508
|

H cine τουριστική Ελλάδα

H cine τουριστική Ελλάδα

Βγήκε στις αίθουσες το Kings of Mykonos του Πίτερ Ανδρικίδη, ουσιαστικά ένα έργο γραμμένο από τον Νικ Γιαννόπουλο, με πρωταγωνιστή τον ίδιο. Η συγγένεια του με το Έρωτας αλά Ελληνικά της Νία Βαρντάλος που είδαμε πρόσφατα είναι σαφής: ο καλόκαρδος μετανάστης, όχι πρώτης ομορφιάς αλλά προικισμένος με την έξυπνη ατάκα και το χρήσιμο χιούμορ, καταφέρνει μέσα σε μιάμιση κινηματογραφική ώρα, να γοητεύσει τον Έλληνα. Ο Νικ από την Αυστραλία, επιπόλαιος και εύπιστος, ρίχνει την Ζέτα Μακρυπούλια, την όμορφη κοπέλα που τραγουδάει στα μπουζούκια αλλά νιώθει παγιδευμένη από την εξάρτηση με έναν μάτσο ματσό, τον Άλεξ Δημητριάδη. Ο Νία από το Αμέρικα, ξεναγός και ταλαίπωρη αλλά αισιόδοξη και τσαχπίνα, είναι το αντικείμενο του πόθου ενός αγριάνθρωπου, που όταν κουρεύεται και ξυρίζεται, μεταμορφώνεται σε σκέτο σταρ του σινεμά, τον Αλέξη Γεωργούλη δηλαδή.

Τυχαίο; Δε νομίζω. Από παλιά φημολογείται πως οι κωμικοί έχουν τις περισσότερες κατακτήσεις και η εξωτερική τους εμφάνιση ουδόλως κάμπτει τη γοητεία και την επιμονή τους. Το γεγονός πως δυο από τους πιο επιτυχημένους Έλληνες ηθοποιούς του εξωτερικού, η Βαρντάλος και ο Γιαννόπουλος, διάλεξαν δυο από τους ωραιότερους εγχώριους πρωταγωνιστές, τη Ζέτα μας και τον Αλέξη μας, για να γίνουν οι παρτενέρ που πέφτουν ασυνθηκολόγητα στα δίχτυα της μοναδικής εναλλακτικής διαφυγής που τους προσφέρουν, είναι μια ενδιαφέρουσα αλληγορία για την κατάσταση της Ελλάδας αυτή τη στιγμή. Η χώρα μας θεωρείται μια φυσική μα άμυαλη καλλονή, που σπατάλησε άδοξα τις πηγές της και η μοναδική της ευκαιρία είναι να δει με καθαρό μάτι και χωρίς κόμπλεξ, το χέρι βοηθείας που προσφέρεται απόξω, με το αζημίωτο φυσικά. Να το εκτιμήσει και να το δεχθεί, γιατί τόσα χρόνια το έφτυνε. Φυσικά, οι Έλληνες του εξωτερικού δεν είναι Γερμανοί. Παιδιά δικά μας είναι, σαν κι εμάς, που ωστόσο έχουν τον τρόπο τους. Γνωρίζουν το Hellenic γενετικό υλικό αλλά το βελτίωσαν με χρόνο και κόπο. Η Ακρόπολη της Βαρντάλος και η Μύκονος του Γιαννόπουλου είναι δυο μνημεία προς εξαγωγή, το ιστορικό και το τουριστικό έμβλημα αντίστοιχα, που αφού δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε εμείς, το προβάλλουν εκείνοι, αναπαράγοντας τα κλισέ με χαριτωμένο σενάριο και ανάλαφρα σκωπτικό ύφος.

Από τα προωθητικά σποτάκια του Υπουργείου Τουρισμού, ως τις μυθολογικές παραγωγές made in Hollywood, όπως ο Πέρσι Τσάκσον, και τις ηλιόλουστες καλοκαιρινές αποδράσεις στιλ Mamma Mia, φαίνεται η μία και μοναδική διάσταση που έχει η Ελλάδα στα μάτια εκείνων που τη σκέφτονται για τόπο γυρισμάτων και παγκόσμιο θέαμα: αρχαία και παραλίες. Κι ενώ εμείς οφείλαμε να το παραδεχτούμε χωρίς συμπλέγματα (πως δηλαδή είμαστε οι απόγονοι της Ζορμπαδικής ρετσινοκατάστασης των 60ς) και να γινόμασταν ένας ανέμελος προορισμός, κάτι σαν Ελβετία της Μεσογείου, χάσαμε το στοίχημα των καλών υπηρεσιών και τις προθεσμίες των δανείων.

Οι άλλοι, ξένοι και Έλληνες δεύτερης γενιάς, έχουν πάντα στο νου τους την ίδια εικόνα για την Ελλάδα, τον απλό, σίγουρα γραφικό συνδυασμό από σπουδαίες πέτρες και υπέροχα νερά. Και στο ενδιάμεσο, ο Γκοντάρ με το παθιασμένο του σημείωμα που έστειλε αντ’ αυτού στις Κάννες, μας θύμισε πως είμαστε οι προπάτορες του ανθρωπισμού, των ιδεών, των τεχνών. Μέσω μιας εθνικής ερωτικής επιστολής. Εμείς, ποιοι νομίζουμε πως είμαστε πλέον; Πάλι θα ρίξουμε το φταίξιμο στην κακή τηλεόραση;

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News