«Εδώ, εμένα θα κοιτάς».
Μπορεί να σου ακούγεται ερωτικό. Ισως να είναι και πιεστικό, από κάποιον που δεν σου επιτρέπει να χαμηλώσεις τα μάτια. Και εσύ πάντα υπακούς. Αφήνεσαι. Κοιτάς εκείνον. Κάνεις ό,τι και αν σου πει. Χωρίς αντίρρηση, χωρίς συζήτηση. Και προσπαθείς να το κάνεις καλά. Τα μάτια σου είναι στα χέρια του. Και τα αυτιά σου στη φωνή του. Είναι το ένα λεπτό που του ανήκεις.
«Εμένα θα κοιτάς!» Φυσικά και θα σε κοιτάζω. Σε ψάχνω μόλις οι ρόδες μου πατήσουν στη μπουκαπόρτα του πλοίου. Γύρω γίνεται χαμός. Νταλίκες που σκούζουν, οδηγοί που βρίζουν, χαρούμενα φρικιά τακτοποιούν το ποδήλατο, βιαστικοί μοτοσυκλετιστές που θέλουν μετά να καβατζώσουν γωνία στο κατάστρωμα, θείτσες που πάνε στο μοναστήρι, τουρίστες που τα έχουν χαμένα. Ομως εμείς οι δύο επικοινωνούμε. Δεν ακούμε τίποτα, η βοή δεν περνάει από τα αυτιά μας. Εγώ στο τιμόνι και εσύ όρθιος μπροστά μου. Σε ακολουθώ. Και κοιτάζω μόνο εσένα.
Κανένας δεν έχει ασχοληθεί με τους παρκαδόρους των πλοίων. Με αυτά τα αστέρια της γεωμετρίας, τους τοπογράφους του αμπαριού, τους αετούς των διαστάσεων. Εσύ νομίζεις ότι δεν χωράς. Ομως εκείνος θα σε χώσει στη σωστή θέση, λες και παίζει Tetris με αυτοκίνητα. Είδος ξεχωριστό, προφανώς και μεταλλαγμένο, λόγω του καυσαερίου που καταπίνουν κάθε μέρα. Ανθρωποι με υπομονή και επιβολή. Με μένα θα τα βγάλουν εύκολα πέρα γιατί είμαι οδηγάρα και, άμα λάχει, παρκάρω σε τηλεφωνικό θάλαμο. Με την κοπελιά, που έχει και ένα σκυλάκι, θα φτύσουν το γάλα της μάνας τους. Με τον φορτηγατζή προσέχουν περισσότερο, είναι σχεδόν συνάδελφοι. Και με τους ξένους θα πρέπει να το γυρίσουν σε παντομίμα.
Ανθρωποι που βγάζουν λαρύγγι, ευρηματικότητα και υπομονή. Ζωντανά σινιάλα. Δεν ξέρω, βέβαια, αν είναι σκληροί, αλλά σίγουρα είναι σκληραγωγημένοι άνδρες. Ούτε και ξέρω τι κάνουν όταν το πλοίο σηκώνει πόρτα και άγκυρα. Μπορεί να κάθονται κάπου εκεί κάτω και να ακούν το θηρίο να μουγκρίζει. Κάποια στιγμή θα χάνουν για λίγο το μέτρο του χρόνου και θα αναρωτιώνται αν αυτό το ταξίδι είναι αναχώρησης ή επιστροφής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News