964
|

«Φοβάμαι μόνο τις μαζικές αυταπάτες»

Λίνα Παπαδάκη Λίνα Παπαδάκη 24 Ιανουαρίου 2013, 07:59

«Φοβάμαι μόνο τις μαζικές αυταπάτες»

Λίνα Παπαδάκη Λίνα Παπαδάκη 24 Ιανουαρίου 2013, 07:59

Ο Φοίβος Δεληβοριάς, μπαμπάς στα 40 του, σε μια πολιτική ανασκόπηση της γενιάς του, από το Ειδικό Δικαστήριο στο «war against terrorism»…

To «μαύρο '89» για σένα απεδείχθη φωτεινό, έβγαλες τον πρώτο σου δίσκο. Παρακολουθούσες τότε το Ειδικό Δικαστήριο;
– Ναι, ήταν εικόνες πολιτικής αφύπνισης για μένα και τους συμμαθητές μου, ήμασταν 16 τότε. Δεν ξέρω τι ήταν πιο βρόμικο σ’ αυτή την ιστορία. Η μητσοτακική σκευωρία για την αμαύρωση του  αντιπάλου του ή όλη αυτή η Αυριανική πραγματικότητα στην οποία ήδη μας είχε βουλιάξει το ΠΑΣΟΚ απ’ το ’85 και μετά; Θα θυμάμαι για πάντα τη συμφόρηση του (εγκαταλελειμμένου ξαφνικά απ’ όλους) Κουτσόγιωργα μες στο δικαστήριο. Ήταν αρκετή αυτή η ιστορία για να τους σιχαθούμε όλους, μια και καλή. Από κει μάλλον ξεκίνησε η αποστροφή της γενιάς μου για την πολιτική, για την οποία τώρα στενοχωριέμαι. Δεν ξέρω κανέναν συνομήλικο που να εκτιμά έστω και λίγο τον Ανδρέα Παπανδρέου ή τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Ο ένας μας φαινόταν η αρχή του σκυλάδικου, της βλαχοδυναστείας και της ατιμωρησίας και ο άλλος ένας πονηρός Δον Oικογενειοκράτης που χρησιμοποιούσε τον εκσυγχρονιστικό λόγο υποκριτικά, ενώ ο πιο προβεβλημένος υπουργός του ήταν ο Κούβελας. Η Ιστορία τούς εκδικήθηκε όλους σκληρά. Η Νέα Δημοκρατία του Κωστάκη έγινε ΠΑΣΟΚ του '80 και το ΠΑΣΟΚ με τα χρόνια έγινε μητσοτακικό. Θα γελούσα, αν τα αποτελέσματα δεν ήταν τόσο τραγικά για όλους μας. 

Η Κάθαρση σήμερα τι εικόνα έχει; Είσαι της άποψης ότι εκτός από τον Τσοχατζόπουλο κι άλλοι πολιτικοί σήμερα έπρεπε να 'χουν ακολουθήσει τον δρόμο της δικαιοσύνης;
– Γενικά, ο πολιτικός κόσμος φέρθηκε μ’ έναν κυνισμό που δεν τον χωράει ο νους. Δεν μπορείς να ζητάς από τις πιο αδύναμες μερίδες κόσμου να πληρώσουν την κρίση, να κάνεις τα πάντα για να γλιτώσεις τις πιο ισχυρές και να μη θέλεις να δώσεις -έστω ένα- θυσιαστικό παράδειγμα, εσύ, που τόσα χρόνια οδηγούσες τον κόσμο σε όλο αυτό. Για τον Τσοχατζόπουλο, ας πούμε. Ποιος του έδωσε τη δύναμη να είναι πρότυπο ισχυρού Έλληνα, ενώ ήταν κάτω του μετρίου σε όλα; Οι περισσότεροι άνθρωποι που ξέρω είναι ικανότεροι και ευφυέστεροι και απ’ αυτόν και από τον Βουλγαράκη και από τον Ψωμιάδη και από όλα αυτά τα πρόσωπα. Οι «χαρισματικοί ηγέτες» μας, όμως, αυτούς ήθελαν κοντά τους. Και έτσι, ο Έλληνας μιμήθηκε αυτούς. Όπως μεθαύριο θα μιμείται τον Κασιδιάρη, επειδή σήμερα τον χρειάζεται ο Δένδιας στο «war against terrorism» που έχει στήσει. Κάποια στιγμή δεν πρέπει να καθρεφτιστούμε σε κάτι καλύτερο; Αν η δικαιοσύνη ήθελε να βοηθήσει σ’ αυτό, θα το έκανε εδώ και χρόνια.

