Το ’68 ήταν μια ανυπόφορη χρονιά για την Αθήνα και για ένα παιδί στην εφηβεία. Δε μπορούσες να γράψεις στους τοίχους, δε μπορούσες να καταστρέψεις λίγη από την δημόσια περιουσία, να σπάσεις τα παράθυρα του σχολείου, ούτε να κλέψεις τσίχλες απ το περίπτερο. Υπήρχε φόβος. Ακόμα η απόλυτη εξουσία δεν είχε διαφθείρει τη χούντα και τα πάντα φαινόντουσαν καθαρά. Είχα αυτή την εντύπωση. Η φυγή στο σινεμά αναπόφευκτη. Και τότε γνώρισα τον Άρθουρ Πεν στο “Μπόνι και Κλάιντ”. Η Ντάναγουεϊ και ο μπερές της, η Ντάναγουεϊ με την καμπαρντίνα και το πιστόλι αποτελούσαν μια συγκλονιστική μορφή για την φαντασία μου.
Θυμάμαι ότι είδα απανωτά δυο φορές την ταινία, την ίδια μέρα, διότι στο σινεμά Roxy της εποχής, οι προβολές διαδέχονταν η μια την άλλη από τις δυο το μεσημέρι, χωρίς να είσαι υποχρεωμένος να φύγεις. Το απόλυτο όνειρο. Ήταν μια ταινία σημαδιακή για την εποχή. Είχαμε μπουχτίσει να βλέπουμε ηθικοπλαστικές ταινίες όπου πιάνονται πάντα οι κακοί και θριαμβεύει πάντα το καλό. Θέλαμε έστω και μια φορά να δούμε το αντίθετο ή έστω κάτι άλλο. Συγκλονίστηκα με το τραγικό σλόου μόσιον της τελικής σκηνής που αργότερα λάτρεψε ο Πέκινπα. Επιτέλους ένα ζευγάρι με ενδιαφέρον. Ένας σκηνοθέτης που ακολουθούσε τα βάρβαρα νεανικά μας ένστικτα. Ήταν ένας από μας. Η ταινία έγινε παγκόσμιο φαινόμενο.
Ο Πεν είχε την αίσθηση της περιπέτειας. Μπορούσε να μιλήσει στην ψυχή των νέων του 60. Για μια στιγμή νομίσαμε ότι ήταν η αμερικανική απάντηση στη Nouvelle Vague. Η θεματολογία και η αντιμετώπιση των θεμάτων του ήταν εκεί ζωντανή και όχι απολιθωμένη.
Αν κάποιος μπορεί να δει την ταινία μέσα απ αυτές τις παραμέτρους θα την θαυμάσει περισσότερο.
Μια ιστορία για ένα αντισυμβατικό ζευγάρι απλών νέων της Αμερικής. Ένας κατάδικος μικροκλοπών και μια σερβιτόρα συνδέονται ερωτικά και γίνονται δυο άτομα της περιπέτειας που αντιστέκονται σε κάθε συμβιβασμό. Αργότερα θα γνωριστούν και με τον αδελφό του Κλάιντ που υποδύεται ο μοναδικός Τζην Χάκμαν. Όλοι μαζί γίνονται πασίγνωστοι ληστεύοντας με επιδεξιότητα και καμάρι τράπεζες. Βέβαια μπαίνουν στο στόχαστρο της εξουσίας (FBI) την οποία και θα εξευτελίσουν συστηματικά παραμένοντας μέχρι τις μέρες μας σαν ένα σύμβολο αντίστασης. Το γοητευτικό της όλης ιστορίας ήταν πως είχαμε ένα καταραμένο ζευγάρι δυο ερωτευμένων οι οποίοι ήξεραν ότι όδευαν σιγά σιγά προς το θάνατο. Η ερώτηση ήταν το πότε και το πώς.
Η ταινία προτάθηκε για πρώτη φορά στον Πενν αλλά ο σκηνοθέτης την απέρριψε. Αφού απορρίφτηκε και από καμιά δεκαριά άλλους σκηνοθέτες όπως τον Γουίλιαμ Γουάιλερ, ο Μπήτυ την ξαναπήγε στον Πεν ο οποίος δέχθηκε με την προϋπόθεση να κάνει κάποιες αλλαγές, όπως το ότι ο Κλάιντ δεν θα ήταν bi-sexual όπως έγραφε το πρωτότυπο σενάριο, αλλά σεξουαλικά ανίκανος.
Η ταινία έχει πάρει δύο βραβεία Όσκαρ, δεκάδες υποψηφιότητες για βραβεύσεις και πολλά άλλα βραβεία και διακρίσεις σε φεστιβάλ. Θεωρείται ως μια από τις καλύτερες γκανγκστερικές ταινίες όλων των εποχών. Είναι must στο παλμαρέ κάθε σοβαρού σινεφίλ.
Η ταινία ΜΠΟΝΙ ΚΑΙ ΚΛΑΪΝΤ είναι επανέκδοση σε remastered κόπια και παίζεται από τις 29 Ιουλίου στους κινηματογράφους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News