Θεέ μου, μη μου πάρεις τα πόδια γιατί θα μου κόψεις τα χέρια και δεν θα μπορέσω να ζωγραφίσω τη χάρη Σου.
Ξεκίνησα οδοιπόρος χρόνια πριν, για να φτάσω μόλις σήμερα στην Πόλη Σου, στην Παναγία του Πέραν ικέτης και προσκυνητής και αξιώθηκα να περάσω την πόρτα Σου την ώρα του Ακάθιστου Ύμνου.
Είδα τους λίγους να φέγγουν πολλοί μέσα στο ασήμι Σου, βγήκα στον μεγάλο τον δρόμο, στον ποταμό εκείνο, τον Ιστικλάλ και χάθηκα μέσα στο δέλτα του, τις στοές των καθρεφτών με τα λουλούδια, το Τσιτσέκ Πασαζί, στην Αγορά των Ρωμιών, στη στοά της Συρίας και του Χατζόπουλου με τα κουμπιά και τα πολύχρωμα νήματα.
Θεέ μου, πρόσθετε Εσύ, ράβε και ξήλωνε και άφησε με εμένα να περπατώ και να ξεκουμπώνω με την πατούσα μου τους δρόμους Σου, στο Ζάππειο παρθεναγωγείο και στο Ζωγράφειο λύκειο, να μετρώ τις δέκα χιλιάδες χρυσές λίρες του Χρηστάκη Ζωγράφου, ξεφυλλίζοντας τη δόξα Σου στο καφέ Αρά.
Ξέρω ότι για Σένα όλοι χρώματα είμαστε και τριαντάφυλλα στο χέρι της Γκιουλσάχ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News