Η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ ήταν ανέκαθεν δύο ομάδες παραπονιάρικες. Κυνηγημένες και αδικημένες – έτσι αισθανόμασταν, έτσι λέγαμε. Αμφότεροι.
Εμείς, οι κιτρινόμαυροι, είχαμε εχθρούς μας τους άλλους δύο του ΠΟΚ – Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, κυρίως τον δεύτερο που ήταν ο πιο τσαμπουκάς και κέρδιζε και περισσότερο – και γενικώς το σύστημα.
Ο άλλος δικέφαλος (έτσι τον βλέπαμε πάντα, σαν τον άγνωστο μακρινό συγγενή που λατρεύαμε να αντιπαθούμε), είχε εχθρούς όλο το ΠΟΚ και όλη την Αθήνα. Το κέντρο εξουσίας, όπως λέει.
Ωραία!
Κληρονομήσαμε και μια προσφυγιά που οι περισσότεροι από εμάς ουδέποτε καταλάβαμε ή μπορέσαμε να διαχειριστούμε, και έδεσε το αφήγημα. Σαν ζεϊμπέκικο μακρύ, δίχως μουσική. Με πολύ θρήνο. Αιώρηση ατέλειωτη. Σπασίματα. Μαγκιές. Ξύλο. Μολότοφ. Μαχαιρώματα. Και τα ρέστα.
Ομοιότητες, πολλές. Μία ακόμα: ό,τι κατά διαστήματα της ελληνικής ποδοσφαιρικής ιστορίας, είχαμε ομαδάρες και παίρναμε τίτλους.
Διαφορές; Τα είπαμε. Η πιο ουσιαστική: ό,τι όποτε παίρνουμε αποτελέσματα με καλή μπάλα, εμείς οι ΑΕΚτζήδες είμαστε λιγότερο παραπονιάρηδες από τους αδελφούς πρόσφυγες της Θεσσαλονίκη!
Αυτό συμβαίνει και φέτος. Που, κόντρα στο ΠΑΟΚτζίδικο αφήγημα, η δική μας μπάλα παίχτηκε μέσα στα γήπεδα. Από μια ομάδα που, ξαφνικά (και αυτό ήταν μεγάλη, υπέροχη έκπληξη για μας) έγινε αγαπησιάρικη. Όχι μόνο από εμάς, αλλά και από άλλους. Που δεν βλέπουν εχθρούς παντού!
Ο ΠΑΟΚ, όπως και εμείς άλλοτε (και ίσως ξαναγίνουμε πάλι, δεν φεύγουν αυτά), είναι έξαλλος με τον εαυτό του. Oχι εκείνον που κλωτσά την μπάλα και παίρνει όντως καλά αποτελέσματα. Αλλά με εκείνον που κλώτσησε την καρδάρα και έκανε τους σοβαρούς οπαδούς της ομάδας να φύγουν. Ήρθε από το πουθενά, και μάλλον εκεί θα καταλήξει.
Δεν ξέρω ποιος θα κερδίσει το Κύπελλο σήμερα. Ξέρω όμως ότι ένας θα φύγει από το γήπεδο πάλι τσατισμένος, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα. Και αυτός δεν θα είμαι εγώ.
Γιατί φέτος, όπως χιλιάδες, ξανασυνδέθηκα με το μη μίζερο κομμάτι της ομάδας μου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News