Για να γλιτώσω απ’ τους βαρβάρ, θέλω για μένα ένα VAR. Τελεία και παύλα, αυτή είναι επιγραμματικά η μόνη λύση. Για όσες, όσους δε γνωρίζουν, VAR σημαίνει Video Assistant Referee και είναι η υποβοήθηση που δίνεται με βίντεο επανάληψης της κρίσιμης φάσης στον διαιτητή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, ώστε να πάρει τη σωστή απόφαση σε τέσσερις αμφισβητούμενες περιπτώσεις: σε γκολ, σε πέναλτι, σε κόκκινη κάρτα και σε λανθασμένη υπόδειξη παίκτη.
Τι συμβαίνει στην πράξη με το καινούριο κοσκινάκι, το βλέπουμε στις μουντιαλικές μέρες, που διανύουμε. Ο διαιτητής, αφού κάνει το σχετικό σήμα με τα χέρια, σταματά το παιχνίδι και τρέχει σε μια οθόνη στην άκρη του γηπέδου, βλέπει και ξαναβλέπει το βίντεο και παίρνει τη σωστή απόφαση. Ο πανδαμάτωρ ρέφερι δηλαδή καταφέρνει το ακατόρθωτο, το θαύμα με τη βοήθεια της τεχνολογίας: επιβάλλει αναμονή, παγώνει το σύμπαν, σταματά τη ροή και γυρίζει τον χρόνο πίσω. Ποιος άλλος το κατάφερε αυτό, εκτός κινηματογράφου και του Κομίνη στην Τούμπα, στην ιστορία του πλανήτη;
Και αφού για τη σωστή απόφαση σ’ ένα ματς ποδοσφαίρου συνέβη το θαύμα, δε γίνεται να μη ζηλέψεις. Θέλω λοιπόν κι εγώ ένα VAR για μένα, ΙΧ, κατάδικό μου, προσωπικό και πιστό μου σύντροφο. Για να ‘χω μια δεύτερη ματιά, μια ακόμη ευκαιρία, ένα σωτήριο rewind, που θα με βγάζει από τα δύσκολα. Να γυρίζω τον χρόνο πίσω, να καθαρίζω το βλέμμα, να ζουμάρω σωστά, να κάνω το σωστό και το άμεμπτο. Αμερόληπτος και άτεγκτος, επιβεβαιωμένος και σίγουρος από το βίντεο της ζωής μου, να δείχνω κόκκινες κάρτες σ’ όποιαν-όποιον τις αξίζει, να επιβάλλω την βαρύτατη πεναλτίσια ποινή, να αντιλαμβάνομαι με τη μια το ύπουλο οφσάιντ, να αποβάλλω τους πονηρούς και τους υπότροπους.
Να πηγαίνω παρέα με το VAR να ψηφίζω και σε βιντεάκι, λίγο πριν την κάλπη, να παίζουν ολόκληρες τετραετίες χαμένες, κούφια λόγια, άγνοια της Ιστορίας και του αυτονόητου: ποτέ πια κοψοχέρης.
Να πηγαίνω στην Τράπεζα ν’ αναλάβω υποχρεώσεις και ενόραση να μου έρχεται ένα βιντεάκι με τις δόσεις του διακοποδανείου του 2007, που έχω να πληρώνω έως κτήσεως αρθρίτιδας.
Να παρακολουθώ ξανά και ξανά επίμαχες VAR φάσεις από «φίλους» εκτεθειμένους σε οφσάιντ και χωρίς συναισθηματικές ταλαντεύσεις να παίρνω τη σωστή απόφαση της οριστικής ακύρωσής τους.
Να ‘χω να τρίψω στη μούρη όποιου «δε-το ‘πα-έτσι-ακριβώς», σκηνές από μπλαμπλά επιπόλαια και βαριές κουβέντες, μια και φόρος παπαριάς, που από τόσα θα μας γλίτωνε, δύσκολα ποτέ θα μπει.
Να αναφωνώ τολμηρός «VARα βάρβαρη μου, VARα – τ’ όνομα σου είναι Βαρβάρα» κάθε φορά που η πλάνη και η βαρβαρότητα του έρωτα θα με οδηγεί σε λάθος υπόδειξη παίκτριας ή σε διαφιλονικούμενη κόκκινη κάρτα.
VARβάτος και αμερόληπτος πια, απαλλαγμένος από το φόβο της λανθασμένης απόφασης την κρίσιμη ώρα, με το ΙΧ VAR μου παραμάσχαλα ανά πάσα στιγμή, θα μπορώ πλέον να κοιτώ τη ζωή με άλλο μάτι και να αντιμετωπίσω τον μόνο πραγματικό κίνδυνο, που από χρόνια σε δέκα τέσσερις λέξεις είχε συμπυκνώσει ο μέγας Άκης:
«Ο πιο καλός μου φίλος,
ο πιο κακός εχθρός μου
είναι ο εαυτός μου»
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News