Από τους στίχους σου δίνεις την εντύπωση ενός άνδρα που έχει μεγαλώσει καλά. Έχει πάρει αγάπη και άνεση. Τώρα ζορίζεσαι;
– Όχι στο επίπεδο της αγάπης. Ξέρω πολύ καλά τη σημασία της. Στο επίπεδο της άνεσης ναι, αλλά όπως όλοι. Γενικώς, δεν είμαι από τους ανθρώπους που τους άρεσε η φάση της φούσκας, ούτε που επωφελήθηκαν απ’ αυτήν. Δεν θα με δείτε, λοιπόν, ανάμεσα στους υποκριτές της όψιμης διαμαρτυρίας για τα λεφτά. Ζορίζομαι, κυρίως, που οι ικανοί και οι έντιμοι είναι οι μόνοι που και πριν και τώρα πληρώνουν όλο αυτό το κενό. Και δεν μπορώ να μη ζορίζομαι, γιατί σ’ αυτούς ήθελα πάντα ν’ απευθύνομαι.

Η δική σου γενιά νομίζω ότι έθρεψε τον μύθο του γοητευτικού φιλοαριστερού. Του μορφωμένου νέου, με την πολιτική άποψη, τη μεγάλη δισκοθήκη, σινεφίλ που αγαπά ευγενικά και την κάνει στα μουλωχτά. Που αρέσκεται να κολυμπά στην Αντίπαρο θαυμάζοντας τον Τζίμη Πανούση, όμως τον περιμένει βγαίνοντας μια μεγάλη ψημένη τσιπούρα στο τραπέζι του. Κάνεις αυτοκριτική; Πιστεύεις ότι η σχέση με τον εαυτόν μας θα βελτιωθεί;
– Εγώ είμαι πιο μικρός απ’ τη γενιά του Πολυτεχνείου που περιγράφεις. Εμένα όλοι μου οι φίλοι ήταν μάλλον απολιτίκ. Ακούγαμε για τα στραπάτσα των μεγαλυτέρων στις κομματικές νεολαίες και δεν θέλαμε να περάσουμε ούτε δίπλα. Γουντιαλενικούς θα μας έλεγα. Δύσπιστους και χιουμορίστες. Τον Πανούση τον θαυμάζαμε και τον θαυμάζουμε ως genius καλλιτέχνη και ως ανεξάρτητο πρόσωπο. Τη δε τσιπούρα δεν την πολυξέρουμε, είμαστε παιδιά του junk food και του delivery, της παντομίμας και της τηλεορασοβραδιάς. Σε όλα αυτά, βέβαια, αυτοκριτική  χωράει πολλή. Όλα αυτά -και το αδιέξοδό τους- είναι βασικό θέμα των τραγουδιών μου.

Είσαι σε θέση πια να αποτιμήσεις την καλλιτεχνική σου αξία με ακρίβεια; Υπήρξαν περίοδοι που η ανασφάλεια σε έκανε να την υποτιμήσεις και η υπεροψία να την υπερτιμήσεις, όπως συχνά συμβαίνει στους καλλιτέχνες;
– Δεν είμαι σε θέση κι ούτε θέλω να βρεθώ. Το μόνο που ξέρω είναι πως όσα έκανα δεν είναι αρκετά καλά και αυτός είναι ο λόγος μου για να προσπαθήσω πάλι.

Σαράντα χρόνων φέτος, όσο περίπου και η ελεύθερη χώρα, η Μεταπολίτευση. Αν την Κυριακή γίνονταν εκλογές, ξέρεις τι θα ψηφίσεις;
– Ναι, αυτήν την Κυριακή ξέρω τι θα ψήφιζα.

Ιδεολογικά που εντάσσεσαι; Η Αριστερά και η Δεξιά, το δίπολο του '60, βλέπεις να επανέρχεται;
– Άλλο νόημα είχε αυτό το δίπολο το ’60 κι άλλο τώρα. Σου θυμίζω πως το ΠΑΣΟΚ λέγεται ακόμα σοσιαλιστικό, οπότε ας μη μιλάμε πια με τέτοιους όρους. Θα αυτοπροσδιοριζόμουν ως «μη φοβικός». Δεν φοβάμαι τους ξένους, τους σκούρους, τους γκέι, τους αναρχικούς, τις συνομωσίες εναντίον μου, τα εκβιαστικά διλήμματα, την πρόοδο, το ίντερνετ, την παγκοσμιοποίηση. Φοβάμαι μόνο τις μαζικές αυταπάτες, κατά τις οποίες την πατάμε αναγκαστικά όλοι μαζί. Αλλά μ’ αρέσουν οι μικρολεπτομέρειες και η κρυφή δυναμική αυτής της κοινωνίας, όπως την έχω δει στην τέχνη της πολλές φορές. Σ’ αυτήν την ακαπέλωτη δυναμική θέλω να ανήκω.

Για ποια μάχη θα 'δινες τη ζωή σου;
– Για καμία. Δεν μου αρέσει η νεκρολαγνεία με ηρωικό άλλοθι. Θα προτιμούσα να ζήσω μαχόμενος για όλα όσα αγαπώ.

Με ποιο τραγούδι φαντάζεσαι ότι θα νανούριζες το μωρό σου;
-Το κάνω ήδη. Με τα «Ματόκλαδα» αλλά και με δικά μου αυτοσχέδια, γι’ αυτήν και μόνο.

*Ο Φοίβος Δεληβοριάς κάθε Σάββατο «ανάβει» το Καλοριφέρ στο Passport του Πειραιά έως και τις 23 Φεβρουαρίου.
 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News