε- αλλά δεν καταλαβαίνεις τι λες». Όμως δεν της εξήγησε ποτέ τι ακριβώς εννοούσε. Και έσπαγε εκείνη το κεφάλι της σκεπτόμενη τι μπορούσε να ήταν αυτό, και πειραματιζόταν ατέλειωτα, δοκίμαζε κάθε γραμμή του στίχου μήπως τόνιζε μια λέξη παραπάνω απ’ ό,τι έπρεπε και μήπως έτσι άλλαζε το νόημα του ποιήματος, αλλά δεν έβρισκε κάτι. Μέχρι που μια φορά, παρόντος του Γκάτσου, τραγούδησε το «Φεγγαράκι» με κομμένα τα πόδια, όπως και την Παρασκευή στο Ηρώδειο, και ανάσανε μόλις εκείνος της είπε μετά, στα καμαρίνια, «από εδώ και εις το εξής, μπορείς να το τραγουδάς άφοβα».
Ακριβώς αυτό συνέβη, λοιπόν, στην συναυλία της στην Αθήνα, που είχε τίτλο «Έναν Μύθο Θα Σας Πω». Μόνο που αυτήν την φορά, ο Γκάτσος ήμασταν εμείς, οι χιλιάδες που γεμίσαμε όλες τις θέσεις του Ηρώδειου, και κάθε που τέλειωνε ένα τραγούδι με εκείνο το συνεσταλμένο τιτίβισμα, σίγουρη ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, πεταγόμασταν όρθιοι χειροκροτώντας την θερμά και φωνάζοντας «μαζί σου είμαστε». Θυμίζοντάς της ότι μπροστά μας και παντού, μπορεί πλέον όπως της έλεγε και ο Γκάτσος, να τραγουδά άφοβα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News