Η καταστροφή της Θεσσαλίας μοιάζει να είναι τέτοια που θα απαιτήσει όχι μόνο δαπάνες και προσπάθειες ανοικοδόμησης, αλλά πιθανότατα μία γενική αναπροσαρμογή του μεσοπρόθεσμου (τουλάχιστον) πολιτικοοικονομικού σχεδιασμού της χώρας.
Εδώ θα μπορούσε να σκάσει ένα πικρόχολο χαμόγελο. Για τον σχεδιασμό. Οχι μόνο επειδή δεν συγκαταλέγεται στις πολιτικές μας συνήθειες, αλλά και επειδή έτσι όπως είναι τα πράγματα, ζούμε σε μία περίοδο που ισχύει το «όταν εμείς κάνουμε σχέδια γελάει ο Θεός». Αυτό όμως έχει μεταφυσική διάσταση και σε κάποιες περιπτώσεις το επικαλούνται όσοι είναι επιφορτισμένοι με τα σχέδια και τεμπελιάζουν.
Το θέμα μας είναι ωστόσο το μέγεθος και το βάθος της καταστροφής, η πολιτική του αντιμετώπιση και το ποιος θα πράξει αυτά που οφείλει με τρόπο επαρκή και αποτελεσματικό.
Εντάξει, θα αρχίσουν διάφοροι πολύ σύντομα τα γνωστά: «Ο Μητσοτάκης είναι ο καλύτερος», «φαντάσου να είχαμε τους άλλους» κ.λπ.
Δεν τίθεται όμως έτσι το ζήτημα. Ο Μητσοτάκης μπορεί να είναι ο καλύτερος για όσους το πιστεύουν, όμως εδώ θα δοκιμαστεί σκληρά. Πιο σκληρά από ποτέ, επειδή οι παρενέργειες είναι πολλαπλές. Πρόκειται για διαχείριση μιας κρίσης με εθνικές διαστάσεις, για πολλούς και πολύ διαφορετικούς λόγους.
Και γι’ αυτό δεν σηκώνει μεγάλη πολιτική κουβέντα και πάντως όχι τις γνωστές, ανόητες αντιπαραθέσεις. Δεν υπάρχει σχέδιο πολιτικής προστασίας γαλάζιο, κόκκινο ή πράσινο. Υπάρχει ένα, είναι εθνικό και προβλέπεται για «κάθε νόμιμη χρήση», από όποιον έχει την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας. Ή τουλάχιστον έτσι πρέπει να είναι, γιατί αλλιώς χαθήκαμε.
Αλήθεια και παρεμπιπτόντως, θυμάται κανείς ότι ο πρώτος σχετικός και εμπεριστατωμένος για τα δεδομένα της εποχής γενικός σχεδιασμός Πολιτικής Προστασίας ήταν το σχέδιο «Ξενοκράτης» του 2003; Και μπορεί κανείς να μας πει κανείς, ποιος, πότε και πώς ασχολήθηκε με την επικαιροποίησή του; Η απάντηση δεν θα αρέσει.
Oπως και να ’χει, βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε και οι συνθήκες απαιτούν σκέψεις, ενέργειες και αποφάσεις, που αφενός, υπερβαίνουν τον εκλογικό κύκλο μιας κυβέρνησης και, αφετέρου, δεν μπορεί να είναι πρόχειρες και κατώτερες των απαιτήσεων της εποχής.
Τι σημαίνουν αυτά; Οτι δεν υπάρχει εύφορο πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης. Μια συζήτηση-κοκορομαχία στη Βουλή, με τους όρους που αυτές γίνονται, θα απειλήσει με ένα γενικό ρεζίλι όλη την πολιτική τάξη και είναι περιττή.
Αντιθέτως, χρειάζονται υπερβάσεις από όλους. Συγκέντρωση δυνάμεων πολιτικών, επιστημονικών, τεχνοκρατικών, παραγωγικών και θεσμικών, με έναν κοινό στόχο, ο οποίος έχει εθνική και υπαρξιακή κρισιμότητα.
Ας αφήσουν λοιπόν όλοι κατά μέρος τις γνωστές, ανούσιες και ανιαρές κουβέντες και ας υπερβούν τον εαυτό τους.
Ας φωνάξει ο Μητσοτάκης τους πάντες να συνταχθούν, να κάνουν τις προτάσεις τους και να συμβάλουν με όσες δυνάμεις διαθέτουν στην ανοικοδόμηση. Κάτι τέτοιο εμπίπτει στις ευθύνες του ως Πρωθυπουργού. Και όποιος δεν θέλει, ας μη συμβάλει. Αλλά μετά, ας σιωπήσει.
Δεν πρόκειται φυσικά να γίνουν όλα αυτά. Και ίσως αυτή η επίγνωση αρκεί για να επιβεβαιώσει όσους πιστεύουν ότι δεν υπάρχει ελπίδα και σωτηρία. Εκτός αν κάποιος κάνει την έκπληξη…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News